Τηρουμένων των αναλογιών είναι σαν να μη δημιουργούνται τα σύνορα φυσικά, αλλά να χαράσσονται με χάρακα και μολύβι σε έναν χάρτη. Στον πολιτικό χάρτη, τα σύνορα είναι ιδεολογικά. Και τον χάρακα τον κρατάνε ο ΣΥΡΙΖΑ με τον Καμμένο. Ο πρώτος για να μετακινήσει τα όρια της Νέας Δημοκρατίας στην άπω Δεξιά, την Ακρα, και ο δεύτερος για να εγκατασταθεί λουδοβίκεια στην κεντροδεξιά επικράτεια: «Το κράτος της ΝΔ είμαι εγώ» δήλωσε στον Αntenna.

Αν έχουν ενδιαφέρον όλα αυτά είναι επειδή αυτό είναι ένα νέο κεφάλαιο της πολιτικής γεωγραφίας. Ο χώρος που διεκδικείται πια από τα κόμματα εξουσίας δεν είναι το Κέντρο αλλά κάτι πολύ ευρύτερο. Ο ΣΥΡΙΖΑ έρχεται από τα αριστερά, από εκείνη την περιοχή του 4% όπου το ΠΑΣΟΚ πάτησε το πόδι του μόνο την εποχή της παντοδυναμίας του. Κι αφού κατέκτησε μεγάλο μέρος του πασοκικού χώρου, επιχειρεί δύο πράγματα: πρώτον, να καπαρώσει τον χώρο της Κεντροαριστεράς με τη δημιουργία ενός αντιδεξιού μετώπου στο οποίο θα συμμετάσχουν το ΚΙΝΑΛ και Το Ποτάμι – αυτό είναι το νόημα της πρόσκλησης Τσίπρα προς τη Γεννηματά να θέσει όρια στη Δεξιά. Δεύτερον, να σπρώξει τη ΝΔ πιο δεξιά με την Παπακώστα που δηλώνει γνήσια καραμανλική και τον Καμμένο που δεν έχει πρόβλημα να μεταμφιεστεί στα πάντα – από στρατηγό με στολή παραλλαγής έως καραμανλικό με σμιχτά φρύδια.

Το σχέδιο επαναχάραξης των συνόρων είναι φιλόδοξο και όπως όλα τα φιλόδοξα πράγματα έχει τις αδυναμίες του. Πώς πείθεις τους ΚΙΝΑΛικούς και τους Ποταμίσιους να συμμετάσχουν στο αντιδεξιό μέτωπο παρέα με τους Καμμένους; Πόση λαϊκή Δεξιά μπορείς να κερδίσεις με πολιορκητικούς κράχτες τον Καψώχα και τον Καρτερό, τα ανιστορικά πασαλείμματα του πρώτου και τις βορβορώδεις ανακοινώσεις του δεύτερου, τους Πανούντσιο και τα μαρούλια; Η απάντηση φυσικά δεν θα δοθεί επί χάρτου. Οπως πάντα, θα δοθεί στο πεδίο της μάχης.