«Γλακάτε μ’ρε!», φώναξε κάποιος την ώρα που ακούστηκε η πιστολιά. Ξεκινήσαμε. Με το που μπήκαμε στο χωριό μάς περίμεναν οι λύρες και τα λαούτα με ζωηρές κοντυλιές. Στην παρακάτω στροφή μια – δυο παρέες πιτσιρικάδες με περίεργα κουρέματα έστησαν γλέντι παίζοντας δυνατά μπιτ στο λάπτοπ τους, ενώ στη διασταύρωση, έξω από τον καφενέ, ένα μπουζούκι ξεσήκωνε θαμώνες και δρομείς με «τον πιο καλό τον μαθητή» του Ζαμπέτα· πιο πέρα ακόμη, μια μεγάλη ομάδα με κόκκινα τύμπανα έδινε τον ρυθμό. Εξω από την εκκλησία, και ενώ από μέσα ακουγόταν ο παπάς να ψέλνει τη λειτουργία της Κυριακής, τα παπαδάκια είχαν «δραπετεύσει» και μας έκαναν κερκίδα γελώντας και ανεμίζοντας τα πολύχρωμα άμφιά τους. Και στα άλλα χωριά τα τραπεζάκια είχαν βγει στον δρόμο, από νωρίς· παππουδογιαγιάδες, μικροί, μεγάλοι είχαν στηθεί για να χειροκροτήσουν και να σε… παρασύρουν φιλεύοντάς ρακή και φρούτα. «Νάθεμά σε γι’ ανηφόρα» στέναξε ο συντρέχτης μου μισογελώντας σε ένα δύσκολο σημείο: «Δε γρικάς μωρέ;», με κοίταξε ξεφυσώντας. «Οφου, όφου ζόρες, τι τσ’ ήθελα τις ρακές πιο πριν;». Γέλασα πειράζοντάς τον, μα όταν άκουσε την κοπελιά που μας υποδέχτηκε στο δικό της χωριουδάκι τραγουδώντας το «Φιλεντέμ», τα ξέχασε όλα. Και φυσικά τον αποζημίωσαν οι σαρικόπιτες και τα λυχναράκια στον τερματισμό, το χειροποίητο κεραμικό μετάλλιο και το γλέντι με καστρινό, μαλεβιζιώτη και πεντοζάλια. Και τα γέλια, τα πολλά γέλια.
Ηταν τον Οκτώβριο του 2017 στο Αρκαλοχώρι του Ηρακλείου όταν έτρεξα στον Ημιμαραθώνιο Κρήτης που έγινε από τους αγαπημένους μου αγώνες σε ολόκληρη την Ελλάδα. Για να είσαι άψογος δεν χρειάζεται να είσαι σοβαροφανής. Μπορείς να παίρνεις αυτό που κάνεις στα σοβαρά χωρίς να παίρνεις πολύ στα σοβαρά τον ίδιο σου τον εαυτό. Η παρέα «κουζουλών» στο Αρκαλοχώρι έχει αποδείξει ότι μπόρεσε να στήσει μία από τις καλύτερες διοργανώσεις. Πέρυσι κατάφερε να πείσει 4.000 και πλέον ανθρώπους από όλη την Ελλάδα να μπουν σε αεροπλάνα και βαπόρια και ΙΧ και λεωφορεία, να έρθουν σε ένα χωριό στη μέση του πουθενά για να αρχίσουν να «γλακούν» σε μια δύσκολη διαδρομή, ειδικά στα 21 χλμ. Πώς; Με τη φιλοξενία, το αστείρευτο χιούμορ, το χαμόγελο και το ανοιχτό μυαλό. Και όχι μόνο αυτό: έκανε όλη την τοπική κοινωνία να νιώσει ότι θέλει να λάβει μέρος στη γιορτή και να την αγκαλιάσει.
Ενώ ήδη από τα πρόμο του αγώνα και τα βάιραλ βιντεάκια τους (φέτος μέχρι και ο Ψαραντώνης έπαιξε στη διαφήμιση) ήμουν σίγουρος πως ο Ημιμαραθώνιος θα είναι εξαιρετικός όσον αφορά το κέφι και την όρεξη των διοργανωτών, με μεγάλη μου έκπληξη διαπίστωσα και πόσο επαγγελματικά και προσεκτικά στημένος είναι. Παράδειγμα προς μίμηση για όλους όσοι θέλουν να οργανώσουν αθλητικές διοργανώσεις και με τουριστικό προσανατολισμό. Είναι ωραίο να το λέμε και σε όλους εκείνους που βοήθησαν στη διεξαγωγή του, ειδικά στους εκατοντάδες εθελοντές· από αυτό αντλούν ικανοποίηση για τον κόπο τους.
Και φέτος λοιπόν, πάλι. Ραντεβού, εκεί, στο Νότο.