Πορεία που έμοιαζε με αυτήν που έχει το «τρενάκι του τρόμου» ακολούθησε χθες ο τραπεζικός δείκτης στο Χρηματιστήριο Αθηνών. Η ανησυχία αναφορικά με την κεφαλαιακή επάρκεια των ελληνικών τραπεζών – που είχε ως αφορμή τόσο τα δημοσιεύματα την περασμένη εβδομάδα για τις πιέσεις που δέχεται η Τράπεζα Πειραιώς από τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM) να προχωρήσει σε αύξηση των κεφαλαίων Tier II κατά 500 εκατ. ευρώ έως το τέλος του 2018, αλλά και μια σειρά άλλων παραμέτρων, όπως είναι η ασθενική  κερδοφορία των τραπεζών, τα κόκκινα δάνεια, αλλά και κατά ορισμένους το ασταθές περιβάλλον στη γειτονική Ιταλία – παρέσυρε τον Γενικό Δείκτη σε απώλειες 2,10% και στις 666,84 μονάδες, με τον τραπεζικό δείκτη να δέχεται τις μεγαλύτερες πιέσεις κλείνοντας στις 506,26 μονάδες, αν και περιόρισε τις απώλειες που είχε κλείνοντας τελικά στο 8,60%. Στις τελευταίες τέσσερις συνεδριάσεις του Χρηματιστηρίου, η συνολική κεφαλαιοποίηση μειώθηκε κατά 1,8 δισ. ευρώ.

Το μεγαλύτερο πλήγμα από τις ρευστοποιήσεις των επενδυτών χθες δέχθηκε η μετοχή της Τράπεζας Πειραιώς, η οποία σημείωσε πτώση 20,73%, με την τιμή της να διαμορφώνεται στα 1,30 ευρώ, αν και στη διάρκεια της συνεδρίασης η πτώση της μετοχής άγγιξε και το -30%. Η Eurobank έκλεισε στα 0,53 ευρώ υποχωρώντας κατά 14,69%, η Εθνική Τράπεζα με πτώση 5,49% στα 1,58 ευρώ, ενώ η Alpha Bank στα 1,18 ευρώ σημειώνοντας πτώση κατά 3,28%.

Κλειστές «πόρτες». To χθεσινό σφυροκόπημα των τραπεζών ερμηνεύεται από παράγοντες της αγοράς ως απόδειξη ενός γενικότερου ελλείμματος εμπιστοσύνης που υπάρχει στην ελληνική οικονομία και της αδυναμίας σε πρόσβαση στις ξένες αγορές χρήματος, ενώ, σύμφωνα με τους αναλυτές, αυτή η επιφυλακτικότητα των επενδυτών αναμένεται να διατηρηθεί και το επόμενο διάστημα. Ορισμένοι μάλιστα έφταναν στο σημείο να τονίζουν πως η εικόνα θα μπορούσε να είναι διαφορετική εάν αντί της λύσης του «μαξιλαριού ασφαλείας» είχε επιλεγεί η λύση της προληπτικής γραμμής πίστωσης, την οποία ξόρκιζε η κυβέρνηση στο αφήγημα της «καθαρής εξόδου».

Σε χθεσινή της ανάλυση η Morgan Stanley, που ακολούθησε αυτή της HSBC, αν και σημειώνει πως κατά την εκτίμησή της οι ανησυχίες για την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών είναι υπερβολικές, σημειώνει ότι η επιφυλακτικότητα αναμένεται να διατηρηθεί μέχρι να υπάρξει μεγαλύτερη σαφήνεια για το χρονοδιάγραμμα του σχεδίου κεφαλαιακής ενίσχυσης της Πειραιώς και να ανακοινωθούν από τις τράπεζες οι στόχοι για τη μείωση των κόκκινων δανείων μέχρι το τέλος της ερχόμενη τριετίας. «Περιμένουμε περισσότερες πληροφορίες για τα σχέδια μείωσης των κόκκινων δανείων για όλες τις ελληνικές τράπεζες κατά τη διάρκεια των αποτελεσμάτων του γ’ τρίμηνου» τονίζει.

Η Goldman Sachs από την πλευρά της σημείωσε πως η ικανότητα του τραπεζικού κλάδου να αντέξει οποιοδήποτε σοκ – εσωτερικό ή εξωτερικό, οικονομικής ή πολιτικής φύσεως – παραμένει περιορισμένη…

Η ΠΕΙΡΑΙΩΣ. Με δηλώσεις του στο Reuters o διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς Χρήστος Μεγάλου ανέφερε ότι η Τράπεζα Πειραιώς παρακολουθεί τις αγορές με σκοπό να εντοπίσει την κατάλληλη στιγμή για την έκδοση ομολόγου στο πλαίσιο του σχεδίου ενίσχυσης των κεφαλαίων της. Μάλιστα, σε ανακοίνωση που εξέδωσε η τράπεζα, τονίζεται ότι βρίσκεται σε άμεση συνεννόηση με τις εποπτικές Αρχές για την εφαρμογή του σχεδίου κεφαλαιακής της ενίσχυσης, όπως αυτό έχει γνωστοποιηθεί στην επενδυτική κοινότητα ήδη από τον Μάιο 2018, μετά την επιτυχή ολοκλήρωση της πανευρωπαϊκής άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων του 2018 που διενήργησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

«Η τράπεζα παρακολουθεί στενά τις διεθνείς κεφαλαιαγορές, με σκοπό να προσδιορίσει τον κατάλληλο χρόνο που θα επιτρέψει την επιτυχή έκδοση, μη απομειωτικών για τους μετόχους, Tier ΙΙ κεφαλαιακών τίτλων, έκδοση που περιλαμβάνεται στο σχέδιο κεφαλαιακής ενίσχυσης και στοχεύει στην επαύξηση των κεφαλαιακών αποθεμάτων της τράπεζας» τονίζεται σε σχετική ανακοίνωση. Σημειώνεται επίσης ότι η έκδοση των παραπάνω κεφαλαιακών τίτλων συναρτάται με τις συνθήκες των διεθνών αγορών και θα πραγματοποιηθεί σε συνεννόηση με τις αρμόδιες εποπτικές Αρχές, προσθέτοντας  ότι ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας της τράπεζας υπερβαίνει τα σχετικά εποπτικά όρια και επιπλέον η τράπεζα παραμένει εστιασμένη στην υλοποίηση ενεργειών που θα θωρακίσουν τον ισολογισμό της και θα ενισχύσουν την κεφαλαιακή της βάση, αυξάνοντας τα κεφαλαιακά της αποθέματα για το μέλλον.