Επιλέξατε το 23ο κεφάλαιο από το δεύτερο βιβλίο του Δον Κιχώτη. Γιατί εστιάσατε σε αυτό;
Ηταν επιλογή της Εφης (σ.σ. Μπίρμπα). Μας άρεσε γιατί είδαμε ότι προχωράει η ιστορία. Στο πρώτο βιβλίο ουσιαστικά είναι η συνάντησή του με τον Σάντσο Πάντσα και η αρχή της περιπλάνησής τους. Στο δεύτερο βιβλίο γίνεται πιο συμπυκνωμένη όλη αυτή η συνεχόμενη αναμέτρηση των καταστάσεων με τους δυο τους.
Η πρότασή σας δεν εντάσσεται στους συμβατικούς θεατρικούς κανόνες.
Είμαστε ειλικρινείς ως προς τις προθέσεις μας. Η προσπάθειά μας γίνεται με πολύ κόπο και βύθιση στα πράγματα και κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε. Αυτή την περίοδο μας ελκύουν αυτός ο τρόπος και ο δρόμος της παραστατικής τέχνης. Σε κάποιους αρέσει και σε κάποιους δεν αρέσει. Εμείς δεν αντιπροσωπεύουμε το είδος του θεάτρου που θα ακουστεί αυτούσιος ο λόγος. Ο λόγος στην παράσταση λειτουργεί έμμεσα. Πάντα υπάρχει και από αυτόν ξεκινάμε, αλλά λειτουργεί και μέσα στην εικόνα. Εκφέρεται το κείμενο στα γερμανικά και χρησιμοποιούμε υπέρτιτλους στα ελληνικά.
Γιατί δεν το κάνατε στα ελληνικά;
Η ηθοποιός που ξεκινήσαμε να δουλεύουμε ήταν Γερμανίδα. Επίσης ο υπέρτιτλος λειτουργεί πολύ ως σχόλιο και για την απόσταση του θεατή σε σχέση με το κείμενο και ως εικόνα.
Ενδεχομένως κάποιοι να ισχυρίστουν ότι έτσι κρύβετε κάποια αδυναμία στην εκφορά του λόγου.
Μπορεί να συμβαίνει κι αυτό. Υπάρχουν σίγουρα συνάδελφοί μου που είναι πολύ καλύτεροι στο να εκφέρουν κείμενα. Εμένα δεν μου άρεσε, δεν μου πάει ο κλασικός δρόμος της παραστατικής τέχνης. Γι’ αυτό και ανακατεύτηκα από πολύ νωρίς με χορευτικές ομάδες. Μου αρέσουν η έντονη σωματικότητα και η αφήγηση μέσα από αυτόν τον δρόμο. Το κείμενό μου θέλω να λέγεται παράλληλα με μια σωματική κατάσταση. Οπως και στη ζωή, μιλάς, κινείσαι, κάνεις πολλά πράγματα ταυτοχρόνως. Μπορεί κάποτε να ακυρώσω αυτή την επιθυμία και να επιστρέψω και να κάνω μόνο λόγια.
Πώς αφηγείστε τη δική σας ανάγνωση στο έργο;
Η αφορμή ήταν μια κατάβαση με την Εφη στο σπήλαιο του Μοντεσίνο, που κατά τον Δον Κιχώτη κράτησε τρεις ημέρες, αλλά για τους άλλους κράτησε μισή ώρα. Ετσι μιλάμε για όλη αυτή την περιπλάνηση του ανθρώπου μέσα από αναμετρήσεις, είτε με άλλους ανθρώπους είτε με υλικά. Πώς ο άνθρωπος παίζοντας ψάχνει να βρει τα όριά του, τον δικό του εσωτερικό κόσμο και τους τρόπους για να τον εξερευνήσει.
Αυτή είναι η αναζήτηση του νοήματος πέρα από τη ζωή, όπως γράψατε για την παράσταση;
Νομίζω ότι αναζητούμε μια άλλη σύνδεση πέρα από τα γήινα, όσα κι αν έχουμε καταφέρει να κάνουμε. Πάντα θα είναι ανεκπλήρωτη η κατεύθυνση με μια άλλου είδους σχέση.
Σας απασχολεί εσάς αυτό;
Φυσικά, όλους μας απασχολεί. Κατασκευαστικά είμαστε λατρευτικά πλάσματα. Ετσι μόνο αισθανόμαστε πληρότητα και τίποτα άλλο δεν μπορεί να μας τη δώσει.
Σας απασχολεί η εσωτερική σας ισορροπία σε σχέση με αυτά που συμβαίνουν γύρω σας;
Αποδεχόμενος την εσωτερική ανισορροπία μου, αυτόματα, νομίζω, μπαίνω σε μια διαδικασία να το διαχειριστώ. Προσπαθώντας λοιπόν να διαχειριστώ αυτή την ανισορροπία, υπάρχουν στιγμές που η ζυγαριά εξισορροπείται κάπως.
Με ποιον τρόπο;
Κατ’ αρχάς για εμένα είναι πολύ σημαντικό να αποδεχθώ την αδυναμία μου.
Ποια είναι η αδυναμία σας;
Ολη αυτή η πληροφορία που έχουμε εγκαταστήσει μέσα μας εμφανίζεται και στα πιο μικρά πράγματα. Αλλοτε έχω τη δυνατότητα να τα βλέπω και άλλοτε μου τα επισημαίνουν οι άλλοι – όσο γίνεται δηλαδή. Δεν μπορώ πάντα να τα δεχτώ, αλλά ύστερα από κάποιον χρόνο κάποια τα αποδέχομαι.
Τι δεν μπορείτε ν’ αποδεχθείτε;
Ολες οι στιγμές δεν είναι κατάλληλες για να αποδεχθούμε την αλήθεια. Είτε όταν τη λέμε στους άλλους είτε όταν μας τη λένε. Επομένως χρειάζεται μια διάκριση. Εκεί, τουλάχιστον από εμένα, χρειάζεται μια εγρήγορση, τουλάχιστον να έχω την εποπτεία, να δω τι γίνεται με τη συμπεριφορά μου ως προς τους άλλους, τι μου λένε και με το πώς αντιδρώ.
Εχετε συλλάβει επ’ αυτοφώρω τον εαυτό σας σε τέτοιες συμπεριφορές που μου περιγράφετε;
Ετεροχρονισμένα πάντα. Βέβαια η πρόληψη είναι καλύτερη από τη θεραπεία. Αλλά αυτό είναι για τους ανθρώπους που έχουν μια άλλου είδους καλλιέργεια. Είμαστε της επιτάχυνσης – εγώ τουλάχιστον. Κάνεις την επιτάχυνση και μετά λες «ωχ, τα πήρα όλα σβάρνα. Πάμε πάλι πίσω». Οταν πας πίσω, άλλοτε επαναλαμβάνεις τα ίδια ή, στην καλύτερη περίπτωση, με πιο ομαλό τρόπο.
Διαισθανθήκατε ότι αυτή η ιδιαιτερότητά σας μπορεί να αποτελέσει τροχοπέδη για μια άλλου είδους εξέλιξη που ενδεχομένως μπορούσατε να έχετε και ως άνθρωπος και ως καλλιτέχνης;
Σίγουρα. Αλλά δεν με απασχολεί αυτό. Διαμορφωνόμαστε και μέσα από τα λάθη που κάνουμε. Αναλαμβάνουμε την ευθύνη.
Νιώσατε ποτέ ότι το πρόβλημα δεν είναι δικό σας και ότι απλώς οι άλλοι δε σας καταλαβαίνουν;
Εχω αποδεχθεί ότι είμαι απροσάρμοστος. Οχι ότι δεν προσαρμόζομαι εύκολα στις συνθήκες, απλά θέτω ορισμένες προϋποθέσεις για τον εαυτό μου. Να επικρατούν συγκεκριμένες «κλιματικές» συνθήκες στο περιβάλλον που κινούμαι. Οταν δεν συμβαίνει αυτό, παίρνω και την ευθύνη ότι δεν μπορώ να υπάρξω. Επομένως προσπαθώ να εντάσσομαι σε φιλικά κλίματα.
Ποιες είναι οι ποιότητες των κλιμάτων, όπως τις χαρακτηρίζετε, που επιδιώκετε να βρίσκετε;
Είναι μια δύσκολη ερώτηση γιατί οι ισορροπίες είναι ευαίσθητες. Λειτουργεί πολύ το ένστικτο σε αυτό. Και βέβαια τι θα πάρω από τον άλλον άνθρωπο. Δεν αποκλείω και την έκπληξη. Αφήνω ένα περιθώριο γιατί ενδεχομένως μπορεί να γνωρίσω κάτι διαφορετικό. Οι βασικοί πυλώνες που θέλω να υπάρχουν είναι η κατανόηση και η επικοινωνία. Ως προς τις προθέσεις τουλάχιστον. Να αντιληφθώ ότι και η δική μου και του άλλου κάπως κολλάνε, κάπου συναντώνται.
Αυτή δεν είναι και η ρίζα της τέχνης;
Σαφέστατα. Και τώρα με την παράσταση του Δον Κιχώτη – που είναι όλο ένα παιχνίδι – καταλαβαίνεις πόσο το παιχνίδι είναι αθώο αλλά ταυτοχρόνως και πόσο σοβαρό. Εχει όλους τους κανόνες που διέπουν μια ανθρώπινη σχέση – φιλική, επαγγελματική, προσωπική κ.λπ. Ακόμα και τα χαοτικά παιχνίδια και τα τελείως ελεύθερα έχουν και αυτά τους κανόνες τους. Και είναι πολύ σημαντικό να το συνειδητοποιήσουμε αυτό. Η αναμέτρησή μας μέσα στη διαδικασία του παιχνιδιού είναι τρομερό πράγμα.
Η πιο δύσκολη δική σας αναμέτρηση;
Οταν είχα μπουκώσει από πολλά πράγματα. Είδα τη ματαιότητα των πραγμάτων. Μη γνωρίζοντας τι συμβαίνει μέσα μου, έκανα συνεχώς πράγματα επαγγελματικά χωρίς κατεύθυνση και ουσία. Πάλευα με αυτή την κενότητα του ανεκπλήρωτου. Είναι αυτός ο μετεωρισμός που δημιουργεί θλίψη και μελαγχολία. Τίποτα δεν με ικανοποιούσε και δεν με ευχαριστούσε. Εκ των υστέρων είδα ότι κάτι άλλο ήταν αυτό που χρωματίζει τη ζωή.
Διήρκεσε πολύ καιρό αυτός ο μετεωρισμός όπως λέτε;
Ναι, αρκετά χρόνια. Είχα αποσυρθεί κάποια χρόνια από τον χώρο, έκανα και άλλα πράγματα. Εγινα ξυλουργός – ακόμη ασχολούμαι. Η χειρωνακτική εργασία με γείωνε και μου καθάρισε το μυαλό.
Αυτό σας έδωσε δύναμη;
Αρχισε όμως να καθαρίζει το τοπίο όταν πίστεψα στον Θεό. Οταν ήρθα σε επαφή με την Εκκλησία. Δεν ήμουν έτσι πάντα. Μπήκα στη διαδικασία και των τελετουργιών που μου αποκαλύφθηκαν. Κρατήθηκα από την πίστη μου στον Θεό.
Προσεύχεστε συχνά;
Βέβαια. Η προσευχή είναι ίαση της ψυχής.
Φανταζόσασταν παλιά, όταν βιώνατε την επιτυχία έντονα, ότι θα είστε έτσι σήμερα;
Οχι βέβαια. Ημουν σε τελείως άλλη φάση. Τώρα πηγαίνω συχνά στην εκκλησία από απόλυτη ανάγκη και εξομολογούμαι. Αισθάνομαι ότι αφήνω εκεί ό,τι με βαραίνει.
Εξακολουθείτε όμως να νιώθετε ανισορροπία, όπως μου αναφέρατε στην αρχή της συζήτησης.
Σαφέστατα. Αλλά ο Θεός σε δέχεται με όλα σου τα ελαττώματα. Ετσι πορεύομαι. Το μεγαλύτερο δώρο που παίρνω από την πίστη μου είναι η ανοχή στα πράγματα. Είναι υπέροχο να γνωρίζεις ανθρώπους που κάνουν τιτάνιο αγώνα και παραμένουν ταπεινοί. Αυτό είναι το μεγαλείο. Και η αγάπη είναι το ουσιαστικότερο πράγμα. Αλλά για να την αισθανθείς θα πρέπει να καθαρίσεις μέσα σου, να ξαναγίνεις ξανά παιδί. Και αυτό είναι μεγάλο στοίχημα.
INFO
«Δον Κιχώτης, Βιβλίο 2ο, κεφ. 23ο» στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Δραματουργία-σκηνογραφία-κοστούμια: Εφη Μπίρμπα. Παίζουν: Αρης Σερβετάλης, Αχιλλέας Χαρίσκος, Ιωάννα Τουμπακάρη, Αλέξανδρος Βαρδαξόγλου, Σοφία Γεωργοβασίλη, Gema Galiana, Κυριάκος Σαλής.