Υπάρχει ένα σημείο στις τοποθετήσεις των κατά τα άλλα εντυπωσιακά καλά ενημερωμένων ηγετών της ΠΓΔΜ που μοιάζει αντιφατικό. Είναι εκεί που ο υπουργός Εξωτερικών Νίκολα Ντιμιτρόφ αναρωτιέται πώς θα είναι η Ελλάδα μετά τις εκλογές. «Στην εξουσία θα είναι η Νέα Δημοκρατία με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος έχει σπουδάσει στη Δύση» τονίζει. «Πρέπει να βιαστούμε».
Μα αν ο επόμενος πρωθυπουργός έχει σπουδάσει στη Δύση και η Δύση υποστήριξε και εξακολουθεί να υποστηρίζει την αλλαγή ονόματος και τη λύση, γιατί να έπρεπε να βιαστούν; Στο κάτω κάτω, στη συνάντηση που είχε έναν μήνα νωρίτερα ο Ζόραν Ζάεφ με την εκπρόσωπο Τύπου της ΝΔ Μαρία Σπυράκη, η τελευταία του είπε πει ότι το πρόβλημα του κόμματός της ήταν η υποκρισία των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Το αν θα συντασσόταν ο Καμμένος με τη λύση δηλαδή, όχι το όνομα της χώρας ή η «μακεδονική ταυτότητα». Αρα, όταν έφευγε ο Καμμένος από τη μέση και αναλάμβανε ο δυτικοσπουδαγμένος πρωθυπουργός, όλα θα πήγαιναν μια χαρά.
Και προφανώς η εκπρόσωπος είχε πει την αλήθεια, αφού το κόμμα της τηρούσε ακόμη τότε σχετικά μετριοπαθή στάση για το ζήτημα. Φέρεται μάλιστα ότι χρησιμοποίησε ένα ανάλογο επιχείρημα σε νέα συνάντηση που είχε με τον Ζάεφ μερικούς μήνες αργότερα. Η ίδια αρνείται ότι υπήρξε και δεύτερη συνάντηση, χρησιμοποιώντας όμως ένα περίεργο «άλλοθι». Ο συντάκτης της γερμανικής εφημερίδας, είπε, θα έπρεπε να γνωρίζει ότι η 19η Μαΐου ήταν Σάββατο και τα Σάββατα οι ευρωβουλευτές είναι σπίτια τους. Μα η 19η Μαΐου ήταν η ημέρα της σύσκεψης των πολιτικών αρχηγών στα Σκόπια. Για τη φερόμενη συνάντηση δεν αναφέρεται πουθενά στα πρακτικά κάποια ημερομηνία…
Μυστήρια πράγματα, βαλκανικά. Είναι αλήθεια βέβαια ότι η εκπρόσωπος έχει ελαφρυντικά. Καλείται να υπερασπιστεί μια θέση που φέρνει το κόμμα της απέναντι όχι μόνο στη Δύση, αλλά και στην ιστορία του, όπως και στις παλαιότερες απόψεις του αρχηγού του. Η μεγάλη στροφή έγινε όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης συνειδητοποίησε ότι δεν θα μπορούσε να κρατήσει το κόμμα του ενωμένο αν, προκειμένου να δικαιολογήσει την αντίθεσή του στη συμφωνία, χρησιμοποιούσε μόνο το χαρτί του Καμμένου. Επρεπε να επικαλεστεί ουσιαστικότερες διαφωνίες. Υιοθέτησε λοιπόν τις απόψεις των σκληρών. Αρχισε να μιλά για την ψυχή των Ελλήνων. Να αρνείται την εκχώρηση πραγμάτων που δεν αποτελούν ελληνική ιδιοκτησία, όπως η μακεδονική γλώσσα. Και να αναφέρεται απαξιωτικά στους «Σκοπιανούς».
Ο χειρισμός όλης αυτής της διαπραγμάτευσης από την κυβέρνηση ήταν εξαρχής υποταγμένος σε μικροκομματικές σκοπιμότητες. Οι καβγάδες του Κοτζιά με τον Καμμένο έχουν γίνει σχεδόν κωμικοί. Αλλά και η στάση της αντιπολίτευσης, με εξαίρεση το συνεπές Ποτάμι, δεν μπορεί να διεκδικήσει εύσημα ειλικρίνειας. Μην πυροβολείτε λοιπόν τη Σπυράκη. Δεν είναι παρά μια απλή εκπρόσωπος ενός πολιτικού συστήματος που έχει χάσει την αξιοπιστία του.