Ηταν η πρώτη επίσημη επίσκεψη του προέδρου της Τουρκίας ως αρχηγού κράτους στη Γερμανία. Ο Ταγίπ Ερντογάν ήθελε την επίσκεψη αυτή ως «επανεκκίνηση» των σχέσεων της Τουρκίας με τη Γερμανία. Πέτυχε ακριβώς το αντίθετο: να πείσει και τον πιο δύσπιστο ότι το χάσμα που δημιούργησε ο ίδιος απομακρύνοντας την Τουρκία από τις βασικές αρχές της Ευρώπης για τη δημοκρατία, την ελευθερία του Τύπου, το κράτος δικαίου, είναι αγεφύρωτο. Προς το παρόν πρέπει να μαζευτούν τα συντρίμμια που άφησε πίσω του με την τριήμερη επίσκεψή του στη Γερμανία.
Καταρχήν, τα ατμοσφαιρικά: εκτός από το κόκκινο χαλί και τις προβλεπόμενες από το πρωτόκολλο τιμές, από το επίσημο δείπνο του προέδρου της Δημοκρατίας δεν έλειπε μόνον η καγκελάριος, αλλά σύσσωμη η αντιπολίτευση. Κάθε κίνηση του Ερντογάν από την ώρα που πάτησε το πόδι του στο αεροδρόμιο του Βερολίνου μέχρι που αναχώρησε από την Κολωνία συνοδευόταν από ένα πραγματικό «φεστιβάλ διαμαρτυριών», όπως χαρακτήρισε η κυριακάτικη «Βελτ αμ Ζόνταγκ» τις διαδηλώσεις εναντίον του ανεπιθύμητου επισκέπτη με βασικό μήνυμα «Erdogan not welcome». Δεν έλειψαν και οι συγκεντρώσεις οπαδών του Ερντογάν στην Κολωνία, οι οποίες κατέδειξαν πόσο ο ίδιος έχει διχάσει και την τουρκική κοινότητα της Γερμανίας. Οι περίπου 3,5 εκατ. τουρκικής καταγωγής μετανάστες υφίστανται και στη Γερμανία το κλίμα τρομοκράτησης των πολιτικών αντιπάλων που έχει επιβάλει το καθεστώς του Ερντογάν στην Τουρκία. Οπως αποκαλύφθηκε, η τουρκική μυστική υπηρεσία ΜΙΤ στρατολόγησε «πληροφοριοδότη» στην αστυνομία του Βερολίνου για τη δράση αντικαθεστωτικών, ενώ στην Ομοσπονδιακή Εισαγγελία υποβλήθηκε μήνυση για την εφαρμογή κινητού προκειμένου να καταδίδουν οι πολίτες «υπόπτους».
Σε πολιτικό επίπεδο τα πράγματα έγιναν ακόμα χειρότερα. «Η Γερμανία δεν μπορεί να περάσει απλά στην ημερήσια διάταξη», εξήγησε ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάγερ, χρησιμοποιώντας ως πρώην υπουργός Εξωτερικών όλη την τέχνη της διπλωματίας για να μην προσβάλει τον επίσημο προσκεκλημένο του. Αλλά και ο Ερντογάν επανέλαβε τις επιθέσεις στη Γερμανία ότι υποθάλπει «τρομοκράτες» και δεν εξισώνει την κίνηση Γκιουλέν με το απαγορευμένο PKK. Πρόσθεσε και την κατηγορία του ρατσισμού εγκαινιάζοντας το Σάββατο στην Κολωνία το τέμενος της ισλαμικής οργάνωσης Ditib, που είναι το «μακρύ χέρι» του τουρκικού υπουργείου Θρησκευμάτων στη Γερμανία.
Το τσιτάτο του Μπίσμαρκ, «η αγάπη των Τούρκων και Γερμανών μεταξύ τους είναι τόσο παλιά που δεν θα διαλυθεί ποτέ» που χρησιμοποίησε ο Ερντογάν στο επίσημο δείπνο βρίσκει προς το παρόν εφαρμογή μόνον στο οικονομικό επίπεδο. Αμεση οικονομική βοήθεια εξαιτίας της κρίσης στην οποία βρίσκεται η Τουρκία δεν ζητήθηκε από την Αγκυρα. Αλλά η γερμανική κυβέρνηση δεν θέλει την κατάρρευση της Τουρκίας και στο τέλος Οκτωβρίου ο υπουργός Οικονομίας Πέτερ Αλτμάιερ θα επισκεφθεί την Τουρκία με 80 μάνατζερ γερμανικών ομίλων. Ταυτότητα συμφερόντων υπάρχει και στο Προσφυγικό, όπου η Μέρκελ υποσχέθηκε επίσπευση εκταμίευσης της ευρωπαϊκής βοήθειας για τους πρόσφυγες που βρίσκονται στην Τουρκία.
Η μάχη της Ανγκελα Μέρκελ
Η πολιτική σοδειά της τριήμερης επίσημης επίσκεψης Ερντογάν ήταν η διαπίστωση που έκανε η Aνγκελα Μέρκελ στην κοινή συνέντευξη Τύπου της Παρασκευής ότι υπάρχουν «βαθιές διαφορές» με τον συνομιλητή της. Αυτές δεν γεφυρώθηκαν ούτε στη δεύτερη συνάντηση που είχε με τον Ταγίπ Ερντογάν το πρωί του Σαββάτου στην Καγκελαρία. Εδωσε ωστόσο την ευκαιρία στη Μέρκελ να δείξει ότι παραμένει ακλόνητη υπέρμαχος θεμελιωδών αξιών της δημοκρατίας όπως είναι η ελευθερία του Τύπου και το κράτος δικαίου. Αυτό ήταν σημαντικό για τη γερμανίδα καγκελάριο, για την οποία ο Ερντογάν δεν ήταν το δυσκολότερο μέρος της εβδομάδας.

Πολύ κρισιμότερη είναι η μάχη που δίνει αυτό το διάστημα η Aνγκελα Μέρκελ στο εσωκομματικό γήπεδο. Υπέστη μια απροσδόκητη ήττα την περασμένη Τρίτη, όταν ο εκλεκτός της, επί 13 χρόνια πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδα της Χριστιανικής Ενωσης Φόλκερ Κάουντερ απέτυχε να επανεκλεγεί. Ο νέος πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, Ραλφ Μπρίνκμαν, δεν ανήκει στους ορκισμένους αντιπάλους της Μέρκελ ούτε έχει το πολιτικό εκτόπισμα να την εκθρονίσει. Η επιτυχία του όμως δείχνει ότι η Μέρκελ, τουλάχιστον σε αυτήν την περίπτωση, έχασε τον έλεγχο της Κοινοβουλευτικής Ομάδας αλλά και το αλάνθαστο μέχρι τώρα αισθητήριο για τις υπόγειες διεργασίες στο κόμμα της.