«Ο κύριος & το όπλο» (The old man & the gun) του Ντέιβιντ Λόουελ. Ενας χαρούμενος ληστής, ένας τζέντλεμαν της παρανομίας, ένας σνομπ απέναντι στον κίνδυνο, ένας παράνομος που απαξιοί να χρησιμοποιήσει το όπλο όταν μπαίνει στις τράπεζες για να τις ληστέψει (σαν να μπαίνει σε καφέ). Να ποιος είναι ο Φόρεστ Τάκερ, ο ήρωας που τόσο άνετα, τόσο γλυκά, τόσο «σαν να μη συμβαίνει τίποτα» υποδύεται στα 82 του ο γίγας Ρόμπερτ Ρέντφορντ. Πρόσωπο υπαρκτό, ο Τάκερ υπήρξε ληστής τραπεζών μέχρι τον θάνατό του το 2004. Στα γεράματα δεν το έβαλε κάτω, γιατί η περιπέτεια (με την παιδική διάσταση του όρου) ήταν πάντα προτεραιότητα στη ζωή του. Αρχηγός της συμμορίας των Γηραιών Κυρίων (ζουμεροί β’ ρόλοι από τους Ντάνι Γκλόβερ, Τομ Γουέιτς), ληστεύει τράπεζες όχι επειδή τον ενδιαφέρουν τα χρήματα, αλλά για να ανάψει κόκκινο η αδρεναλίνη του. Συγχρόνως ένας ήρωας ρομαντικός – και οι σκηνές του με τη Σίσι Σπέισεκ είναι αδιαμφισβήτητα οι πιο τρυφερές της ταινίας, που εκτυλίσσεται στην αμερικανική επαρχία της δεκαετίας του 1980 και διανθίζεται με ήχους cool jazz που εναρμονίζονται υπέροχα με την εικόνα. Ο Ρέντφορντ δήλωσε ότι με τον «Κύριο & το όπλο» ο κύκλος του στην υποκριτική κλείνει. Μακάρι να το ξανασκεφτεί, γιατί αν με αυτήν τη «μικρή» περιπέτεια σε κερδίζει τόσο εύκολα, τότε έχει πολλά ακόμη να δώσει!

«Ο εξαφανισμένος φάκελος» (Fleuve noir) του Ερίκ Ζονκά. Ενας ικανός αστυνομικός που ωστόσο σέρνεται στην κυριολεξία, χαμένος σε έναν κόσμο που δεν μπορεί να διαχειριστεί (Βενσάν Κασέλ), και ένας αινιγματικός δάσκαλος, με λογοτεχνικές φιλοδοξίες αλλά και μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του (Ρομάν Ντουρίς), είναι οι δύο πόλοι αυτού του ατμοσφαιρικού φιλμ νουάρ, η ιστορία του οποίου περιστρέφεται γύρω από την εξαφάνιση ενός παιδιού στο σύγχρονο Παρίσι. Η ύποπτη συμπεριφορά του δασκάλου κινεί το ενδιαφέρον του αστυνομικού, ο οποίος σαν φάντασμα αρχίζει μια προσωπική έρευνα προκειμένου να φτάσει στην αλήθεια. Βίαιος στη συμπεριφορά του, αλκοολικός και με σοβαρά θέματα που αφορούν το δικό του παιδί, ο αστυνομικός είναι τελικά η μαύρη ψυχή αυτής της σκοτεινής και πολυεπίπεδης ταινίας, που είναι είναι βασισμένη στο – ακυκλοφόρητο στην Ελλάδα – μυθιστόρημα του Ντρορ Μισανί.

«Περίπτωση συνείδησης» (No date, no sign) του Βαΐντ Τζαλιλβάντ. Στη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του, ο ιρανός σκηνοθέτης ερευνά με χειρουργική ακρίβεια και δυνατές κινηματογραφικές εικόνες τις επιπτώσεις μιας σειράς από τραγικά λανθασμένες αποφάσεις: ένα φαινομενικά ανώδυνο τροχαίο ατύχημα, με «πρωταγωνιστές» έναν ιατροδικαστή (Αμίρ Αγκχαέ) και την τετραμελή οικογένεια την οποία χτύπησε ελαφρά με το αυτοκίνητό του, έχει τραγική συνέχεια: ο οκτάχρονος γιος της οικογένειας, τον οποίο ο γιατρός είχε εξετάσει στον δρόμο, πεθαίνει λίγο αργότερα στο νοσοκομείο (στο οποίο η οικογένεια δεν τον πήγε αμέσως παρά την συμβουλή του γιατρού). Οταν αργότερα το πόρισμα της ιατροδικαστικής εξέτασης είναι ότι ο θάνατος του παιδιού οφείλεται σε τροφική δηλητηρίαση, ο γιατρός δεν μπορεί να ησυχάσει μη γνωρίζοντας με βεβαιότητα την πραγματική αιτία θανάτου. Το πραγματικά υποδειγματικό σενάριο συνδυάζει τις τύψεις του γιατρού με τις τύψεις του πατέρα (Ναβίντ Μοχαμαντζαντέχ) καθώς η τροφική δηλητηρίαση οφείλεται σε κακό κρέας που αγόρασε ο ίδιος. Ολα τα στοιχεία μαζί αποτελούν ένα στέρεο υπόβαθρο στο οποίο κυριαρχούν η αγωνία, το σασπένς και ένας βαθύτατος προβληματισμός που στοιχειώνει τον θεατή. Μια ταινία που αποδεικνύει περίτρανα ότι ο Ασγκάρ Φαραντί έχει πλέον ιδρύσει «σχολή».

«Ανυπακοή» (Disobedience) του Σεμπαστιάν Λέλιο. Στην αγγλόφωνη ταινία του χιλιανού σκηνοθέτη της «Γκλόρια» και της «Φανταστικής γυναίκας», η Ρέιτσελ Βάις υποδύεται τη Ρόνιτ, μια διακεκριμένη φωτογράφο η οποία επιστρέφει στην κοινότητα των ορθόδοξων Εβραίων του Λονδίνου όπου μεγάλωσε προκειμένου να παραστεί στην κηδεία του πατέρα της. Θα μείνει στο σπίτι του Nτοβίντ (Αλεσάντρο Νίβολα), πνευματικού γιου και διαδόχου του μακαρίτη, ο οποίος είναι παντρεμένος με την παιδική φίλη της, την Εστί (Ρέιτσελ ΜακΑνταμς), που σε αντίθεση με τη Ρόνιτ ποτέ δεν τόλμησε το μεγάλο βήμα. Ποιο είναι το μυστικό που συνδέει τα τρία βασικά πρόσωπα; Ντροπαλά βλέμματα και φράσεις που κόβονται στη μέση, αναμνήσεις από μια αλλοτινή, πιο αθώα ζωή, καταπιεσμένα πάθη και μυστικά που αγωνιούν να βγουν στην επιφάνεια. Και όμως όλος αυτός ο συναισθηματικός πλούτος πέφτει τελικά στο κενό μιας επίπεδης, χωρίς χυμούς ταινίας που νιώθεις ότι, ακριβώς όπως οι ήρωές της, ασφυκτιά και δεν μπορεί να κάνει κάτι για αυτό.

«Climax» του Γκασπάρ Νοέ. Ενα κινηματογραφικό καζάνι που βράζει ασταμάτητα χάρη στην πάντα ανήσυχη σκηνοθεσία του δημιουργού του, αυτή η ταινία εκτυλίσσεται εξ ολοκλήρου μέσα στον χώρο όπου τα μέλη μιας χορευτικής ομάδας κάνουν πρόβες για μια παράσταση. Οι πρόβες συνοδεύονται από ατελείωτα τσιγάρα και λίμνες αλκοόλ, το αλκοόλ είναι νοθευμένο με ναρκωτικά, ο εφιάλτης παραμονεύει. Ο δημιουργός του «Μη αναστρέψιμος» όχι μόνο ξέρει πολύ καλά από εφιάλτες, ξέρει και πώς να τους κλιμακώνει. Είναι filmmaker τεχνίτης, μπορεί να κατασκευάσει μια συναρπαστική ιστορία κυριολεκτικά από το τίποτε. Και το κάνει εδώ μέσα από έξοχα μονοπλάνα χορού ή κουβέντες ανάμεσα στα μέλη παρεών που προκαλούν την περιέργεια, παρότι αφορούν τετριμμένα, καθημερινά θέματα, κυρίως τις σεξουαλικές τους φαντασιώσεις. Τέλος, μια ταινία που σίγουρα θέλει κάτι να δηλώσει (ενσυνείδητα ή όχι) για μια πλευρά της σημερινής νεολαίας της Γαλλίας.

«Ενα αστέρι γεννιέται» (A star is born) του Μπράντλεϊ Κούπερ. Ακόμα μια κινηματογραφική εκδοχή ενός μύθου που επανέρχεται συχνά στην ιστορία της αμερικανικής ποπ κουλτούρας. Ο έμπειρος, καταξιωμένος αλλά αλκοολικός τραγουδιστής της κάντρι (Μπράντλεϊ Κούπερ) δίνει βήμα στην ερασιτέχνιδα τραγουδίστρια της οποίας το ταλέντο έχει διακρίνει (Lady Gaga). Εκείνη αρπάζει την ευκαιρία και γίνεται πιο διάσημη από εκείνον, γεγονός που κλονίζει τη σχέση τους. Ερωτας και αυτοκαταστροφή συνδυάζονται σε ένα συμπαθές σύνολο, η Lady Gaga αποδεικνύεται (τουλάχιστον) επαρκής πρωταγωνίστρια και ο Κούπερ, παρότι δεν είναι και τόσο πειστικός στον ρόλο του (νιώθεις ότι μιμείται κάπως τον Κρις Κριστόφερσον  στη βερσιόν του 1975), δηλώνει με επιτυχία σκηνοθέτης.

«Venom» του Ρούμπεν Φλάισερ. Στην προσπάθειά του να ξεσκεπάσει την αλήθεια για ένα ίδρυμα ονόματι «Ζωή» όπου άνθρωποι χρησιμοποιούνται ως ινδικά χοιρίδια προκειμένου να επιτευχθεί η συμβίωσή τους με εξωγήινους, ένας αποφασιστικός δημοσιογράφος ερευνητής θα μετατραπεί ο ίδιος σε τέρας. Πέρα για πέρα παιδικής αντίληψης περιπέτεια φαντασίας, στο γνωστό  φασαριόζικο πλαίσιο των κινηματογραφικών μεταφορών κόμικς της Marvel. O Τομ Χάρντι πάντως, που σου δίνει την εντύπωση ότι καθοδηγείται από το πνεύμα του Μάρλον Μπράντο, υποδύεται με γνήσιο πάθος τον ήρωα, κάτι που δεν αρκεί για να δώσει στην ταινία έναν αέρα διαφορετικότητας σε σχέση με τις αντίστοιχες της Marvel.