Παρακολουθούμε αυτόν τον καιρό το ταυτόχρονο τέλος δύο ευρωπαίων αρχηγών κρατών: σε Γερμανία και Ελλάδα. Ο λόγος της πτώσης; Η διαχείριση σχεδόν ίδιων θεμάτων, με διαφορετική οπτική, σε δύο χώρες που δεν μοιάζουν σχεδόν σε τίποτα. Πρόκειται για ένα μάλλον σπάνιο φαινόμενο που αξίζει κανείς να το παρατηρήσει προσεκτικά.
Στη Γερμανία, είδαμε αυτή την εβδομάδα, με μεγάλη έκπληξη, τον Βόλκερ Κάουντερ να μην εκλέγεται ξανά επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας των CDU – CSU στην Μπούντεσταγκ. Επειτα από 13 χρόνια σ’ αυτήν την καρέκλα, ο άνθρωπος ο οποίος είχε ενδεχομένως τις πιο στενές πολιτικές σχέσεις με την Ανγκελα Μέρκελ αφήνει τη θέση του στον αναπληρωτή του Ραλφ Μπρίνκχαουζ. Το αποτέλεσμα αυτό δεν προκαλεί εντύπωση σε ό,τι αφορά τον Κάουντερ, ο οποίος άλλωστε δεν είναι και τόσο δημοφιλής στην πατρίδα του, αλλά κυρίως σε ό,τι αφορά την καγκελάριο, που έχασε τον έλεγχο του κόμματός της και της συγκυβέρνησης. Οι αιτίες είναι πολλές. Μάλλον όμως κυριαρχεί η διαχείριση της μεταναστευτικής κρίσης και η πολιτική του ασύλου. Σε κάθε περίπτωση, οι μέρες της κυρίας Μέρκελ στην εξουσία μετράνε αντίστροφα.
Η διαχείριση των ευρωπαϊκών κονδυλίων για τους μετανάστες ενδεχομένως να αποτελέσει και το σημείο – καμπή για την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα. Ο έλληνας Πρωθυπουργός, αντί – σαν «αληθινός αριστερός αρχηγός» – να σταθεί μπροστά και να δώσει τη μάχη για να σώσει τους πρόσφυγες που είναι παγιδευμένοι στη χώρα μας, έχει βάλει την «υπογραφή» του στο χειρότερο και πιο απάνθρωπο κέντρο κράτησης της Ευρώπης.
Την ίδια ώρα η συγκυβέρνησή του αποσυντίθεται, ο ίδιος οραματίζεται «άλλες πλειοψηφίες», ενώ η μοναδική μάχη που έχει κατά νου να δώσει είναι αυτή για τις συντάξεις. Είναι σίγουρο ότι κάπως αλλιώς σχεδίαζε το τέλος της τετραετίας του. Σε κάθε περίπτωση και οι μέρες του έλληνα Πρωθυπουργού είναι μετρημένες.
Ο Ζαν Ντόρμεσον έλεγε πόσο κακό είναι να πεθάνεις ταυτόχρονα με κάποιον διάσημο: όλοι ασχολούνται μ’ αυτόν. Μάλλον αυτό ισχύει και στην πολιτική. Γιατί ο πολιτικός θάνατος του κ. Τσίπρα θα περάσει απαρατήρητος ή μάλλον ως… φυσιολογικός μπροστά σ’ αυτόν της γερμανίδας καγκελαρίου. Και ίσως έτσι να το θέλει η Ιστορία, όπως θα διαπιστώσουμε σε βάθος χρόνου.