Λυπούμαι που το λέω, αλλά η εφημερίδα «Frankfurter Allgemeine Zeitung» ήρθε και μπήκε ανάμεσα σε ένα όμορφο ζευγάρι όπως η Μαρία Σπυράκη και ο Ζόραν Ζάεφ. Είναι ωραίος τρόπος τώρα αυτός να πετάγεσαι σαν την άντε μην πω, να διαλύσεις δυο οικογένειες; Αυτά καλό είναι να μη γίνονται, ιδίως όταν υπάρχουν παιδιά στη μέση, γνώμη μου.
Ηταν ένα θλιμμένο σούρουπο στις όμορφες Βρυξέλλες. Βαριά τα σύννεφα έσκυβαν πάνω στη μελαγχολική πόλη και μια ομίχλη σκέπαζε τα πάντα. Η κοκκινομάλλα Μαρία ένιωθε τα βλέφαρά της να γέρνουν απ’ το μεροκάματο του τρόμου. Τα αμυγδαλωτά της μάτια πετάριζαν σαν τρομαγμένα πουλάκια. Οι κομψοί της αστράγαλοι έτρεμαν από την κούραση. Το μόνο που ήθελε ήταν να ξεκουραστεί έστω για λίγο, μόνο για λίγο. Ομως, για μια αγνή Ελληνοπούλα η δουλειά δεν σταματάει ποτέ. Πρέπει ν’ αντέξεις, πρέπει να παλέψεις για την πατρίδα σου, πρέπει, Μαρία, πρέπει, σκέφτηκε κι έσφιξε τα δόντια.
Η μόνη λύση ήταν ένας δυνατός καφές, ό,τι καφές να ‘ναι, δεν ήταν δύσκολη σε κάτι τέτοια. Βολευόταν και με έναν espresso ristretto από χαρμάνι Νότιας Αμερικής με κόκκους robusta που αναπτύσσεται σε terroir υψομέτρου, με δυναμικό αρωματικό προφίλ κι έντονες γευστικές νότες καβουρδίσματος και φρούτων.
Τα ατίθασα κόκκινα μαλλιά της ήταν νοτισμένα από τη βροχή όταν μπήκε μέσα στο μικρό γραφικό καφέ. Το γκαρσόνι του μικρού γραφικού καφέ πήρε την παραγγελία, τη σημείωσε προσεκτικά, πήγε στην κουζίνα κι έκοψε τις φλέβες του. Εξ ου και άργησε λίγο το καφεδάκι.
Οταν ήρθε επιτέλους, πάει να τον πιει η Μαρία, κάνει μια έτσι με τον αγκώνα και κατά λάθος αδειάζει το φλιτζάνι στο ακριβό κοστούμι ενός γοητευτικού αγνώστου που στεκόταν δίπλα της. Ηταν ένας άνδρας ωραίος, ευαίσθητος και σκληρός μαζί, ένας άνδρας που όταν σ’ έπαιρνε στην αγκαλιά του σε στροβίλιζε σε έναν τυφώνα ανεξέλεγκτου πάθους.
«Με συγχωρείτε, ήταν τυχαίο» είπε ξέπνοα εκείνη.
Της χαμογέλασε.
«Ζόραν».
«Μαρία».
Δεν μίλησαν, δεν είπαν τίποτα… Μιλούσαν μόνο τα μάτια, μιλούσαν μόνο οι καρδιές… αυτές οι καρδιές που ξέρουν να αγαπούν, που ξέρουν να συγχωρούν και συμφωνίες, και Πρέσπες, και δημοψηφίσματα, και τα πάντα όλα. Ηταν η στιγμή που δυο μοναχικοί άνθρωποι συναντήθηκαν  κι ύστερα χάθηκαν στην ομίχλη πιασμένοι χέρι χέρι. Ολα τα άλλα είναι ψέματα κι αθλιότητες ενός ζηλόφθονου κόσμου.
ΥΓ. I’ m too old for this shit. Αλήθεια τώρα.