Ο ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν πάντα γνώριζε πώς να κρατάει τα ποσοστά αποδοχής του υψηλά, είτε ελέγχοντας τα μέσα ενημέρωσης είτε τροφοδοτώντας τον εθνικισμό. Ωστόσο οι ζωές των Ρώσων δεν καλυτερεύουν, ιδιαίτερα μετά τον τελευταίο γύρο οικονομικών κυρώσεων, και το φθίνον ποσοστό αποδοχής του μαρτυράει τη σοβαρότητα της κατάστασης,
Τον Απρίλιο το ρούβλι κατρακύλησε, εν μέρει λόγω των οικονομικών κυρώσεων που επιβλήθηκαν στο Κρεμλίνο ως απάντηση για την υπόθεση Σκριπάλ. Τον Ιούνιο η κυβέρνηση πρότεινε να αυξήσει την ηλικία συνταξιοδότησης προκαλώντας λαϊκή κατακραυγή. Ως αποτέλεσμα, το ποσοστό αποδοχής της κυβέρνησης μειώθηκε κατά 15 μονάδες – η μεγαλύτερη πτώση στα 18 χρόνια εξουσίας του Πούτιν.
Επιπλέον η εμπιστοσύνη στο πρόσωπο του Πούτιν έπεσε από το 60% στο 48%.
Για να καταλάβουμε τη σημασία αυτών των ποσοστών, πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι ακόμη και στην αρχή της τρίτης θητείας του Πούτιν – όταν γίνονταν μαζικές διαδηλώσεις για την επιστροφή του στην προεδρία – το ποσοστό του κυμαινόταν γύρω στο 60%.
Εκείνη την εποχή ο Πούτιν αύξησε το ποσοστό αποδοχής του εδραιώνοντας τον εαυτό του ως υπερασπιστή της Ρωσίας. Οταν οι ΗΠΑ αρνήθηκαν να υπερασπιστούν την κόκκινη γραμμή που είχαν θέσει στη Συρία – τη χρήση χημικών – το Κρεμλίνο παρενέβη και ανέλαβε να αφοπλίσει τον Ασαντ.
Προκειμένου να εδραιώσει τη θέση του στη χώρα του, ο Πούτιν παραχώρησε άσυλο στον πληροφοριοδότη της NSA Εντουαρντ Σνόουντεν αψηφώντας την Αμερική. Επίσης έχτισε γέφυρες και δρόμους, αναβάθμισε την υποδομή και ανανέωσε τους δημόσιους χώρους.
Αν και τίποτα από τα παραπάνω δεν βοήθησε τους Ρώσους οικονομικά, ούτε επέκτεινε τις ελευθερίες τους, ο Πούτιν εδραιώθηκε ως ο προασπιστής της Μεγάλης Ρωσίας.  Οταν εισέβαλε στην Ουκρανία και προσάρτησε την Κριμαία, το ποσοστό αποδοχής του έφτασε το 87%.
Τον Μάρτιο ο Πούτιν κέρδισε εύκολα τις προεδρικές εκλογές διασφαλίζοντας την τέταρτη θητεία του ως προέδρου με 76% των ψήφων. Μετά τις εκλογές το ποσοστό αποδοχής του έφτανε το 82%.
Αλλά το Παγκόσμιο Κύπελλο που άρχισε μετά άφησε το σημάδι του. Οι 700.000 ξένοι επισκέπτες άλλαξαν την αντίληψη των Ρώσων για τον πρόεδρο τους.
Υστερα ανακοινώθηκε η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος προκαλώντας διαμαρτυρίες που ανάγκασαν τον Πούτιν να υποσχεθεί πως θα χαλαρώσει το μέτρο. Το 53% του πληθυσμού δηλώνει έτοιμο να συνεχίσει τις διαδηλώσεις κατά της μεταρρύθμισης αυτής. Στις 9 Σεπτεμβρίου, κατά τη διάρκεια των τοπικών κυβερνητικών εκλογών, χιλιάδες Ρώσοι διαδήλωσαν σε διαμαρτυρίες οργανωμένες από τον αρχηγό της αντιπολίτευσης Αλεξέι Ναβάλνι, ο οποίος δεν μπορούσε να παρευρεθεί διότι έχει συλληφθεί για την αντικυβερνητική δράση του..
Ανάμεσα στους διαδηλωτές ήταν πολλοί νέοι που είναι θυμωμένοι με τις αποτυχίες του καθεστώτος. Οι νέοι θεωρούν το καθεστώς ξεπερασμένο και τον Πούτιν εμπόδιο στις αλλαγές που χρειάζεται να γίνουν για να βελτιωθεί το βιοτικό επίπεδο. Πολλοί Ρώσοι θεωρούν πως η επάνοδος της Ρωσίας ως μεγάλης δύναμης δεν αποτελεί αντιστάθμισμα για τη διαφθορά και την έλλειψη ευκαιριών.
Δεν είναι μόνο οι νέοι δυσαρεστημένοι με τον Πούτιν. Οι ρώσοι επιχειρηματίες είναι αγανακτισμένοι με τις συνέπειες των οικονομικών κυρώσεων και την αύξηση της φορολογίας. Αναρωτιούνται αν η επιθετική εξωτερική πολιτική και ο μαχητικός εθνικισμός του Πούτιν αξίζουν το τίμημα: το μεγάλο κόστος των στρατιωτικών επεμβάσεων και την οικονομική και πολιτική απομόνωση της Ρωσίας.
Η Νίνα Χρούστσεβα είναι καθηγήτρια Διεθνών Σχέσεων στη New School και στέλεχος του World Policy Institute