Ξέπεσε, λέει, ο Βλαδίμηρος Γιάνκοβιτς και από τα πούπουλα της Ευρωλίγκας και του ισπανικού πρωταθλήματος, κατάντησε να ξαπλώνει στα σκληρά στρώματα του νεοφώτιστου και άσημου Χολαργού!

«Ετσι είναι εάν έτσι νομίζετε» αντιτείνει ο Λουίτζι Πιραντέλο και αυτό ακριβώς είναι το νόημα της επιλογής του 28χρονου γκαρντ, ο οποίος δεν έχει ανάγκη ούτε από δικό του συνήγορο, ούτε από συνήγορο πολιτικής αγωγής, ούτε καν από συνήγορο του… διαβόλου για να βάλει τα πράγματα σε μια τάξη, κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας!

«Είχα καμιά δεκαριά προτάσεις και θα μπορούσα να πάω στη Γερμανία ή στη Λιθουανία και να παίζω είκοσι λεπτά. Δεν με κάλυπτε αυτή η προοπτική όμως. Διάλεξα τον Χολαργό για να παίζω 30-32 λεπτά κάθε βράδυ, για να έχω κομβικό ρόλο σε μια ομάδα, για να γίνω ο ηγέτης της, πότε ήρωας και πότε μοιραίος, για να ζήσω ή να πεθάνω μαζί της» απαντά και συνεχίζει εκθέτοντας κιόλας σε δημόσια θέα τα εσώψυχά του…

Επαναθεμελίωση

«Τριγυρνάω σαν την άδικη κατάρα τα τελευταία χρόνια και τώρα θέλω να ξαναχτίσω τα θεμέλιά μου. Οσο περίεργο κι αν ακούγεται, αισθάνομαι ότι είμαι ένας… αχαρτογράφητος μπασκετμπολίστας! Ο κόσμος δεν ξέρει τι ακριβώς μπορώ να κάνω στο γήπεδο, αλλά ούτε κι εγώ το γνωρίζω με ακρίβεια. Τα τελευταία χρόνια έχω γίνει… αρρωστάκι με το μπάσκετ, απορροφώ πράγματα, έχω μορφώσει άποψη και νιώθω πολύ καλά. Με βλέπω διαφορετικά και νομίζω ότι έφτασε το πλήρωμα του χρόνου για να δείξω ποιος ακριβώς είμαι και ποιος μπορώ να γίνω»!

Τώρα ο Γιάνκοβιτς πέφτει όχι στα μαλακά, αλλά στα σκληρά χέρια και στις αγριοφωνάρες του Αρη Λυκογιάννη, που τα γνώρισε όταν ο νυν προπονητής του Χολαργού διετέλεσε ασίσταντ κόουτς στον Παναθηναϊκό. «Εχουμε την ίδια τρέλα» σχολιάζει γελώντας ο πρώην παίκτης του Πανιωνίου, της Μέγκα Βιζούρα, του Παναθηναϊκού, της Βαλένθια, του Αρη και της Ανδόρα. «Εκτός από την τρέλα μας συναντιούνται επίσης και οι ανεκπλήρωτοι πόθοι μας και αισθάνομαι ότι και οι δυο δεν έχουμε βγάλει ακόμη τον καλύτερο εαυτό μας και είμαστε εξελίξιμοι».

Ο Γιάνκοβιτς (δεν) ξέρει ποιος ακριβώς είναι, αλλά δεν ανέχεται κιόλας να χαρακτηρίζεται ερήμην του με αυθαίρετο τρόπο. «Εγώ ξέρω τι έχω κάνει σωστά και τι λάθος, εάν είμαι τεμπέλης και πάει λέγοντας. Με ενοχλεί να κρίνεται η αξία ενός παίκτη από τον αντιδραστικό χαρακτήρα του. Ξέρω καλά παιδιά που χάθηκαν, αλλά και… κωλόπαιδα που θριάμβευσαν. Στον Παναθηναϊκό δεν με βοήθησαν οι αλλαγές προπονητών και στιγματίστηκα επειδή τις τελευταίες δυο σεζόν δεν πήραμε το πρωτάθλημα, αλλά είμαι ήσυχος με τη συνείδησή μου, διότι έπαιζα πάντοτε με το στιλέτο στα δόντια» τονίζει και σπεύδει να ταυτοποιήσει τον εαυτό του: «Είμαι ένα δυάρι, που μπορεί να παίξει επίσης στο 3 και στο 4, αλλά πουλάω τον εαυτό μου και ως πλέι μέικερ! Στους φιλικούς αγώνες και στην προπόνηση διαπιστώνω ότι μπορώ να κάνω πολλά πράγματα: σκοράρω με όλους τους τρόπους, διαβάζω καλά το παιχνίδι, παίζω και με πλάτη προς το καλάθι, σημαδεύω την αδυναμία του αντιπάλου μου στα close out, στήνω pick n’ roll από τη θέση 3, κάτι που δεν συνηθίζεται. Για το ριμπάουντ δεν το συζητώ, αυτό το είχα από μικρός, λόγω των αθλητικών προσόντων μου. Ούτε για το ένστικτο, εδώ έπαιξε ρόλο το πατρικό DNA»…

Η «ζήλεια»

Είκοσι πέντε χρόνια μετά την τραγική αυτοχειρία και δώδεκα μετά τον θάνατο του Μπόμπαν, ο Βλαδίμηρος αναπολεί και συνάμα ζηλεύει τα χαρίσματα του πατέρα του. «Θα ήθελα να έχω κληρονομήσει την καπατσοσύνη, την εξυπνάδα, την τσαχπινιά και την… αλητεία του στο παιχνίδι. Ηταν χοντρός, δεν μπορούσε να πηδήσει ούτε πάνω από κώνο, αλλά είχε τόσο ταλέντο στο να καμουφλάρει τις αδυναμίες του, να κοροϊδεύει τους αντιπάλους του, να βάζει τριάντα πόντους και να παίζει κάθε βράδυ στα όρια του triple double div».

Εκτός από τον πατέρα του, ο Γιάνκοβιτς ζηλεύει και δυο συμπαίκτες του από τη χρυσή γενιά των 90άρηδων με την οποία έδρεψε δάφνες. «Τον Κώστα Σλούκα για την εξέλιξη, την καταξίωση και τους τίτλους του και τον Λεωνίδα Κασελάκη για την εργατικότητα και το πώς μεταμορφώθηκε από πεντάρι σε τριάρι και έγινε… μαύρο σκυλί του πολέμου».

Μετά το Νο 12, το Νο 16, το Νο 8 (του πατέρα του) και το Νο 28, στον Χολαργό ο Γιάνκοβιτς φορά το Νο 33. «Μου το πρότεινε η μητέρα μου επειδή έχω γεννηθεί στις 3 Μαρτίου, θέλω να το συνδέσω με μια καινούργια αρχή και νομίζω ότι ήταν η εντολή από το κάρμα μου»!