Ο Πολ Μάναφορτ, πρώην επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας του Ντόναλντ Τραμπ, παραδέχθηκε την ενοχή του για σύσταση και συμμορία κατά των ΗΠΑ και για παρεμπόδιση του έργου της Δικαιοσύνης, σε δικαστήριο της Ουάσιγκτον. Ομως η «βόμβα» δεν ήταν η παραδοχή του, αλλά το γεγονός ότι δεσμεύθηκε με συμφωνία να συνεργασθεί με τους εισαγγελείς. Πρόκειται για άλμα της έρευνας του ειδικού ανακριτή Ρόμπερτ Μιούλερ, σχετικά με την πιθανή συνέργεια συμβούλων του Τραμπ στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας με ρώσους αξιωματούχους και ένα δυσοίωνο σημάδι για τον πρόεδρο των ΗΠΑ.

Ο 69χρονος πρώην λομπίστας έχει ήδη παραδεχθεί την ενοχή του για τραπεζική και φορολογική απάτη σε δίκη στην Πολιτεία της Βιρτζίνια – συνολικά οκτώ κατηγορίες, για τις οποίες αντιμετώπιζε κάθειρξη έως και 10 χρόνια. Οι εισαγγελείς τον κατηγόρησαν ότι απέκρυψε από τις φορολογικές Αρχές των ΗΠΑ 16 εκατομμύρια δολάρια που κέρδισε ως πολιτικός σύμβουλος του φιλορώσου πρώην προέδρου της Ουκρανίας Βίκτορ Γιανουκόβιτς και ότι στη συνέχεια είπε ψέματα στις τράπεζες προκειμένου να εξασφαλίσει δάνεια ύψους 20 εκατομμυρίων δολαρίων, χρηματοδοτώντας πολυτελή βίο.

Πολλοί μέχρι τώρα αναρωτιούνταν πώς ο Μάναφορτ, με τόσες πολλές κατηγορίες εις βάρος του, αρνιόταν πεισματικά να καταθέσει εις βάρος του Ντόναλντ Τραμπ, κάνοντας συμφωνία με τους εισαγγελείς. Κάποιοι υπέθεταν ότι ήλπιζε να του απονεμηθεί προεδρική χάρη, καθώς ο Τραμπ τον επαινούσε ως «γενναίο» που αντιστέκεται στα «ποντίκια» που θέλουν το κακό του προέδρου της χώρας. Μάλιστα, ο Τραμπ είχε γράψει στο Twitter στις 22 Αυγούστου: «Αντίθετα με τον Μάικλ Κόεν, ο Μάναφορτ αρνήθηκε να σπάσει – να κατασκευάσει ιστορίες για να κερδίσει μια συμφωνία. Μεγάλος σεβασμός για έναν θαρραλέο άνδρα!». Ομως φαίνεται πως τελικά άλλαξε στάση.

Παρ’ ότι ο Λευκός Οίκος αντέδρασε σημειώνοντας ότι η απόφαση του Μάναφορτ δεν έχει καμία σχέση με την εκλογική νίκη του Τραμπ το 2016, οι ειδικοί θεωρούν πως ο Μάναφορτ για να έχει κάνει συμφωνία, θα πρέπει να έχει στα χέρια του σημαντικές πληροφορίες για την έρευνα του ανακριτή Μιούλερ. Ο 69χρονος βρισκόταν στο κέντρο της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ και συμμετείχε σε εκδηλώσεις και συζητήσεις που αποτελούν κλειδιά για την ομοσπονδιακή έρευνα, σχετικά με το εάν υπήρχε συνέργεια με Ρώσους προκειμένου να επηρεαστεί το εκλογικό αποτέλεσμα. Ο Μάναφορτ μπήκε στην εκστρατεία του Τραμπ έχοντας ήδη στενούς δεσμούς με Ρώσους (λόγω της συνεργασίας του με τον φιλορώσο Γιανουκόβιτς). Πήρε μέρος στη συνάντηση τον Ιούνιο του 2016 στον πύργο Τραμπ με ρώσους εκπροσώπους που προσέφεραν «βρωμιές» για την υποψήφια των Δημοκρατικών Χίλαρι Κλίντον. Ηταν επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας στη διάρκεια του συνεδρίου των Ρεπουμπλικανών όταν η πλατφόρμα του κόμματος υιοθέτησε μια πιο φιλορωσική θέση για το ζήτημα της Ουκρανίας. Με λίγα λόγια, ο Μάναφορτ βρισκόταν σε θέση να γνωρίζει πολλά για πολλά από τα θέματα που βρίσκονται στην καρδιά της έρευνας του ανακριτή Μιούλερ.

Ο ειδικός ανακριτής αφιέρωσε σχεδόν έναν χρόνο για να συγκεντρώσει αποδείξεις εις βάρος του Μάναφορτ, ώστε να τον φέρει στο δικαστήριο, να τον στριμώξει και έτσι εκείνος να δεχθεί τη συμφωνία. Η αποδοχή του Μάναφορτ για συνεργασία τον μετατρέπει στον σημαντικότερο μάρτυρα, μέχρι σήμερα, εις βάρος του Τραμπ. Αλλωστε οι εισαγγελείς προσφέρουν τέτοιου είδους συμφωνίες συνεργασίας μόνο σε εκείνους που έχουν να καταθέσουν σημαντικά στοιχεία εις βάρος κάποιου που βρίσκεται πιο ψηλά στην ιεραρχία από τους ίδιους.