Έντυπη Έκδοση - Γνώμες
Μετά λόγου γνώσεως έχοντας συνδιοικήσει ένα από τα μεγαλύτερα πανεπιστήμια τής χώρας, το Πανεπιστήμιο Αθηνών, θεωρώ ότι έχει φθάσει η ώρα -εν όψει και τής ανάγκης για ταχεία ανάπτυξη τής οικονομίας μας- να ληφθούν γενναίες αποφάσεις, ίσως προκλητικές για κάποιους και «αιρετικές» για περισσότερους άλλους. Ιδεολογίες και ιδεολογήματα, φοβίες και πιέσεις, ατολμίες και διάφορα συμφέροντα, αποφάσεις που λαμβάνονται ή δεν λαμβάνονται με βάση το πολιτικό κόστος καθώς και ποικίλες συλλογιστικές εμμονές και στρεβλώσεις (που κάποτε ίσως και να είχαν λόγο υπάρξεως) δεν μπορούν σήμερα να κρατούν ομήρους τα πανεπιστήμια και να τα εμποδίζουν από το να αναπτυχθούν όπως τα καλά ευρωπαϊκά και αμερικανικά πανεπιστήμια. Το ανθρώπινο επιστημονικό δυναμικό υπάρχει ήδη σε πολύ μεγάλο βαθμό. Ωστόσο, ο κρατικισμός που κυριαρχεί στην αριστερή αντίληψη των θεμάτων και ο ανεξέλεγκτος φιλελευθερισμός που οδηγεί στα άκρα έδειξαν ότι οι κρατούντες διαχρονικά δεν τολμούν να λάβουν τέτοιες ριζικές και φαινομενικά «αιρετικές» αλλά ορθολογικές αποφάσεις, οι οποίες μόνο μπορούν να αλλάξουν την εικόνα των ελληνικών ΑΕΙ. Ο μπαμπούλας που λέγεται «πολιτικό κόστος», με ελάχιστες εξαιρέσεις, έχει καθηλώσει την Ελλάδα όχι μόνο στην Ανώτατη αλλά και στη Γενική Εκπαίδευση καθώς και σε πλείστους άλλους τομείς σε περιορισμένη ανάπτυξη, ενίοτε και σε υπανάπτυξη. Η κυβέρνηση που θα προκύψει, οψέποτε διεξαχθούν εκλογές, ας τολμήσει να κάνει τη διαφορά προχωρώντας σε τέτοιες «αιρετικές» αποφάσεις, αν μπορεί να οραματισθεί τα ΑΕΙ ως πηγή ανάπτυξης.
Η επιδιωκόμενη ανάπτυξη στην Ελλάδα δεν μπορεί να περιορισθεί μόνο στον τουρισμό! Η ελληνική Ανώτατη Εκπαίδευση, τα ελληνικά ΑΕΙ έχουν τη δύναμη να εξελιχθούν σε πόλο έλξεως για ποιοτικές πανεπιστημιακές σπουδές φοιτητών από πολλές χώρες. Η πείρα μου 40 και πλέον ετών στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση μού επιτρέπει την εκτίμηση ότι είναι λάθος να υποτιμούμε τις δυνατότητες τού πανεπιστημιακού επιστημονικού δυναμικού τής χώρας, το οποίο μπορεί να αξιοποιηθεί ως κύριος μοχλός ανάπτυξης, ενισχυόμενο και από ελληνικές επιστημονικές δυνάμεις εκτός Ελλάδος.
Με αυτό το σκεπτικό προτείνουμε τα εξής:
1 Στο πλαίσιο και τής ανάπτυξης να συγκρατήσουμε χιλιάδες φοιτητών στην Ελλάδα με τη λειτουργία ελληνόγλωσσων προπτυχιακών πανεπιστημιακών προγραμμάτων στα δημόσια (όχι σε ιδιωτικά) ΑΕΙ με χαμηλά δίδακτρα για Έλληνες ικανούς επιλεγμένους φοιτητές που δεν θέλησαν ή δεν μπόρεσαν (από κάποια ατυχία) να εισαχθούν με εξετάσεις στα ΑΕΙ ή επιλέγουν άλλες σχολές από αυτές στις οποίες εισήχθησαν.
Είναι γνωστό ότι πολλοί φοιτητές που δεν εισήχθησαν καθόλου στα ΑΕΙ ή στη Σχολή που επιθυμούσαν ή και στο ΑΕΙ που ήθελαν με τις εισαγωγικές εξετάσεις ή που δεν έδωσαν καθόλου εξετάσεις φοιτούν σε παν/μια τού εξωτερικού με υψηλά δίδακτρα, μακριά από το σπίτι τους και με μεγάλες άλλες επιβαρύνσεις, συχνά και σε χαμηλού επιπέδου βαλκανικά ΑΕΙ με πτυχία περιορισμένου κύρους. Σε ορισμένα δημόσια ΑΕΙ που έχουν τις προϋποθέσεις προτείνεται να επιτραπεί θεσμικά να συγκροτήσουν κατά περίπτωση και μικρό αριθμό προπτυχιακών προγραμμάτων με χαμηλά κυμαινόμενα δίδακτρα συνδυασμένα και με υποτροφίες και, βεβαίως, με επιλογή από τα ίδια τα ΑΕΙ των υποψηφίων οι οποίοι θα φοιτήσουν σε αυτά (θα δεχθούν υποψηφίους που για ελάχιστα μόρια σε ένα μάθημα δεν εισήχθησαν, ενώ δεν θα δεχθούν π.χ. υποψήφιους με πολύ χαμηλή ή χαμηλή βαθμολογία στις Εισαγωγικές)
Προσοχή! Δεν μιλάμε για ιδιωτικά πανεπιστήμια (ευπρόσδεκτα οψέποτε επιτραπεί να υπάρξουν), αλλά για δημόσια τα οποία εξ ορισμού δεν είναι κερδοσκοπικά και τα οποία στο πλαίσιο τής αυτοτέλειάς τους μπορούν να εντάξουν και τέτοια προγράμματα, που θα δώσουν λύση στο πρόβλημα χιλιάδων ελληνικών οικογενειών, θα κρατήσει τους νέους μας στην Ελλάδα, θα μπορέσουν τα ΑΕΙ να καλύψουν τα έξοδα τέτοιων προγραμμάτων και θα συμβάλουν κατά το μέτρο που τους αναλογεί στην ανάπτυξη τής χώρας. Έτσι, με αυξημένους πόρους, θα μπορούν ευκολότερα τα δημόσια να ανταγωνιστούν και τα ιδιωτικά πανεπιστήμια.
2 Να φέρουμε ξένους φοιτητές στην Ελλάδα (από τα Βαλκάνια, ευρωπαϊκές χώρες, την Αφρική, τις ΗΠΑ κ.ά.) με πριμοδότηση ξενόγλωσσων πανεπιστημιακών προγραμμάτων (προπτυχιακών και μεταπτυχιακών) των δημόσιων ΑΕΙ για ξένους φοιτητές με ανάλογα δίδακτρα.
Γνωρίζω ότι η δυνατότητα αυτή έχει ήδη νομικά κατοχυρωθεί για τα πανεπιστήμια. Δεν είμαι όμως βέβαιος (από όσα πληροφορούμαι) αν έχουν ξεπερασθεί και οι μακρές πολύπλοκες γραφειοκρατικές διαδικασίες και αν έχει εξασφαλισθεί η απαιτούμενη ελευθερία στη λήψη αποφάσεων από τις Διοικήσεις των πανεπιστημίων. Συχνά πολλά από αυτά που «επιτρέπονται» ακυρώνονται στην πράξη από γραφειοκρατικές διαδικασίες ή συναφή κωλύματα ή κρατικές (ενίοτε και κομματικές) παρεμβάσεις.
Για να προσελκύσεις αξιόλογους σε συγκρότηση ξένους φοιτητές, μέσα από συνεντεύξεις και -αν χρειαστεί- κάποια μορφή εξέτασης, πρέπει να προσφέρεις και υψηλών προδιαγραφών εκπαίδευση με προφανή ανταποδοτικότητα. Αυτό θέλει δυνατότητα λήψης αποφάσεων από τις Διοικήσεις των πανεπιστημίων, κατόπιν μελέτης βιωσιμότητας, με πραγματικές δυνάμεις και όχι ανεδαφικές φιλοδοξίες.
Η δύναμή μας είναι το πλήθος υψηλού επιπέδου τμημάτων και σχολών στα ελληνικά ΑΕΙ τα οποία μπορούν να προσφέρουν ποιοτικά προγράμματα, ώστε να αναδειχθεί σταδιακώς η Ελλάδα σε «εστία πανεπιστημιακών σπουδών» με προφανώς μεγάλη συμμετοχή στην ανάπτυξη τής χώρας.
3 Να απελευθερωθούν τα ΑΕΙ από δεσμεύσεις αυτοχρηματοδότησης
Η πανεπιστημιακή έρευνα είναι προϋπόθεση ανάδειξης των παν/μίων μας αλλά χρειάζεται σημαντικούς πόρους που δεν μπορεί να εξασφαλίσει το κράτος. Τα πανεπιστήμια στο πλαίσιο τού έργου που προσφέρουν, πρέπει να αναλάβουν πρωτοβουλίες αυτοχρηματοδότησης, βοηθώντας παράλληλα στη γενικότερη ανάπτυξη τής χώρας.
Ενδεικτικά παραδείγματα: οι ιατρικές σχολές θα μπορούσαν να διαθέσουν μία ή περισσότερες από τις κλινικές τους για την παροχή ιατρικών υπηρεσιών με ανάλογη (χαμηλή συγκριτικά) οικονομική συμμετοχή των ασθενών (αντί των υπέρογκων επιβαρύνσεων σε ιδιωτικούς φορείς)∙ οι σχολές ανθρωπιστικών και κοινωνικών σπουδών θα μπορούσαν να προσφέρουν επιμορφωτικά προγράμματα για το ευρύτερο κοινό με μικρή οικονομική συμμετοχή∙ άλλες σχολές (ιδίως στον τομέα τής τεχνολογίας) θα μπορούσαν να συνεργασθούν σε ερευνητικά προγράμματα για μεγάλες ελληνικές και ξένες εταιρείες με αξιοποίηση πολλών νέων επιστημόνων.
Τα πανεπιστήμια δεν πρέπει με μια στενή κρατικίστικη αντίληψη να εξαρτώνται οικονομικώς αποκλειστικά από τους κρατικούς πόρους, χωρίς να μειώνεται η υποχρέωση τού κράτους να εξακολουθήσει να είναι ο βασικός χρηματοδότης των πανεπιστημίων. Η απόλυτη οικονομική εξάρτηση των ΑΕΙ από την κρατική χρηματοδότηση με τη συγκυρία και τής κρίσης κατέληξαν στη σημερινή υλική, λειτουργική και ερευνητική «λυπηρή κατάσταση» ελλείψει ικανών κρατικών πόρων και άλλων περιοριστικών μέτρων από κρατικίστικες αντιλήψεις. Ο πατριωτισμός των πανεπιστημιακών δεν αρκεί να καλύψει τέτοιες ανάγκες.
Ο Γιώργος Μπαμπινιώτης είναι καθηγητής Γλωσσολογίας, πρώην υπουργός Παιδείας