Το σοκ που προκάλεσε στο Χρηματιστήριο η κατακόρυφη πτώση των τραπεζικών μετοχών την περασμένη εβδομάδα ήταν αρκετό για να κινητοποιήσει έστω και καθυστερημένα την κυβέρνηση, η οποία όλο το προηγούμενο διάστημα διαχειριζόταν, αλλά όπως αποδεικνύεται στην πράξη λανθασμένα, το μεγάλο βαρίδι των ελληνικών τραπεζών που ονομάζεται κόκκινα δάνεια.
Μπορεί η χθεσινή εικόνα του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών να ήταν βελτιωμένη σε σχέση με αυτή της περασμένης Τετάρτης, με τις πιέσεις στις τραπεζικές μετοχές να εμφανίζονται μικρότερες, και να βοηθά την κυβέρνηση στο αφήγημά της «ότι η κρίση είναι παροδική και οφείλεται σε κερδοσκοπικές πιέσεις», ωστόσο τα νούμερα είναι αμείλικτα.
Μέσα σε σχεδόν τρία χρόνια (2015-2018) οι τέσσερις συστημικές τράπεζες έχασαν συνολικά το 67,1% της κεφαλαιοποίησής τους, φτάνοντας από τα 16,510 δισ. ευρώ στα 5,431 δισ. ευρώ. Με απλά λόγια, οι τέσσερις τράπεζες έγιναν μία!
Οι καθυστερήσεις από την πλευρά της πολιτείας να βοηθήσει θεσμικά στην επίλυση του προβλήματος αλλά και η ατολμία των τραπεζών να προχωρήσουν άμεσα σε πιο δραστικά μέσα αναφορικά με την αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων των νοικοκυριών και πολύ περισσότερο των επιχειρήσεων, επηρέασαν, και μάλιστα σε μεγάλο βαθμό, το επενδυτικό ενδιαφέρον. Κάτι που αποτυπώνεται και στις τιμές των τραπεζικών μετοχών αλλά και στην οικονομία της χώρας. Χωρίς ουσιαστική ικανότητα χρηματοδότησης από τις τράπεζες, καμία οικονομία δεν μπορεί να σταθεί γερά στα πόδια της.
ΨΑΧΝΟΥΝ ΛΥΣΗ. Μέσα σε αυτό το βεβαρημένο περιβάλλον η κυβέρνηση αναζητά απεγνωσμένα λύση για να αλλάξει τα δεδομένα και μαζί το επενδυτικό κλίμα. Με τα κόκκινα δάνεια να βρίσκονται στην κορυφή της ατζέντας, το κυβερνητικό επιτελείο επεξεργάζεται ένα νέο πλαίσιο για τη θεσμική θωράκιση της αγοράς, το οποίο περιλαμβάνει και τη σύσταση ειδικού φορέα διαχείρισης κόκκινων δανείων (asset protection scheme), μια πρόταση η οποία και στο παρελθόν είχε πέσει στο τραπέζι, αλλά δεν είχε βρει την αποδοχή των θεσμών και των εποπτικών μηχανισμών. Η πρόταση η οποία, σύμφωνα με κυβερνητικούς παράγοντες, αποτελεί ένα μικρό κομμάτι των συνολικών παρεμβάσεων για την αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων προβλέπει τη δημιουργία ειδικού φορέα διαχείρισης κόκκινων δανείων, στον οποίο οι τράπεζες θα εισφέρουν μέρος των προβληματικών τους δανείων. Εναντι των δανείων αυτών, το ελληνικό Δημόσιο θα εκδώσει ομόλογα, παρέχοντας την εγγύησή του. Τα ομόλογα αυτά θα διατεθούν σε επενδυτές και θα είναι διαπραγματεύσιμα στη δευτερογενή αγορά. Ωστόσο, σύμφωνα με πηγές της αγοράς, η λύση αυτή παρουσιάζει σημαντικές τεχνικές δυσκολίες, ενώ ενέχει και τον κίνδυνο να κριθεί ότι παραβιάζει τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων.
«ΑΣΑΦΕΣ ΤΟΠΙΟ». Την ανάγκη Εθνικού Διατραπεζικού Φορέα για τα κόκκινα δάνεια επισήμανε χθες και η Ομοσπονδία Τραπεζοϋπαλληλικών Οργανώσεων Ελλάδος αναφερόμενη στην κατάσταση που έχει δημιουργηθεί στον χώρο των τραπεζών και στις συζητήσεις των τελευταίων ημερών, που έφεραν στην επιφάνεια, όπως τονίζει, «τα υπαρκτά σοβαρά προβλήματα που συνθέτουν ένα θολό και ασαφές τοπίο στις τράπεζες».
Οπως υποστηρίζει, η διαχείριση των κόκκινων δανείων των τραπεζών πρέπει να είναι υπόθεση ενός και μόνο πιστωτικού φορέα που θα είναι σε θέση να δώσει λύσεις αξιόπιστες και αποτελεσματικές. Μάλιστα, η ΟΤΟΕ από το 2015 είχε καταθέσει δέσμη προτάσεων για την επίλυση των μη εξυπηρετούμενων δανείων των τραπεζών (στεγαστικών και επιχειρηματικών), η οποία περιελάμβανε τη δημιουργία ενός Εθνικού Διατραπεζικού Φορέα Μη Εξυπηρετούμενων Επιχειρηματικών και Στεγαστικών Δανείων, με τη συμμετοχή όλων των τραπεζών, του ΤΧΣ και ιδιωτικών κεφαλαίων.