Σε αύξηση των επιτοκίων δανεισμού σε δολάρια κατά 0,25% ανακοίνωσε ο επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed) Τζερόμ Πάουελ. Τα επιτόκια της Fed διαμορφώνονται πλέον μετά τη νέα αύξηση σε εύρος από 2% έως 2,25%.

Η ανακοίνωση της κεντρικής τράπεζας δίνει ουσιαστικά σήμα για ολοκλήρωση της λεγόμενης «διευκολυντικής» πολιτικής από τη Fed που σηματοδοτεί το τέλος ολόκληρης εποχής. Η Fed χρησιμοποίησε χαμηλά επιτόκια και ποσοτική χαλάρωση για να αντιμετωπίσει η αμερικανική οικονομία τις επιπτώσεις της χρηματοπιστωτικής κρίσης που ξεκίνησε το 2007 και οδήγησε σε διετή ύφεση την αμερικανική οικονομία. Εάν η οικονομική κατάσταση παραμείνει σταθερή, η  Fed εξακολουθεί να προβλέπει μια ακόμη αύξηση επιτοκίων τον Δεκέμβριο, τρεις ακόμη μέσα στο 2019 και μία ακόμη το 2020. Εάν οι προβλέψεις αυτές επιβεβαιωθούν, τότε τα επιτόκια του δολαρίου αναμένεται να φτάσουν στο διάστημα αυτό στο 3,4%. Μέχρι τώρα στις ανακοινώσεις νομισματικής πολιτικής της Fed γινόταν λόγος για «διευκολυντική» νομισματική πολιτική. Χθες όμως ο όρος αυτός αφαιρέθηκε.

Η αύξηση αυτή ήταν η τρίτη που πραγματοποιήθηκε φέτος, όπως είχε προετοιμάσει τις αγορές η κεντρική τράπεζα. Τη συνεχιζόμενη αυτή αλλαγή πολιτικής ευνοεί η θετική πορεία της οικονομίας της χώρας. Η ανάπτυξη στις ΗΠΑ το δεύτερο τρίμηνο έτρεχε με 4,2% σε ετήσια βάση, σύμφωνα με στοιχεία που ανακοίνωσε πρόσφατα το υπουργείο Εμπορίου της χώρας. Επίσης η ανεργία εξακολουθεί να βρίσκεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα, στο 3,9%. Την ίδια στιγμή η καταναλωτική εμπιστοσύνη αυξάνεται φτάνοντας τα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 18 ετών, σύμφωνα με τα στοιχεία που αφορούν τον Σεπτέμβριο. Επίσης οι μισθοί στη χώρα δείχνουν ότι έχουν αρχίσει να αυξάνονται, κάτι που μπορεί να επηρεάσει άμεσα τις τιμές.

Από τότε που ανέλαβε καθήκοντα ο Πάουελ, έχει αφήσει να εννοηθεί ότι βασίζει τη χάραξη της νομισματικής πολιτικής περισσότερο στην αντιμετώπιση πληθωριστικών κινδύνων παρά στην ακόμη μεγαλύτερη μείωση της ανεργίας. Η Fed με την πολιτική της έχει ως στόχο τόσο την αντιμετώπιση πληθωριστικών κινδύνων όσο και την αύξηση της απασχόλησης.

Αστάθμητος παράγοντας για την κεντρική τράπεζα εξακολουθούν να παραμένουν οι πιθανές επιπτώσεις από έναν εμπορικό πόλεμο μεγάλης έκτασης. Μέχρι τώρα οι αγορές δεν φαίνεται να ανησυχούν ιδιαίτερα για τις εξελίξεις, παρά τη σκληρή γλώσσα και την επιθετική πολιτική που χρησιμοποιεί ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, ιδιαίτερα απέναντι στην Κίνα αλλά και στην Ευρώπη. Ο Τραμπ έχει απειλήσει με την επιβολή δασμών σε όλα τα κινεζικά προϊόντα αυξάνοντας τις πιέσεις προς το Πεκίνο. Η κινεζική κυβέρνηση έχει απειλήσει με τη σειρά της ότι στην περίπτωση επιβολής νέων δασμών θα σταματήσουν οι συνομιλίες που έχουν ξεκινήσει με την Ουάσιγκτον.