Tα δύο γεγονότα είναι φυσικά τελείως διαφορετικού χαρακτήρα. Μια χώρα όμως όπου τη μια μέρα λιντσάρεται ένας νεαρός που (φέρεται ότι) αποπειράθηκε να ληστέψει ένα κοσμηματοπωλείο και την άλλη συλλαμβάνονται μερικοί δημοσιογράφοι επειδή έγραψαν για το κέντρο της ντροπής στη Μόρια είναι σίγουρο ότι νοσεί βαριά.
Κι όμως, το άγριο τέλος του Ζακ Κωστόπουλου και η σύλληψη των τριών συναδέλφων του Φιλελεύθερου έχουν κάποια κοινά στοιχεία. Το ένα έχει να κάνει με τη βία. Σε μια κανονική χώρα, μια ληστεία αντιμετωπίζεται από τις δυνάμεις της τάξης και ένα δημοσίευμα απαντάται από την αρμόδια Αρχή. Εδώ, οι «φιλήσυχοι πολίτες» παίρνουν τον νόμο στα χέρια τους και τιμωρούν οι ίδιοι τον παραβάτη υπό τα απαθή βλέμματα των παρισταμένων. Το δημοσίευμα, από την άλλη πλευρά, δεν οδηγεί σε έρευνα για τα καταγγελλόμενα, αλλά σε στέρηση της ελευθερίας του καταγγέλλοντος.
Το άλλο, και πιο επικίνδυνο, κοινό στοιχείο των δύο γεγονότων είναι η αποδοχή τους από την κοινωνία. Είναι αυτή η εφιαλτική φράση «όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα…». Με βάση αυτή τη λογική, όποιος αποφασίζει να κάνει μια ληστεία θα πρέπει να είναι έτοιμος να υποστεί τις συνέπειες. Μπορεί, ας πούμε, να τον συλλάβει ο μαγαζάτορας και μαζί με τους γείτονες να πάνε να τον κρεμάσουν δημοσίως για παραδειγματισμό.
Η χρυσαυγίτικη αυτή προσέγγιση τροφοδοτείται εν μέρει από την περίεργη άποψη που έχει αυτή η κυβέρνηση για την ασφάλεια και από την εγκληματική της αδιαφορία για τους τοξικοεξαρτημένους. Είναι, ας πούμε, η άλλη όψη των διαφόρων εξωφρενικών πραγμάτων που έχουν κατά καιρούς υποστηρίξει οι Τόσκες και οι Παρασκευόπουλοι. Και προκαλεί βαθιά θλίψη να βλέπει κανείς να την υιοθετούν άνθρωποι που συνήθως είναι ήπιοι.
Στον παραδειγματισμό αποσκοπεί χωρίς αμφιβολία και η μήνυση του Καμμένου εναντίον του Φιλελεύθερου. Ο υπουργός Αμυνας, που δεν συγκαταλέγεται ακριβώς στους ήπιους, ξέρει τι κάνει: χρησιμοποιεί έναν νόμο που δεν ψήφισε αυτός για να εκδικηθεί μια κατηγορία εργαζομένων τους οποίους, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της διαΝΕΟσις, οκτώ στους δέκα πολίτες θεωρούν διεφθαρμένους. Στη μάχη του σοσιαλισμού με τη βαρβαρότητα νίκησε η βαρβαρότητα. Το ίδιο συμβαίνει και στη συνύπαρξή τους.
Ο Τύπος όμως δεν μπορεί να φιμωθεί, όσο κι αν το προσπαθεί μια ολοκληρωτικής νοοτροπίας κυβέρνηση. Οι δημοσιογράφοι θα συνεχίσουν να κρίνουν την εξουσία και μετά την αποχώρηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Ενας νέος, αντίθετα, μπορεί εύκολα να χάσει τη ζωή του αν  του κάτσει η «στραβή». Ιδίως αν είναι ένας τοξικοεξαρτημένος που ζυγίζει 40 κιλά.
Με άλλα λόγια, με τον Παναγιώτη θα συνεχίσουμε να καλαμπουρίζουμε, ενώ τον Ζακ δεν θα μπορούμε πια να τον διαβάζουμε. Αυτή η θεμελιώδης διαφορά, όμως, δεν μπορεί να συγκαλύπτει το χρέος της κοινωνίας να αντιδράσει απέναντι στη βαρβαρότητα, είτε εκπορεύεται από μέλη της είτε από την εξουσία.