Περί σοσιαλδημοκρατίας ο λόγος, αλλά για να είμαστε ειλικρινείς, ας αρχίσουμε από τον ελέφαντα που βρίσκεται στο δωμάτιο: είναι δυνατή σήμερα στη χώρα μας η συγκρότηση ενός «προοδευτικού μετώπου» από τον ΣΥΡΙΖΑ και το Κίνημα Αλλαγής; Οι φωνές που υποστηρίζουν ότι μια τέτοια σύμπραξη είναι όχι μόνο δυνατή, αλλά και ευκταία, έχουν πληθύνει τον τελευταίο καιρό.
Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να δούμε ποια είναι τα «προοδευτικά» γνωρίσματα του ΣΥΡΙΖΑ. Μήπως ο «αντιδεξιός» χαρακτήρας του; Μα ο ίδιος έχει επιλέξει να κυβερνά με την Ακροδεξιά. Μήπως οι εκσυγχρονιστικές τομές που έχει επιφέρει στο κράτος που είναι ο μεγάλος ασθενής της χώρας; Ούτε μία, έστω για δείγμα! Αντίθετα μάλιστα, προκειμένου να αποκτήσει εκπροσώπηση στους δήμους, όπου είναι ανύπαρκτος, ο ΣΥΡΙΖΑ επέβαλε τον Κλεισθένη, ένα νομοθέτημα που αντί να διευρύνει την αποκέντρωση του κράτους, ξεχαρβαλώνει την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Μήπως όμως ο ΣΥΡΙΖΑ εισήγαγε κάποια ουσιαστική μεταρρύθμιση στο κοινωνικό κράτος; Κι εδώ η απάντηση είναι αρνητική, αφού η διανομή επιδομάτων δίκην ελεημοσύνης, στην οποία αρέσκεται η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, απλώς αναδιανέμει τη φτώχεια. Ούτε βεβαίως η απολύτως επιβεβλημένη νοσοκομειακή περίθαλψη των ανασφάλιστων αποτέλεσε κάποια μείζονα τομή, καθώς οι ευεργετούμενοι από το μέτρο ανακαλύπτουν καθημερινά ότι το δημόσιο σύστημα υγείας τελεί υπό διάλυση. Την ίδια στιγμή μαθαίνουμε ότι φέτος αυξήθηκαν κατά 7% οι εγγραφές στα ιδιωτικά σχολεία, και μάλιστα σε αυτά που απευθύνονται σε οικογένειες μέσων εισοδημάτων. Παράλληλα, η επιτροπή για την καταπολέμηση της βίας στα ΑΕΙ παρέδωσε στον κύριο Γαβρόγλου ένα πόρισμα που ουσιαστικά νομιμοποιεί τις καταλήψεις κ.λπ.
Γενικότερα, η δημόσια εκπαίδευση και οι δημόσιες υπηρεσίες υγείας, που ούτως ή άλλως λειτουργούσαν και πριν από την κρίση με σοβαρά κενά και ελλείψεις, σήμερα πια καταρρέουν. Αυτά όμως συγκροτούν παραδοσιακά τον βασικό κορμό του σοσιαλδημοκρατικού κράτους πρόνοιας στην Ευρώπη αλλά και στη χώρα μας. Παρ’ όλα αυτά, ο ΣΥΡΙΖΑ επιμένει να μας κάνει κατήχηση για τη συγκρότηση του «προοδευτικού μετώπου» (στο οποίο βεβαίως θα δεσπόζει ο ίδιος ως κυρίαρχη δύναμη), όταν έχει επιδείξει μια απέραντη περιφρόνηση απέναντι και στον άλλο μεγάλο πυλώνα της σοσιαλδημοκρατίας, τους θεσμούς του δημοκρατικού κράτους δικαίου. Τι να πρωτοθυμηθεί εδώ κανείς; Το δημοψήφισμα – παρωδία του 2015, στο οποίο ο λαός εκλήθη μέσα σε μία εβδομάδα να αποφανθεί πάνω σε ένα κείμενο νομικά ανύπαρκτο, που δεν είχε καν μεταφραστεί στα ελληνικά; Την κωλοτούμπα που ακολούθησε; Τη διαρκή υποβάθμιση της Βουλής όπου η διά τροπολογιών νομοθέτηση έχει καταστεί ο κανόνας; Την απόπειρα των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ να περιορίσουν την ιδιωτική τηλεόραση στα τέσσερα κανάλια, προκειμένου να τα πάρουν «οι δικοί τους» και να ελέγξουν την ενημέρωση; Την κατάντια της ΕΡΤ; Τον διορισμό της κυρίας Θάνου στη θέση του προέδρου του Αρείου Πάγου κατά παράκαμψη άλλων, πολύ πιο ικανών συναδέλφων της και τον διορισμό της στη συνέχεια σε θέση νομικού συμβούλου του Πρωθυπουργού; Αλλά ακόμη και στο πεδίο των ατομικών δικαιωμάτων, το οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί προνομιακό του χώρο, πώς πρέπει να χαρακτηρίσει κανείς την κατάσταση που επικρατεί στη Μόρια; Αυτά και άλλα πολλά.
Στο πεδίο της ιδεολογίας και της πολιτικής πρακτικής, το πρόβλημα με τον ΣΥΡΙΖΑ είναι τριπλό. Πρώτον, ο ΣΥΡΙΖΑ λόγω καταγωγής, πολιτικής κουλτούρας και συμπεριφοράς ανήκει στη ριζοσπαστική κινηματική Αριστερά, μια πολιτική οικογένεια που αμφισβητεί συνολικά τους θεσμούς της σύγχρονης συνταγματικής δημοκρατίας. Σήμερα, βεβαίως, ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί κακήν κακώς να απεμπλακεί από το «αμαρτωλό» κινηματικό παρελθόν του. Φορώντας ακριβά κοστούμια, χωρίς γραβάτα όμως, γιατί είμαστε επαναστάτες, ο ΣΥΡΙΖΑ περιφέρεται στα ευρωπαϊκά σαλόνια και φλερτάρει με τη σοσιαλδημοκρατία. Αλλά η «εξημέρωση» του κινηματικού ΣΥΡΙΖΑ που επιβιώνει μέσα στους κομματικούς μηχανισμούς απαιτεί χρόνο. Απότοκος αυτής της αντίφασης είναι, μεταξύ πολλών άλλων, η στάση του κόμματος στις Σκουριές της Χαλκιδικής ή η απροκάλυπτη αστυνομική ανοχή απέναντι στη βία που επικρατεί στα Εξάρχεια και στα ΑΕΙ. Αφήνουμε δηλαδή «τα παιδιά» να κάνουν το κέφι τους κι εμείς ασχολούμαστε με τα πρωτεύοντα της πολιτικής. Το δεύτερο πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ είναι η απόλυτη διαχειριστική ανεπάρκεια που τον χαρακτηρίζει, σε συνδυασμό με την ένδεια διοικητικών στελεχών. Εύκολα αντιλαμβάνεται κάποιος ότι έως και το 2012 ένα κόμμα του 4% δεν φανταζόταν ποτέ ότι θα καταλάβει την εξουσία, ώστε να αφήσει τα κινηματικά στην άκρη για να ασχοληθεί ουσιαστικά με τα μεγάλα προβλήματα της Ευρώπης, του ελληνικού κράτους και της κοινωνίας. Οταν λοιπόν ανέλαβαν την κυβέρνηση, οι άνθρωποι του ΣΥΡΙΖΑ ήταν εντελώς ανέτοιμοι να κατανοήσουν τη στάση των Ευρωπαίων αλλά και να αντιμετωπίσουν στο εσωτερικό τα χρόνια και βαθιά προβλήματα της ελληνικής δημόσιας γραφειοκρατίας. Γι’ αυτό άλλωστε και θαμπώθηκαν από τον κατεξοχήν εκπρόσωπο του πολιτικού τυχοδιωκτισμού, κ. Βαρουφάκη. Το τρίτο πρόβλημα με τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ηθικής και αισθητικής τάξεως, καθώς αποπνέει έναν κυνικό καιροσκοπισμό που αντιβαίνει στις καλύτερες παραδόσεις της ελληνικής Αριστεράς. Αυτό εξηγεί και την αποστροφή που ο ΣΥΡΙΖΑ προκαλεί σε μια μεγάλη μερίδα παλαιών συντρόφων της ανανεωτικής Αριστεράς.
Συνδυάζοντας λοιπόν αυτά τα τρία παθογενή χαρακτηριστικά μπορούμε να αντιληφθούμε τους λόγους για τους οποίους ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αναπαραγάγει στην εντέλεια ολόκληρο το ρεπερτόριο του πελατειακού συστήματος που εφάρμοσαν στη χώρα οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις της Μεταπολίτευσης και μας οδήγησε στη χρεοκοπία.
Υστερα από όλα αυτά, το συμπέρασμα για την Κεντροαριστερά είναι απλό: ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να περάσει ένα ικανό χρονικό διάστημα στα θρανία της αντιπολίτευσης, προκειμένου να απογαλακτιστεί από την κυβερνητική εξουσία και να αποφασίσει ποιο δρόμο θα ακολουθήσει. Γιατί η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία είναι ό,τι πιο «προοδευτικό» γνώρισε στο πεδίο της εφαρμοσμένης πολιτικής η ανθρωπότητα από την εποχή του Διαφωτισμού. Προς το παρόν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει καμία απολύτως σχέση με αυτήν.
Ο Γιώργος Καμίνης είναι δήμαρχος Αθηναίων