Με άκρα μυστικότητα προετοιμάζεται επίσκεψη του Αλέξη Τσίπρα στη Μόσχα και συνάντησή του με τον Βλαντίμιρ Πούτιν. Επειτα από μια μακρά περίοδο ιδιαίτερα ψυχρού κλίματος στις σχέσεις Ελλάδας και Ρωσίας, καταβάλλεται εδώ και αρκετές ημέρες, διά της διπλωματικής οδού, μεγάλη προσπάθεια να αμβλυνθούν οι αντιθέσεις και να στηθούν εκ νέου «γέφυρες» μεταξύ Αθήνας και Μόσχας. Αποκορύφωμα της αναθέρμανσης των σχέσεων μεταξύ Ελλάδας και Ρωσίας θα είναι η υπό προγραμματισμό επίσκεψη Τσίπρα στη Μόσχα και οι συνομιλίες του με τον ρώσο πρόεδρο.

Με βάση πληροφορίες που έχουν στη διάθεσή τους «ΤΑ ΝΕΑ», τις προηγούμενες ημέρες μετέβη στη Μόσχα απεσταλμένος της ελληνικής κυβέρνησης ο οποίος και είχε επαφές με κεντρικά πρόσωπα της ρωσικής διπλωματίας. Στις συναντήσεις του έλληνα αξιωματούχου εξετάστηκαν όλα τα ζητήματα που έχουν σχέση με την πιθανή επίσκεψη του Πρωθυπουργού στη ρωσική πρωτεύουσα και βεβαίως το πλαίσιο των συνομιλιών με τον Πούτιν.

Μέχρι στιγμής δεν έχει «κλειδώσει» η ημερομηνία της επίσκεψης του Τσίπρα, για την οποία τόσο η ελληνική όσο και η ρωσική πλευρά αποφεύγει να δημοσιοποιήσει στοιχεία ακόμη και για την προεργασία που γίνεται στο παρασκήνιο για ευνόητους λόγους. Εξάλλου, μέχρι να οριστικοποιηθεί η ημερομηνία της επίσκεψης υπάρχουν ορισμένα ακόμα στάδια, ενώ αναμένεται να προηγηθεί της ανακοίνωσης – από το Κρεμλίνο – η τηλεφωνική επικοινωνία του ρώσου προέδρου με τον έλληνα Πρωθυπουργό.

Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΠΙΣΚΕΨΗ. Με βάση τον σχεδιασμό που γίνεται, πάντως, έχει εξεταστεί ως πιθανό χρονικό σημείο μετάβασης της ελληνικής αποστολής στη Μόσχα το τρίτο δεκαήμερο του προσεχούς Νοεμβρίου. Αυτή θα είναι η δεύτερη επίσκεψη του Τσίπρα στη Μόσχα ως Πρωθυπουργού – η πρώτη ήταν στις αρχές Απριλίου του 2015, εν μέσω τότε των κρίσιμων συζητήσεων για το ελληνικό χρέος και τη δημοσιονομική κατάσταση.

Ο Τσίπρας στις αρχές του περασμένου Σεπτεμβρίου, ερωτηθείς στη ΔΕΘ στο πλαίσιο της συνέντευξης Τύπου, σημείωσε ότι έχει πρόσκληση να επισκεφθεί τη Μόσχα μέσα στο 2018 και να συναντηθεί με τον πρόεδρο Πούτιν. Από τη ρωσική πλευρά κράτησαν χαμηλούς τόνους πριν από έναν μήνα και ο προεδρικός σύμβουλος Γιούρι Ουσακόφ περιορίστηκε να αναφέρει ότι «μέχρι στιγμής το ζήτημα της επίσκεψης του Αλέξη Τσίπρα δεν έχει συζητηθεί». Από την ημέρα της απάντησης όμως μέχρι και πριν από λίγες ημέρες, που μετέβη έλληνας αξιωματούχος στη Μόσχα, κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι και υπήρξαν οι αναγκαίες κινήσεις από την πλευρά του Μεγάρου Μαξίμου να λιώσουν οι πάγοι και να αποκατασταθεί η σχέση μεταξύ Ελλάδας και Ρωσίας.

Εξάλλου, και ο ίδιος ο Τσίπρας στη ΔΕΘ αναγνώρισε δημόσια ότι «το προηγούμενο διάστημα οι σχέσεις μας πέρασαν μια μικρή περιπέτεια, δώσαμε τα μηνύματα που έπρεπε να δώσουμε» και πρόσθεσε δίνοντας και το στίγμα για το τι θα επακολουθήσει: «Τώρα δουλεύουμε για να ενισχυθεί η συνεργασία σε μια σειρά από τομείς». Στο παρασκήνιο γίνεται εδώ και καιρό με εμπλοκή στενών συνεργατών του Πρωθυπουργού αυτή η «δουλειά» που σημείωσε ο Τσίπρας, για να ενισχυθεί η συνεργασία των δυο χωρών και να αποκλιμακωθεί η ένταση – που είχε κορυφωθεί με την απέλαση από την Ελλάδα δύο ρώσων διπλωματών με φόντο την κινητικότητα του ρωσικού παράγοντα στην ευρύτερη περιοχή κατά της συμφωνίας των Πρεσπών, καθώς και με τα ρωσικά αντίμετρα που ακολούθησαν.

ΤΟ ΑΡΝΗΤΙΚΟ ΚΛΙΜΑ. Το Σκοπιανό επέδρασε σημαντικά στη δημιουργία αρνητικού κλίματος μεταξύ Αθήνας και Μόσχας, καθώς η ρωσική πλευρά δεν επιθυμεί να υλοποιηθεί η συμφωνία των Πρεσπών, την οποία και συνδέει με την προσπάθεια διεύρυνσης της επιρροής των ΗΠΑ στα Βαλκάνια και την περαιτέρω ισχυροποίηση της νατοϊκής παρουσίας στην ευρύτερη περιοχή. Μάλιστα, λόγω των απελάσεων των ρώσων διπλωματών, ματαιώθηκε και η επίσκεψη στην Αθήνα του ρώσου υπουργού Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ, καθώς υπήρξαν έντονα πυρά προς τη Μόσχα από το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών με μια ανακοίνωση που κατηγορούσε τη Ρωσία ότι «πολεμά ως σύντροφος εν όπλοις της Τουρκίας», για «εξαγορά κρατικών αξιωματούχων», για «υπονόμευση της εξωτερικής πολιτικής» και για «παρεμβάσεις στο εσωτερικό της χώρας», ενώ της απέδιδε μεθόδευση για «αφελληνισμό των πατριαρχείων της Μέσης Ανατολής».

Ρόλο σημαντικό στην επιδείνωση των σχέσεων Αθήνας και Μόσχας διαδραμάτισαν και τα ζητήματα που αφορούν την Ορθοδοξία και ειδικά τη σύγκρουση του Οικουμενικού Πατριαρχείου με το Πατριαρχείο Μόσχας, η οποία έχει και γεωπολιτική διάσταση.