Τύχη αγαθή με συνέδραμε ώστε να κάνω συνεντεύξεις από κάμποσους σπουδαίους προπονητές του ποδοσφαίρου: δυστυχώς δεν αξιώθηκα να βάλω σε αυτό το καρνέ τον σερ Αλεξ Φέργκιουσον, αλλά μου… έκατσαν ο Ζοσέ Μουρίνιο, ο Λουίς Φαν Γκάαλ, ο Πεπ Γκουαρντιόλα και αυτός ο οποίος προχθές δήλωσε ότι σε τρεις μήνες θα βγει στη σύνταξη…
Ποιος τη χάρη του Μαρσέλο Λίπι: θα μπορεί πλέον να κάθεται και να ρεμβάζει προς τη θάλασσα στο αγαπημένο του Βιαρέτζιο, του οποίου αποτελεί ένα από τα επιφανέστερα τέκνα, μαζί με τον Πιερλουίτζι Κολίνα, τον Μάριο Μονιτσέλι και τη Στεφανία Σαντρέλι.
Τον εμβληματικό ιταλό προπονητή τον γνώρισα το 1999 στο Τορίνο, όπου έμεινα τέσσερις ημέρες για να κάνω ρεπορτάζ ενόψει των αγώνων του Ολυμπιακού με τη Γιουβέντους.
Δεν ήξερα την… τύφλα μου στα ενδότερα της «Μεγάλης Κυρίας», αλλά είχα μπάρμπα στην Κορώνη: τον Νίκο Αναστόπουλο στον οποίο απευθύνθηκα για να μου κάνει τα απαραίτητα κονέ και τις συστάσεις. Οταν του μετέφερα την αγωνία μου, ο «μουστάκιας» έβαλε τα γέλια: «Σοβαρέψου ρε» μου είπε. «Θα πεις το όνομά μου και θα ανοίξουν όλες οι πόρτες!».
Τον πίστεψα, δεν μπορούσα να κάνω κι αλλιώς. Την επομένη πήγα ψαρωμένος στο παλιό Comunale και όταν τον είδα μπροστά μου και του είπα «Με στέλνει ο Αναστόπουλος», συνειδητοποίησα προς τέρψιν μου ότι με αυτή τη φράση θα ξεκλείδωνα ακόμη και το Fort Knox!
Το αποτέλεσμα; Ο Λίπι με έβαλε στο γραφείο του, με κέρασε καφέ, μου πρόσφερε ένα πούρο και η μικρής διάρκειας συνέντευξη που επιθυμούσα κατάντησε σκέτη αρμένικη βίζιτα!
Υστερα από μιάμιση ώρα έφυγα όχι απλώς γοητευμένος, αλλά μαγεμένος και απ’ όσα είπαμε δεν θα ξεχάσω ποτέ την απάντησή του σε μια ερώτηση περί διατάξεων και τακτικών…
«Αγόρι μου, εγώ δεν κοουτσάρω συστήματα, αλλά παίκτες!».