Οι τίτλοι σπουδών στην αγορά εργασίας οδηγούν σε αύξηση των αποδοχών των εργαζομένων. Αυτό προκύπτει από όλες τις έρευνες έως σήμερα, οπότε και οδηγεί τους νέους και τις νέες της χώρας μας στην αναζήτηση πτυχίων και ειδικεύσεων που θα αυξήσουν τα προσόντα τους.
Στα συμπεράσματα αυτά κατέληξε και πρόσφατη έρευνα του ΙΟΒΕ, που κατέγραψε την εικόνα και τους «αριθμούς» της Ανώτατης Εκπαίδευσης στη χώρα μας, αλλά και το πώς συνδέονται αυτοί με την αγορά εργασίας και την ανάπτυξη της χώρας. «Οι μισθολογικές διαφορές εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες» λέει στα «ΝΕΑ» ο επιστημονικός συνεργάτης του ΙΟΒΕ, Αποστόλης Δημητρόπουλος. «Το επίπεδο εκπαίδευσης είναι ένας από αυτούς. Οι μισθολογικές διαφορές ερμηνεύουν τη ζήτηση και τις εκπαιδευτικές επιλογές των νέων, ιδιαίτερα για εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και τις μεταπτυχιακές σπουδές. Στη διάρκεια της κρίσης (2008-2016) φαίνεται ότι οι μισθολογικές διαφορές μεταξύ των διαφορετικών επιπέδων εκπαίδευσης μειώθηκαν. Τα στοιχεία όμως δείχνουν ότι η ζήτηση για εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και για μεταπτυχιακές σπουδές θα συνεχιστεί, καθώς οι διαφορές παραμένουν σημαντικές» αναφέρει.
«Αξίζει ιδιαίτερη επισήμανση ότι παρά τη μείωση των μισθών και των μισθολογικών διαφορών μεταξύ των επιπέδων εκπαίδευσης μετά την έναρξη της κρίσης, υπάρχει μια εξαίρεση. Η διαφορά μισθού των αποφοίτων ΤΕΙ από εκείνη των αποφοίτων Λυκείου αυξήθηκε σε σχέση με την αρχή της κρίσης. Η εξέλιξη αντανακλά την αυξανόμενη ζήτηση για αποφοίτους ΤΕΙ με τεχνικές γνώσεις, που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια και αντανακλά τις αλλαγές που σημειώνονται στην οικονομία. Η ακολουθούμενη όμως κρατική πολιτική κατάργησης των ΤΕΙ δεν ανταποκρίνεται στην εξέλιξη αυτή και δεν εξυπηρετεί τις ανάγκες των επιχειρήσεων, την αύξηση της απασχόλησης και την ανάπτυξη της χώρας» συνεχίζει ο Αποστόλης Δημητρόπουλος.
Η έρευνα. Οπως προκύπτει από την έρευνα του ΙΟΒΕ, που παρουσιάστηκε πρόσφατα, ο μισθός έχει θετική σχέση με το επίπεδο εκπαίδευσης, καθώς αυξάνεται με τη βαθμίδα εκπαίδευσης. Το 2016 η αμοιβή των εργαζομένων με διδακτορικό δίπλωμα κυμαίνεται σε διπλάσιο επίπεδο από εκείνο των εργαζομένων με απολυτήριο Δημοτικού (αναλογία σχεδόν αντίστοιχη με εκείνη το 2008). Ετσι ο μέσος μηνιαίος μισθός στα άτομα με διδακτορικό κυμαίνεται στα 1.486 ευρώ το 2016 έναντι 2.033 ευρώ το 2008 (-26,9%) ενώ σε ελαφρώς χαμηλότερο επίπεδο κυμαίνεται ο μέσος μισθός για τα άτομα με μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών (1.420 ευρώ). Αρκετά χαμηλότερος είναι ο μέσος μισθός για τους αποφοίτους πανεπιστημίου, χωρίς ωστόσο να εμφανίζει ουσιαστική διαφορά με τους εργαζομένους που είναι απόφοιτοι ΤΕΙ (1.074 ευρώ έναντι 1.045 ευρώ).
Στους αποφοίτους πανεπιστημιακών σχολών των τελευταίων ετών καταγράφεται η δεύτερη μεγαλύτερη μείωση μισθού σε σχέση με το 2008 (-24,8%), έπειτα από εκείνη στους εργαζομένους με απολυτήριο Δημοτικού (-26,4%). Επιπλέον, ο μέσος μισθός στα άτομα με απολυτήριο Γυμνασίου εμφανίζει διαχρονικά μικρή διαφορά με τον μισθό εκείνων με απολυτήριο δημοτικού, ενώ αντίστοιχη τάση (δηλαδή μικρές διαφορές) παρατηρούνται στις αποδοχές μεταξύ των εργαζομένων με απολυτήριο λυκείου και εκείνων με μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Ετσι, όταν ο απασχολούμενος στην αγορά εργασίας κατέχει διδακτορικό ή μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών ο μισθός του είναι διπλάσιος σε σχέση με κάποιον που δεν έχει ολοκληρώσει τη στοιχειώδη εκπαίδευση. Η αναλογία αυτή υποχωρεί στην περίπτωση όπου ο εργαζόμενος είναι πτυχιούχος πανεπιστημιακής σχολής, καθώς κυμαίνεται στο 66%.
Πάντως, το πτυχίο της Ανώτατης Εκπαίδευσης δεν επιφέρει σημαντική διαφοροποίηση στον μισθό μεταξύ των αποφοίτων ΤΕΙ και πανεπιστημιακών σχολών. Σύμφωνα με τους εκτιμημένους συντελεστές της παλινδρόμησης, το πτυχίο πανεπιστημίου αυξάνει μόλις κατά 4,1% τον μισθό έναντι των εργαζομένων που είναι απόφοιτοι ΤΕΙ. Σε σχέση με τους εργαζομένους με απολυτήριο Λυκείου, ο μισθός είναι υψηλότερος κατά 18,1% και 23,0% στους πτυχιούχους ΤΕΙ και πανεπιστημίων αντίστοιχα.
Οπως δείχνει η έρευνα του ΙΟΒΕ, στα άτομα με χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης, ο μισθός είναι σημαντικά χαμηλότερος. Ο μισθός των εργαζομένων με απολυτήριο Δημοτικού είναι κατά 14% υψηλότερος σε σχέση με εκείνους που δεν έχουν ολοκληρώσει τη στοιχειώδη εκπαίδευση. Αντίστοιχα, στα άτομα με απολυτήριο Γυμνασίου ο μισθός είναι υψηλότερος κατά 22%. Στα άτομα με απολυτήριο Λυκείου ο μισθός τους είναι κατά 35% υψηλότερος, ενώ αυξάνεται επιπλέον κατά 9 ποσοστιαίες μονάδες στη περίπτωση των εργαζομένων που έχουν σπουδάσει σε κάποιο Ινστιτούτο Επαγγελματικής Κατάρτισης ή σε κολέγια μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Οι αποδοχές. Εξετάζοντας διαχρονικά τη μεταβλητότητα του μισθού με το επίπεδο εκπαίδευσης προκύπτει ότι οι αποδοχές από την εργασία αυξάνονται με το επίπεδο εκπαίδευσης, αλλά με μικρότερη ένταση προς το τέλος της εξεταζόμενης περιόδου (2008-2016). Για παράδειγμα, το 2016 ένας εργαζόμενος με διδακτορικό είχε διπλάσιο μισθό σε σχέση με κάποιον που δεν είχε πάει καθόλου σχολείο, με την αντίστοιχη αναλογία να κυμαίνεται στο 2,5 (+150%) το 2008.
Επίσης, ο μισθός εκείνων με διδακτορικές σπουδές το 2016 ήταν χαμηλότερος κατά 3,6% σε σχέση με τους εργαζομένους που κατείχαν μεταπτυχιακό. Αντίστροφα, το 2008 οι διδάκτορες λάμβαναν υψηλότερους μισθούς κατά 13,2% σε σχέση με τους κατόχους μεταπτυχιακού διπλώματος. Αυτή η εξέλιξη εξηγείται ενδεχομένως και με την αυξημένη πιθανότητα οι κάτοχοι διδακτορικών τίτλων να εργάζονται στον δημόσιο τομέα, όπου υπήρχαν ιδιαίτερα σημαντικές μειώσεις στα υψηλότερα μισθολογικά κλιμάκια κατά τη διάρκεια της δημοσιονομικής προσαρμογής. Στην περίπτωση των αποφοίτων πανεπιστημίου, ο μισθός το 2016 ήταν υψηλότερος κατά 56% σε σχέση με τα άτομα που δεν ολοκλήρωσαν τη στοιχειώδη εκπαίδευση και μόλις κατά 2,3% μεγαλύτερος από τους αποφοίτους ΤΕΙ (από 93% και 4,7% αντίστοιχα το 2008). Σε σύγκριση με τους αποφοίτους Λυκείου, η προσαύξηση στον μισθό των πτυχιούχων Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης υποχώρησε από 29,0% το 2008 σε 26,7% το 2016. Αντίθετα, στους πτυχιούχους ΤΕΙ η προσαύξηση στον μισθό σε σύγκριση με τους αποφοίτους Λυκείου αυξήθηκε από 23,2% το 2008 σε 23,9% το 2016.
Στα άτομα με μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση ο μισθός το 2016 ήταν υψηλότερος κατά 35% σε σχέση με εργαζομένους που δεν αποφοίτησαν από καμία βαθμίδα εκπαίδευσης (υψηλότερα κατά 9,5% σε σχέση με τα άτομα με απολυτήριο Λυκείου), όταν το 2008 το αντίστοιχο ποσοστό κυμαινόταν στο 60% (6,6% υψηλότερος μισθός σε σχέση με το Λύκειο). Ειδικά στα άτομα με απολυτήρια Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και Γυμνασίου, η διαφορά στον μισθό σε σχέση με τα άτομα που δεν ολοκλήρωσαν τη στοιχειώδη εκπαίδευση έπαψε να είναι στατιστικά σημαντική το 2015 και το 2016. Επομένως, η οικονομική κρίση στην Ελλάδα είχε ως αποτέλεσμα να περιοριστούν οι προσαυξήσεις στις οικονομικές απολαβές που προκύπτουν λόγω εκπαίδευσης.
Οι γυναίκες με PhD παίρνουν πιο πολλά
Στην περίπτωση που μια εργαζόμενη είναι απόφοιτη πανεπιστημίου, ο μισθός είναι υψηλότερος κατά 91% συγκριτικά με μία που δεν ολοκλήρωσε τη δημοτική εκπαίδευση και αντίστοιχα υψηλότερος κατά 4,9% σε σχέση με μια εργαζόμενη που είναι απόφοιτη ΤΕΙ. Αντίστοιχα στους άνδρες με πανεπιστημιακή εκπαίδευση, η ποσοστιαία διαφορά σε σχέση με τους εργαζομένους που δεν έχουν ολοκληρώσει τη στοιχειώδη εκπαίδευση κυμαίνεται στο 53%, ενώ η διαφορά σε σχέση με τους απασχολούμενους που είναι απόφοιτοι ΤΕΙ περιορίζεται στο 2,2%. Σε σύγκριση με τους αποφοίτους Λυκείου, οι γυναίκες απολαμβάνουν υψηλότερες αμοιβές κατά 28,1% εάν έχουν πανεπιστημιακή εκπαίδευση και κατά 22,1% εάν είναι απόφοιτες ΤΕΙ. Αντίστοιχα στους άνδρες, οι διαφορές περιορίζονται στο 16,5% για τους πτυχιούχους πανεπιστημιακών σπουδών και στο 14% στους απόφοιτους ΤΕΙ. Επομένως, αν και στις γυναίκες ο μισθός είναι χαμηλότερος σε σχέση με τους άνδρες (όπως αποτυπώνεται στις εμπειρικές εκτιμήσεις από τον χαμηλότερο σταθερό όρο), η αξία των σπουδών – βάσει των αποδοχών – είναι υψηλότερη από τους άνδρες.