Παρότι ο υπουργός Δικαιοσύνης Μιχάλης Καλογήρου είχε δηλώσει ότι θα καταργούσε τη διάταξη που ορίζει πάντοτε ως αυτόφωρα τα αδικήματα διά του Τύπου, τελικά η κυβέρνηση έκανε το ακριβώς αντίθετο – και διά του Γιώργου Κατρούγκαλου απέρριψε τις τροπολογίες Ποταμιού και ΚΙΝΑΛ. Ώς το τέλος, η ελευθερία του Τύπου θα συνεχίσει να είναι στο στόχαστρο των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Χωριό που φαίνεται…
Λίγες μέρες μετά τη γενική κατακραυγή που ακολούθησε την περιπέτεια τριών δημοσιογράφων της εφημερίδας «Φιλελεύθερος», οι οποίοι κρατήθηκαν στο Αστυνομικό Τμήμα Εξαρχείων μετά τη μήνυση που τους υπέβαλε ο υπουργός Εθνικής Αμυνας Πάνος Καμμένος, η κυβέρνηση που έδινε την εντύπωση ότι δεν συναινεί στην εικόνα δημοσιογράφων με χειροπέδες, επιστρέφει στη συνήθη της στάση: απέναντι στη δημοσιογραφία που επικρίνει τις πολιτικές της, απέναντι στους δημοσιογράφους που τολμούν να μην καταπίνουν αμάσητη την τροφή που σερβίρει η κυβέρνηση (συνήθως σανό).
Αυτή την πρακτική της αμφισβήτησης του ρόλου της ελεύθερης δημοσιογραφίας πρωτίστως την έχει υιοθετήσει το πρωθυπουργικό επιτελείο. Ενδεικτική του τρόπου με τον οποίο αντιλαμβάνεται ο Δημήτρης Τζανακόπουλος και οι σύμβουλοί του τη δημοσιογραφία είναι όσα ίσχυσαν στην πρωθυπουργική συνέντευξη κατά τη διάρκεια της πρόσφατης Διεθνούς Εκθέσεως Θεσσαλονίκης, πώς μεθοδεύτηκε πεδίο ευνοϊκών ερωτήσεων και πώς αποκλείστηκαν οι δημοσιογράφοι που θεωρήθηκαν ενοχλητικοί.
Η ακραία περιφρόνηση του ρόλου των δημοσιογράφων εκφράστηκε, τις προάλλες, στην Καλαμάτα από τον πρώην υπουργό αποσπασμένο στο κόμμα Πάνο Σκουρλέτη, ο οποίος έσπευσε στην πελοποννησιακή πόλη μετά την εμπλοκή σε καβγά του τοπικού βουλευτή Πέτρου Κωνσταντινέα, που κατέληξε στον ξυλοδαρμό του. Στόχος του Σκουρλέτη ήταν η διάδοση ενός νέου λόγου, υποτίθεται καταδίκης της πολιτικής βίας που έχει ακροδεξιά καταγωγή. Αλλά αυτό είναι μερική καταδίκη της βίας, που εξαιρεί την προσφυγή σε βίαιες μεθόδους από τον ιδεολογικοπολιτικό χώρο στον οποίο ο Σκουρλέτης ανήκει.
Στον πρώην υπουργό απευθύνθηκε και ο δημοσιογράφος Θανάσης Λαγός της τοπικής εφημερίδας «Ελευθερία», γνωστός και για την αποκάλυψη των ταγμάτων εφόδου της Χρυσής Αυγής το 2011. Το ερώτημά του ήταν αυτονόητο για έναν σκεπτόμενο άνθρωπο: αν ο ΣΥΡΙΖΑ καταδικάζει ρητώς τη φασιστική βία, εξίσου δεν θα έπρεπε να καταδικάσει και τη βία που άσκησαν μέλη και στελέχη του στη διάρκεια των πρώτων Μνημονίων; Ο ερωτών, μάλιστα, έκανε αναφορά και στο περιστατικό όπου, στις 28 Οκτωβρίου 2011, καλαματιανοί «Αγανακτισμένοι», κι ανάμεσά τους ο τότε γραμματέας Καλαμάτας του ΣΥΡΙΖΑ, είχαν πάρει στο κυνήγι με σκοπό να τον δείρουν τον εκλεγμένο με το ΠΑΣΟΚ Οδυσσέα Βουδούρη (αργότερα υποψήφιο του ΣΥΡΙΖΑ).
Ο Σκουρλέτης, αντί πειστικής απαντήσεως (που, όντως, είναι αδύνατη) προτίμησε να επιτεθεί στον δημοσιογράφο, αποκαλώντας τον εγκάθετο (ποίων;) και αμφισβητώντας του τη δημοσιογραφική ιδιότητα. Εθισμένοι σε καθεστωτικές συμπεριφορές συριζαίοι, είναι φυσικό να μη θεωρούν δημοσιογραφία ό,τι τους φέρνει μπροστά στις ανακολουθίες τους. Γι’ αυτούς δημοσιογραφία είναι η κολακεία, ο θαυμασμός, η υποταγή. Και πάντα φροντίζουν να κάνουν γνωστή αυτή την αντίληψή τους – με βαναυσότητα. Την επόμενη μέρα, ο Σκουρλέτης φρόντισε να συναντηθεί με τον πρεσβευτή της Βενεζουέλας και να στηρίξει τον Μαδούρο – μεγάλο δάσκαλο στη φαλκίδευση και της ελευθερίας του Τύπου.