Η επίσκεψη του Ούντο Μπούλμαν στην Ελλάδα, πριν από λίγες μέρες, ήταν η πρώτη πράξη. Ο γερμανός Σοσιαλδημοκράτης, που διαδέχτηκε τον Μάρτιν Σουλτς στο τιμόνι των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών και Δημοκρατών (S&D) και προκρίνει ανοιχτά συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ, έφερε στην Αθήνα το ερώτημα που πλανάται εδώ και καιρό στις Βρυξέλλες: Τι πιστεύει η ελληνική Κεντροαριστερά για τα προοδευτικά μέτωπα; Η απάντηση ήρθε χθες στην έδρα του. Στη συνεδρίαση της ευρωομάδας, η Φώφη Γεννηματά έκανε λόγο για «ειλικρινείς σοσιαλδημοκρατικές, προοδευτικές συνεργασίες». Για συνεργασίες που, με άλλα λόγια, δεν θα έπρεπε να περιλαμβάνουν την ελληνική κυβέρνηση. Την ίδια άποψη επανέλαβε στον Μπούλμαν και στην κατ’ ιδίαν τους συνάντηση, με τους δύο να συμφωνούν πως η ισχύς βρίσκεται μεν εν τη ενώσει, όμως η εν λόγω ένωση δεν πρέπει να καθορίζεται από τη συγκυρία και τους αριθμούς.
Το θέμα κυριάρχησε στην ομιλία της. Εκεί η Γεννηματά είχε την ευκαιρία να μιλήσει για «καθεστωτικές λογικές» του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στους θεσμούς και στα ΜΜΕ, αναφερόμενη και στις πρόσφατες μηνύσεις εναντίον δημοσιογράφων. «Δεν μπορεί στην Ευρώπη να προσποιείσαι τον αριστερό και στη χώρα σου να συγκυβερνάς με ακροδεξιά και ρατσιστικά μορφώματα» σχολίασε με νόημα για τους ΑΝΕΛ και τον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος τον τελευταίο καιρό επιχειρεί με κάθε τρόπο να αποπλανήσει τους Ευρωπαίους Σοσιαλιστές. Παραδόξως για το κλίμα που φαινομενικά επικρατεί για τον ΣΥΡΙΖΑ μέσα στο S&D, η κριτική της βρήκε ευήκοα ώτα και απέσπασε θερμό χειροκρότημα.
Το Σκοπιανό. Παράλληλα, η Γεννηματά έπρεπε να διαχειριστεί και το βασικό αγκάθι στις σχέσεις με τους ευρωπαίους συντρόφους της: την αρνητική στάση της για τη συμφωνία των Πρεσπών, την οποία το PES στηρίζει με κάθε τρόπο. Και αυτό το εξήγησε λέγοντας πως «η συμφωνία που υπογράφτηκε πρόσφατα δεν προσφέρει τη λύση αυτή. Δεν κλείνει ιστορικά τραύματα. Ανοίγει νέα. Γι’ αυτό και φοβάμαι ότι δεν θα έχει προοπτική».
Μέσα από την ομιλία της έγινε φανερή και η στρατηγική της αυτόνομης πορείας στην οποία το Κίνημα Αλλαγής έχει προσηλωθεί – αφενός μιλώντας για την άνοδο της Ακροδεξιάς και αφετέρου διαχωρίζοντας τη θέση των Σοσιαλδημοκρατών από την ευρωπαϊκή Δεξιά. Τόνισε, μάλιστα, πως το ιδεολογικό μπέρδεμα των προηγούμενων ετών το «πληρώνουμε σήμερα» και πρότεινε ένα πρόγραμμα βασισμένο σε πέντε πυλώνες, με έμφαση στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, την κοινή πολιτική για τη μετανάστευση και την κοινωνική πολιτική.