Σκοπίμως δεν καταβάλλονται οι συντάξεις ώστε η κυβέρνηση να δημιουργεί υπερπλεόνασμα στον ΕΦΚΑ, καταγγέλλει το ΕΝΔΙΣΥ (Ενιαίο Δίκτυο Συνταξιούχων) σε μηνυτήρια αναφορά που κατέθεσε προς τον εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών.
Συνολικά βρίσκονται σε εκκρεμότητα 180.000 συντάξεις και εφάπαξ, με τον χρόνο αναμονής να φθάνει και τα 6 χρόνια! Μάλιστα καταγράφονται περιπτώσεις ασφαλισμένων που πεθαίνουν αναμένοντας να λάβουν τη σύνταξή τους.
Η μηνυτήρια αναφορά στρέφεται κατά:
1. Της υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Εφης Αχτσιόγλου.
2. Του υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Αναστάσιου Πετρόπουλου.
3. Της γενικής γραμματέως Κοινωνικών Ασφαλίσεων του υπουργείου Εργασίας Στυλιανής Βρακά.
4. Του διοικητή του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) Λάμπρου Σέμπου.
5. Του διοικητή του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών (ΕΤΕΑΕΠ) Νικολάου Μπρίκη.
Ιδιαίτερα απελπιστική είναι η κατάσταση με τις ψαλιδισμένες επικουρικές συντάξεις – στο ΕΤΕΑΕΠ βρίσκονται σε εκκρεμότητα 90.000 αιτήσεις, με τον χρόνο αναμονής να φθάνει και τα 6 χρόνια! Η μέση επικουρική σύνταξη με τον νέο τρόπο υπολογίζεται στα 150 ευρώ για όλους.
Το εφάπαξ. Επίσης στην αναμονή έως 3 χρόνια βρίσκονται χιλιάδες συνταξιούχοι για να πάρουν το «ψαλιδισμένο» εφάπαξ. Σε εκκρεμότητα βρίσκονται σήμερα 40.000 αιτήσεις για τη λήψη εφάπαξ από το Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών. Κατά μέσο όρο η εφάπαξ παροχή διαμορφώνεται σε περίπου 12.900 ευρώ, σημαντικά μειωμένη έως 25% σε σύγκριση με αυτή που προβλεπόταν πριν από την ψήφιση του νόμου Κατρούγκαλου.
Κατά το ΕΝΔΙΣΥ, η καθυστέρηση στην έκδοση αποφάσεων φθάνει έως σήμερα τους 27 μήνες για τις κύριες συντάξεις και έως 6 έτη για τις επικουρικές και παρά τις συνεχείς εξώδικες οχλήσεις στις αρμόδιες υπηρεσίες δεν έχουν εκδοθεί μέχρι και σήμερα οριστικές αποφάσεις συνταξιοδότησης. Το ΕΝΔΙΣΥ, αφού αναλύει την τραγική οικονομική κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι υποψήφιοι συνταξιούχοι, ζητεί από τον εισαγγελέα να ερευνήσει την τυχόν διάπραξη ποινικών αδικημάτων εκ μέρους των υπευθύνων εις βάρος των συνταξιούχων, επειδή η μεγάλη καθυστέρηση στην έκδοση συντάξεων οφείλεται σε σκοπιμότητα και όχι σε αδυναμία των αρμόδιων υπηρεσιών.