Το αδιάκοπο, σπαρακτικό κλάμα ενός μωρού αντηχεί σε μία από τις αφγανικές «γειτονιές» μέσα στο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης προσφύγων στη Μόρια. Είναι 10 το πρωί, στη zone 2 του hotspot. Η μητέρα έχοντας σφιχταγκαλιασμένο το νεογέννητο προσπαθεί μάταια να το ηρεμήσει και να το ζεστάνει, χαϊδεύοντας απαλά το κορμάκι του. Εμφανώς κουρασμένη, καθισμένη κάτω από μια τέντα, του σιγοτραγουδάει, ρίχνοντας τακτικά κλεφτές ματιές στα άλλα τρία ανήλικα παιδιά της, που είναι ξαπλωμένα στη χοντρή κουβέρτα πάνω σε πέτρες.
Είναι η Σοφία από το Αφγανιστάν, μια γυναίκα που μπήκε έγκυος σε μια πλαστική βάρκα με την ελπίδα να βρει νέα ασφαλή στεριά για την οικογένειά της. Και βρέθηκε στη Μόρια, όπου γέννησε πριν από 20 ημέρες. Για την ακρίβεια, γέννησε μέσα στη σκηνή της, χωρίς καμία ιατρική βοήθεια (τι κι αν εκλιπαρούσε για αυτήν ώρες πριν από τον τοκετό)!
Ο ΕΦΙΑΛΤΗΣ. Η Σοφία είναι μία από τους τουλάχιστον 8.000 εγκλωβισμένους στο «κολαστήριο» της Μόριας. Μία από τους χιλιάδες ταλαιπωρημένους και φοβισμένους πρόσφυγες, οι οποίοι έχουν πρόσωπο, όνομα και τη δική τους ο καθένας δραματική ιστορία. «ΤΑ ΝΕΑ» κατέγραψαν τη μαρτυρία της αφγανής μητέρας, καθώς και αποκαλυπτικά λόγια για τον εφιάλτη της Μόριας από άλλους πρόσφυγες, διαμένοντες είτε στην κεντρική δομή είτε στον ελαιώνα, ακριβώς έξω από το περιφραγμένο hotspot.
«Παρακαλούσα τον γιατρό που με είδε και έπειτα από ώρες τους αστυνομικούς να με πάνε στο νοσοκομείο. Με πέθαιναν οι πόνοι, ήξερα ότι γεννάω! Δεν με πίστεψε κανείς. Δεν με βοήθησαν. “Δεν γεννάς ακόμα, τράβα στη σκηνή σου” μου έλεγαν» περιγράφει η Αφγανή και συνεχίζει: «Κάποια στιγμή έπεσα κάτω από τους πόνους. Ο άνδρας μου δεν ήξερε τι να κάνει. Φωνάζαμε και οι δύο για βοήθεια». Η βοήθεια ήρθε τελικά από τις διπλανές σκηνές – από τον ανήλικο Αλί και τη Χαμπίμπα, μητέρα δύο ενήλικων παιδιών. Τη μαρτυρία για το συγκλονιστικό περιστατικό επιβεβαιώνει πάντως και ο Λούκα Φοντάνα, εκ των συντονιστών της δράσης των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στη Λέσβο: «Και όμως, ναι… Το 2018, στην Ευρώπη, μια γυναίκα γεννάει μόνη της σε σκηνή, χωρίς καμία ιατρική παρακολούθηση. Αυτό είναι απαράδεκτο! Ξεκάθαρα αντιμετωπίζουμε ανθρωπιστική κρίση. Είμαστε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης».
Η Χαμπίμπα που βρέθηκε (και παραμένει) στο πλευρό της Αφγανής με το νεογέννητο ζει το δικό της μαρτύριο στον καταυλισμό. «Δυσκολία να μεταβεί μόνη στην τουαλέτα. Σοβαρό πρόβλημα στα γόνατα» γράφουν τα χαρτιά της. Ο άνδρας σκοτώθηκε στο Αφγανιστάν και η ίδια με την κόρη της Σεχραζέτ και τον γιο της Σαμίμ αποφάσισαν να κάνουν το επικίνδυνο ταξίδι. «Δώσαμε στους διακινητές 9.000 ευρώ το άτομο. Αλλά αυτό που ζούμε δεν το φανταζόμασταν. Συμπλοκές, βιασμοί, παρενοχλήσεις, άθλιες συνθήκες. Είναι κόλαση εδώ» περιγράφει. Τον εφιάλτη – ψυχολογικό περισσότερο – ζει καθημερινά και ο Σαμίμ. Πρέπει να διαλέξει κάθε φορά ποια θα αφήνει μόνη της στη σκηνή: «Πρέπει να πηγαίνω τη μητέρα μου στο ντους, αλλά φοβάμαι και για την αδελφή μου. Οταν γίνονται συγκρούσεις στον καταυλισμό, φεύγουμε από τη σκηνή. Πάντα μαζί, τρέχουμε σε ανοιχτό χώρο». Παρόμοιες είναι οι αγωνίες του Χαμπίς, πατέρα ενός παιδιού, ο οποίος ζει στον ελαιώνα μαζί με τη μητέρα του. «Η βάρκα αναποδογύρισε και βρεθήκαμε όλοι στη θάλασσα!» λέει για το ταξίδι από την Τουρκία και συνεχίζει: «Κάποιοι πνίγηκαν. Εμείς γλιτώσαμε, μας έσωσαν. Αλλά η μητέρα μου έχασε την ακοή της τελικά. Και τώρα πώς να την αφήσω μόνη; Δεν ακούει όταν κάποιος πλησιάζει, δεν ακούει τις φωνές, τίποτα».
ΑΡΙΘΜΟΙ – ΣΟΚ. Αποκαλυπτικά στοιχεία για την ψυχική κατάσταση των προσφύγων στη Μόρια δημοσιοποίησε η Διεθνής Επιτροπή Διάσωσης (IRC) σε έκθεση με τίτλο «Απροστάτευτοι. Αβοήθητοι. Απελπισμένοι». Οπως αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Οι αιτούντες άσυλο υφίστανται τρομερή ψυχική επιβάρυνση. Είναι υποχρεωμένοι να ζουν σε απαράδεκτες συνθήκες, γνωρίζοντας ελάχιστα για το μέλλον τους και αναμένοντας για πολύ καιρό απάντηση στην αίτηση ασύλου τους. Τα ποσοστά απόπειρας αυτοκτονιών μεταξύ των επωφελουμένων της IRC είναι πολύ υψηλά». Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την IRC, «το 30% των επωφελουμένων μας αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει και το 60% έχει αυτοκτονικούς ιδεασμούς. Το 41% παρουσιάζει μετατραυματικά συμπτώματα, όπως αναδρομές και εφιάλτες, και το 64% εμφανίζει συμπτώματα κατάθλιψης, όπως θλίψη, ενοχή και απελπισία». Με βάση την καταγραφή της IRC στο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης, οι υπάρχουσες υποδομές είναι τραγικές ακόμα και για τις βασικές ανάγκες των προσφύγων: «Αναλογεί ένα ντους ανά 84 άτομα και μία τουαλέτα ανά 72 άτομα. Το αποχετευτικό σύστημα είναι τόσο βεβαρημένο, ώστε λύματα φθάνουν στα στρώματα όπου κοιμούνται παιδιά και διαρρέουν σε ανοιχτές αποχετεύσεις και αυλάκια».
ΟΥΡΕΣ ΓΙΑ ΛΙΓΟ ΝΕΡΟ
Ξημέρωμα στον ελαιώνα των δυστυχισμένων
Στη Μόρια «ξημερώνει» νωρίς. Πολύ πριν από το χάραμα υπάρχει κινητικότητα στην κεντρική δομή φιλοξενίας των προσφύγων, αλλά κυρίως στον ελαιώνα με τις εκατοντάδες σκηνές των δυστυχισμένων – όσων δηλαδή δεν χωρούν στο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης. Από τις 4 τα ξημερώματα, δεκάδες ξυπόλητα παιδάκια, μητέρες με τα μωρά τους στην αγκαλιά και έφηβοι με τους πατεράδες τους στήνονται στις ουρές της εξαθλίωσης: για 1,5 λίτρο νερό, για ένα κρουασάν, για την τουαλέτα και για την ντουζιέρα. «Εδώ παλεύεις για όλα. Πρέπει να βιάζεσαι και να προσέχεις! Τα μπουκάλια νερού μοιράζονται στις 8 το πρωί, αλλά μόνο αν πας πολλές ώρες πριν θα μπεις μπροστά στην ουρά» εξηγεί ο 35χρονος Αχμάντ από το Ιράκ, πατέρας τεσσάρων παιδιών, ο οποίος ζει εδώ και έναν χρόνο στον ελαιώνα.
ΑΠΟΠΝΙΚΤΙΚΗ. Εκεί, απέναντι από τα συρματοπλέγματα της βασικής δομής φιλοξενίας, οι ήχοι και οι μυρωδιές μπλέκονται διαρκώς, κάνοντας την ατμόσφαιρα αποπνικτική. Το κλάμα των άρρωστων μωρών (σε αρκετά παιδιά είναι εμφανή τα σημάδια από δερματολογικά προβλήματα), οι φωνές των μεγάλων (υπάρχουν επίσης αρκετοί τραυματίες, με επιδέσμους, ή πατερίτσες, πληγές στα άκρα τους κ.λπ.), οι ανοιχτές βρύσες, οι σκηνές που τσακίζουν με κάθε ριπή του αέρα συνθέτουν την μόνιμη βαβούρα στον πρόχειρο καταυλισμό. Εξίσου απροσδιόριστη είναι η έντονη μυρωδιά που απλώνεται στα δεκάδες στρέμματα: ακατέργαστα λύματα, σκουπίδια, ιδρώτας, βρεγμένο χώμα, ξαναζεσταμένο κρέας και ρύζι.
Για ολόκληρες ώρες, ο ένας πρόσφυγας διαδέχεται τον άλλο μπροστά στους τέσσερις νιπτήρες. Οι μητέρες βοηθούν τα παιδιά τους να πλύνουν τα δόντια τους, οι άνδρες γεμίζουν πλαστικά μπουκάλια, άλλοι πλένουν το πρόσωπό τους (ή και το σώμα τους, βιαστικά) και άλλοι κάνουν γρήγορη μπουγάδα. Οσο για τις τουαλέτες (ανδρικές και γυναικείες) υπάρχει αναμονή ολημερίς. Οσοι δεν αντέχουν, κυρίως τα αγόρια και οι άνδρες, απομακρύνονται από την πολυκοσμία και χάνονται πίσω από τα δέντρα σε μια έκταση που έχει μετατραπεί σε δημόσιο ουρητήριο.
Νωρίς το πρωί ανοίγουν και τα «μαγαζάκια» του καταυλισμού. «Επτά μήνες ζούμε εδώ. Η κόρη μου είναι ενός έτους και την έχω όλη μέρα καθισμένη στα πόδια μου όσο εγώ φτιάχνω τους καφέδες – 0,50 ευρώ ο ένας. Και μετά το μεσημέρι κλεινόμαστε μέσα στην σκηνή. Φοβάμαι για το παιδί μου, δεν το αφήνω ποτέ μόνο του» λέει η Αφγανή Ζάμζα, η οποία βρίσκεται στη Μόρια με τον σύζυγό της, ελπίζοντας να εγκαταλείψουν τον καταυλισμό σε έναν μήνα. Μέχρι να νυχτώσει, άνδρες και γυναίκες πηγαινοέρχονται κουβαλώντας προμήθειες ή καθαρίζουν και στερεώνουν το «νοικοκυριό» τους, ενώ τα παιδιά (κάθε ηλικίας) παίζουν αυτοσχεδιάζοντας. Ακόμα και μια σκασμένη μπάλα είναι αρκετή για μια αγοροπαρέα Ιρακινών.
«Ερείπια». Το ίδιο και μερικές πευκοβελόνες, τρεις μεγάλες πέτρες και καμιά δεκαριά πλαστικά καπάκια για δύο κοριτσάκια από τη Συρία. Το παιχνίδι εξελίσσεται κατάχαμα, μπροστά σε ασφυκτικά γεμάτους κάδους απορριμμάτων, οι οποίοι είναι βαμμένοι σε ζωηρά χρώματα, με διάφορα «μηνύματα» αισιοδοξίας: «Don’t worry, be happy». Το χρώμα και οι χαρούμενες λέξεις δεν λείπουν από το hotspot. Είναι όμως παράταιρα με τη σκληρή πραγματικότητα σε έναν τόπο μαρτυρίου για χιλιάδες ανθρώπους. Σε έναν καταυλισμό με φρεσκοβαμμένους εξωτερικούς τοίχους, αλλά γεμάτο ανθρώπινα «ερείπια» στο εσωτερικό του.