Οχτώ ώρες πριν από τη χθεσινοβραδινή εμφάνισή του στο Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος, ο Τζέφρι Ευγενίδης των εκατομμυρίων πωλήσεων και του ενός Πούλιτζερ συμμετείχε στη συνέντευξη Τύπου που δόθηκε στο δημαρχείο της Αθήνας.

Ο καλεσμένος της διοργάνωσης Αθήνα – Πρωτεύουσα του Βιβλίου (αλλά και των εκδόσεων Πατάκη και της αμερικανικής πρεσβείας) μίλησε στην ομάδα των ελλήνων δημοσιογράφων για το τελευταίο βιβλίο του «Δελτίο παραπόνων» (Πατάκη, μτφ. Αννα Παπασταύρου), τις ΗΠΑ του Τραμπ και, φυσικά, το «Middlesex» (Libro, 2003 και Πατάκη, 2014, μτφ. Αννα Παπασταύρου) που του χάρισε το Πούλιτζερ Μυθιστορήματος με την ιστορία της Καλλιόπης Στεφανίδη και τριών γενεών της ελληνοαµερικανικής οικογένειάς της, που ταξίδεψε από ένα χωριό της Μικράς Ασίας στο Ντιτρόιτ της ποταπαγόρευσης, για να ζήσει τις ένδοξες ηµέρες της αυτοκινητοβιοµηχανίας αλλά και τις φυλετικές ταραχές του 1967.

ΓΙΑ ΤΙΣ ΗΠΑ. Οταν γράφω μια ιστορία ξεκινάω πάντα από τους χαρακτήρες. Ποτέ από τις πολιτικές ιδέες. Η λογοτεχνία δεν είναι το καλύτερο μέσο για πολιτικά μηνύματα. Μεγάλωσα στις μεσοδυτικές πολιτείες (σ.σ.: Ντιτρόιτ) και νομίζω ότι μπορώ να μπω στη θέση των άλλων Αμερικανών. Συμφωνώ με τον Τζορτζ Σόντερς ότι η «ενσυναίσθηση» είναι ο καλύτερος τρόπος για να καταλάβεις όλους τους τύπους των ψηφοφόρων, καθώς είμαστε μια διχασμένη χώρα. Διαβάζω, για παράδειγμα, αναλύσεις στον Τύπο που δεν μου φαίνονται σωστές. Η δαιμονοποίηση της άλλης πλευράς δεν οδηγεί πουθενά. Μεγάλωσα σε μια Πολιτεία των Δημοκρατικών και καταλαβαίνω πώς πέρασε στα χέρια των Ρεπουμπλικανών. Δεν μπορώ, λοιπόν, να «ξεγράψω» τόσους συμπολίτες μου.

ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ. Εχω έρθει για λίγες ημέρες στην Ελλάδα και δεν μπορώ να βγάλω ασφαλές συμπέρασμα για την κρίση. Η πρώτη εντύπωση βέβαια είναι ότι η κατάσταση δεν είναι τόσο χάλια όσο περίμενα. Εχω μόνο μια απροσδιόριστη αίσθηση ότι η κατάσταση βελτιώνεται, μάλλον λόγω της αποφασιστικότητας των Ελλήνων.

ΓΙΑ ΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ. Εμπνεύστηκα τις «Παραπονιάρες», το πρώτο διήγημα στο «Δελτίο παραπόνων», από τη ζωή της μητέρας μου. Ηταν μια γυναίκα που διάβαζε πολύ και υποστήριζε τις συγγραφικές φιλοδοξίες μου. Πρόσφατα συνειδητοποίησα ότι την εποχή του Κολεγίου μού έστελνε βιβλία, στα οποία βασικοί χαρακτήρες ήταν νεαροί άντρες που ήθελαν να γίνουν συγγραφείς – όπως η «Επιλογή της Σόφι» και «Ο κατά Γκαρπ κόσμος». Ηταν αναγνώστριά μου και όταν κυκλοφορούσε κάποιο βιβλίο μού έστελνε επιστολές με υπογραμμισμένες τις αγαπημένες της φράσεις. Κάποια στιγμή, βέβαια, έρχονταν γράμματα με οχτώ ή δέκα σελίδες! Σε μεγάλη ηλικία υπέφερε από άνοια και, όπως άλλοι συγγραφείς, ξεκίνησα να γράφω και να διαβάζω γι’ αυτό το θέμα. Ξεκίνησα λοιπόν με ένα ερώτημα: τι ήταν αυτό για το οποίο γνώριζα τα λιγότερα σε σχέση με τη μητέρα μου; Κι αυτό ήταν μια φιλία της με μια γυναίκα νεότερη κατά 20 – 25 χρόνια, με την οποία διάβαζαν βιβλία. Ενα από αυτά ήταν το «Δύο μεγάλες γυναίκες» της Βίλμα Γουόλις από την Αλάσκα για δύο γιαγιάδες που περνάνε τον χειμώνα εγκαταλελειμμένες από τη φυλή τους. Βρήκα αυτό το βιβλίο διασκεδαστικό. Σαν ένα παράθυρο για τη ζωή της μητέρας μου. Ξεκίνησα το διήγημα πολλά χρόνια πριν και το ολοκλήρωσα λίγο προτού πεθάνει η μητέρα μου. Νομίζω ότι ήταν ένας τρόπος να την κρατήσω «ζωντανή» στη μνήμη μου.

ΓΙΑ ΤΟΝ ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ. Οταν ήμουν νεότερος δεν διάβαζα κανέναν από τους μεγάλους Αμερικανούς. Τότε τους θεωρούσαμε «ξεπερασμένους», αλλά αποδείχθηκε ότι δεν είχαν «πεθάνει» τελικά. Στο Κολέγιο ασχολούμασταν περισσότερο με τον Φλομπέρ, τον Τολστόι και τον Τζόις και όχι με τον Απντάικ, τον Ροθ ή τον Μέιλερ. Κάποια στιγμή στα 20 μου ξεκίνησα να διαβάζω τον Φίλιπ Ροθ, που αποδείχθηκε μεγάλη επιρροή. Στην αρχή απέφευγα να γράψω για την «ελληνική» πλευρά μου ή για τις εμπειρίες της οικογένειάς μου που κατάγεται από τη Μικρά Ασία. Ηταν συγγραφείς όπως ο Ροθ που με βοήθησαν να ανακαλύψω αυτό το υλικό. Ενας υπέροχος συγγραφέας, με εξαιρετικά στρωτή γραφή και την ίδια στιγμή ευφυής ως προς τις συλλήψεις. Χωρίς το «άρωμα της λογοτεχνίτιδας».

ΓΙΑ ΤΟ ΦΥΛΟ. Οταν κυκλοφόρησε το «Middlesex» το 2002 έπρεπε να εξηγήσω στο κοινό την έννοια του «κοινωνικού φύλου». Η υπόθεση μάλλον αποθάρρυνε τους αναγνώστες, επειδή στην αρχή δεν πούλησε. Μόνον ύστερα από το Πούλιτζερ έδειξαν ενδιαφέρον. Σήμερα δεν θα έγραφα το ίδιο μυθιστόρημα, επειδή η συζήτηση για το φύλο είναι κοινός τόπος στην εποχή μας. Ετσι κι αλλιώς, έγραψα το «Middlesex» επειδή τότε ενδιαφερόμουν για τις λογοτεχνικές αναπαραστάσεις του ερμαφροδιτισμού και το ψυχολογικό υπόβαθρό τους.

Προτιμώ να σκέφτομαι το «Middlesex» ως ένα μυθιστόρημα για την ελεύθερη επιλογή. Δεν προσπάθησα να περάσω κανένα μήνυμα. Πέρα από το γεγονός ότι η ταυτότητα είναι ένα πολυπαραγοντικό φαινόμενο και ότι δεν ζούμε καταδικασμένοι από τα γονίδιά μας.

ΓΙΑ ΤΟ ΠΟΥΛΙΤΖΕΡ. Οταν ανακοινώθηκε το Πούλιτζερ ήμουν σε ένα λογοτεχνικό φεστιβάλ στην Πράγα. Επέστρεψα το βράδυ στο ξενοδοχείο και με σταμάτησε ένας φωτογράφος, αλλά εγώ έδειξα την έκπληξή μου. «Γιατί με φωτογραφίζετε;» τον ρώτησα κι εκείνος μου είπε ότι είχα κερδίσει το βραβείο. Το Πούλιτζερ, πάντως, δεν κάνει τη δουλειά ενός συγγραφέα ευκολότερη ή δυσκολότερη. Σε κάθε νέο βιβλίο το αίσθημα είναι το ίδιο: ξεκινάς και δεν ξέρεις πώς να προχωρήσεις. Το Πούλιτζερ επηρεάζει τη δημόσια εικόνα σου, αλλά όταν μένεις μόνος στο δωμάτιο, στο τέλος της ημέρας, τίποτε δεν αλλάζει στο γράψιμο.