Η επαφή του με τη «Γενούφα» ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά. Το αριστουργηματικό έργο του Λέος Γιάνατσεκ έγινε αμέσως από τις αγαπημένες του όπερες, αφού η εξέλιξή της αγγίζει την ψυχή του. Ετσι λοιπόν ο Γιώργος Σουγλίδης τους τελευταίους μήνες, παρά τις προκλήσεις που αντιμετώπισε στην πορεία, προετοιμάζεται για τη νέα παραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής που ανοίγει τη φετινή σεζόν. Στην πρώτη πανελλήνια παρουσίαση της «Γενούφας», σε σκηνοθεσία Νίκολα Ράαμπ και μουσική διεύθυνση Λουκά Καρυτινού, υπογράφει τα σκηνικά και τα κοστούμια των πρωταγωνιστών Ζαμπίνε Χογκρέφε και Φρανκ βαν Ακεν.
Ο διεθνώς αναγνωρισμένος δημιουργός μαζί με τη Ράαμπ προτείνουν μια κλασική ανάγνωση του έργου και βλέπουν τον ωμό ρεαλισμό της ιστορίας μέσα από μια ποιητική διάσταση. «Θέλαμε να δώσουμε την ψυχή του έργου, οπότε δεν θέλαμε γαρνιτούρες στο σκηνικό. Θέλαμε να είναι μίνιμαλ δίνοντας την “καρδιά” του. Το σπίτι είναι πολύ σημαντικό στοιχείο του σκηνικού, είτε σαν κτίριο είτε σαν μύλος είτε σαν το σπίτι της μητριάς της Γενούφας. Αυτό περνάει διάφορα στάδια αποσύνθεσης όταν η φύση παίρνει έναν τεράστιο ρόλο και η εικόνα παίζει με τα δέντρα και τους τοίχους» αναφέρει ο Σουγλίδης.
Το δάσος επί σκηνής λειτουργεί σαν μια αναφορά στην κλειστοφοβική ατμόσφαιρα και τους αυστηρούς κανόνες της κοινωνίας, από τους οποίους κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει. «Σε κάθε πράξη έχουμε χρησιμοποιήσει ένα μοτίβο που προβάλλεται πάνω στους λευκούς τοίχους του σπιτιού. Στην πρώτη υπάρχει ένας μύλος ενώ στη δεύτερη η πόρτα του δωματίου της Γενούφας. Στην τρίτη, τα δέντρα του δάσους που έχουν μπει μέσα στο σπίτι και γίνονται ένα μ’ αυτό» υπογραμμίζει ο σκηνογράφος.
ΚΟΣΤΟΥΜΙΑ. Ως προς τα κοστούμια, εκεί η προσέγγιση είναι διαφορετική. Ολες οι φορεσιές έχουν επιρροές από τη μοραβική ύπαιθρο σε γήινες αποχρώσεις, ενώ θα χρησιμοποιηθούν επίσης και εντυπωσιακά παραδοσιακά τσεχικά κοστούμια. «Τα κοστούμια είναι περίπου στην εποχή του Γιάνατσεκ, το 1905 δηλαδή. Είναι τα καθημερινά ρούχα ενός χωριού ενώ μέσα σ’ αυτά υπάρχουν και 32 παραδοσιακά τσεχικά» επισημαίνει ο Σουγλίδης.
Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που ο σκηνογράφος και ενδυματολόγος ενώνει τις δημιουργικές του δυνάμεις με τη Νίκολα Ράαμπ, αφού οι δυο τους είναι τακτικοί συνεργάτες. Ο ίδιος σπούδασε σχεδιασμό εσωτερικού χώρου και σκηνογραφία στο Λονδίνο και πια βρίσκεται εδώ και 33 χρόνια στην ενεργό δράση. Εχει συνεργαστεί με σπουδαία φεστιβάλ, όπως των Ζάλτσμπουργκ, Μπρέγκεντς, Αθηνών και Επιδαύρου, Γκάρσινγκτον (Αγγλία), Σαβονλίνας (Φινλανδία), με τα λυρικά θέατρα Σικάγου, Ρώμης, Λισαβόνας, Σκωτίας, Βόρειας Ιρλανδίας, Γκέτεμποργκ, Mπέργκεν (Νορβηγία), Βαλένθιας, καθώς επίσης με την Οπερα Νορθ, τη Νέα Οπερα Μόσχας, τη Βασιλική Οπερα Δανίας, το Βασιλικό Μπαλέτο Αγγλίας, το Μπαλέτο Σκωτίας, τον Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου, το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος κ.ά. Αυτή τη στιγμή συνεργάζεται με την Οπερα του Μόντε Κάρλο και το Φεστιβάλ της Οράγγης. Με την Εθνική Λυρική Σκηνή έχει συνεργαστεί σε αρκετές παραγωγές όπως «Οι δαιμονισμένοι» του Χάρη Βρόντου, «Το ελιξίριο του έρωτα», «Ο φυλακισμένος», Ορφέας και Ευρυδίκη», «Καβαλερία ρουστικάνα», «Παλιάτσοι», «Ξέρξης», «Ετσι κάνουν όλες» και «Κάρμεν». Ελαβε μέρος στην Εκθεση Σκηνογραφίας Πράγας και στην έκθεση «Collaborators» στο Μουσείο Βικτωρίας και Αλβέρτου του Λονδίνου.