Η δημοσιοποίηση των πρακτικών των συζητήσεων της ηγεσίας των Σκοπίων για τη συμφωνία με την Ελλάδα συνιστά πλήρη εξευτελισμό της κυβέρνησης, του Πρωθυπουργού, του υπουργού Εξωτερικών και της «επάρκειας» με την οποία «διαπραγματεύθηκαν».
Αυτό που ήταν από την πρώτη στιγμή φανερό, ότι δηλαδή έχουμε να κάνουμε με μία εντελώς ετεροβαρή, εκτρωματική, επικίνδυνη συμφωνία για τα συμφέροντα της χώρας, πιστοποιήθηκε από τα ίδια τα κείμενα της άλλης πλευράς, από τα οποία προκύπτει και η βιασύνη της να «κλείσει» με Τσίπρα, Κοτζιά και Καμμένο (γιατί, παρά τα όσα αυτός λέει, είναι μέλος της συγκυβέρνησης, αρχηγός κόμματός της και υπουργός Αμυνας, αν δεν το θυμάται.) Τα κείμενα καθιστούν αδήριτο δεδομένο ότι για τη σκοπιανή ηγεσία οι παραπάνω ήταν οι πιο «εύκολοι» συζητητές από ελληνικής πλευράς, ότι το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν να τελειώνουν όπως όπως και να κλείσουν μία συμφωνία χωρίς πολλά πολλά, ότι η υποχωρητικότητά τους ήταν τέτοια που εξέπληξε (θετικά φυσικά) ακόμα και τους Σκοπιανούς που, βέβαια, έσπευσαν να αδράξουν την ευκαιρία – και θα το είχαν επιτύχει αν δεν τους είχε σταματήσει ο ίδιος ο λαός τους σε ένα δημοψήφισμα στο οποίο, τελικά, γύρισε την πλάτη.
Οι συζητήσεις που ήρθαν στο φως απέδειξαν ότι η «διαπραγμάτευση» Τσίπρα – Κοτζιά δεν έχει καμία διαφορά από τη «διαπραγμάτευση» Τσίπρα – Βαρουφάκη στις Βρυξέλλες το 2015, η οποία οδήγησε σε άλλου είδους καταστροφή. Σε ένα ακόμα αχρείαστο Μνημόνιο όταν ο Σαμαράς είχε επιτύχει να κλείσει ουσιαστικά την τελευταία αξιολόγηση και αυτό που τον σταμάτησε ήταν ένα αδίστακτο πολιτικό παιχνίδι της Γερμανίας και των Βρυξελλών. Που αθέτησαν τις δικές τους υποχρεώσεις και άνοιξαν έτσι τεχνητά τον δρόμο στην πτώση του και στην άνοδο Τσίπρα με όχημα την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Σήμερα το Βερολίνο παρεμβαίνει πάλι ευθέως διά του Τσίπρα στην ελληνική εσωτερική μα και εξωτερική πλέον πολιτική. Ξαφνικά συζητά τη μη περικοπή των συντάξεων (αυτοτελώς καλό νέο, πλην άθλια η εξόφθαλμη συναλλαγή με Σκοπιανό και εκλογές), ενώ κάνει τον βλάκα σε παροχές και προσλήψεις που εξαγγέλλει η κυβέρνηση. Η γερμανική πολιτική φροντίζει όσο μπορεί το αγαπημένο της παιδί στην Ελλάδα. Αφού πρώτα έσπρωξε αποφασιστικά τον Τσίπρα προς την εξουσία στα τέλη του 2014, τώρα κάνει ό,τι μπορεί για να τον σπρώξει εκ νέου στην αποφυγή μιας πλήρους επερχόμενης εκλογικής κατάρρευσης. Και είναι λογικό αφού αποδείχθηκε ο πιο αποτελεσματικός και πιστός άνθρωπός τους.
Στο θέμα των Σκοπίων όμως ουδείς εξ αυτών υπολόγισε έγκαιρα τον «αστάθμητο παράγοντα» του εκεί εκλογικού σώματος που ανατίναξε τη συμφωνία των Πρεσπών. Εξίσου ουδείς υπολόγισε, με την έννοια ότι ενδιαφέρθηκε, την αντίδραση του ελληνικού λαού ακριβώς επειδή ο Τσίπρας «εγγυάται» ότι στην Ελλάδα ο λαός δεν έχει καμία σημασία, ότι η αντίδρασή του μπορεί εύκολα να ξεπεραστεί με το γελοίο «είναι ακροδεξιοί».
Τσίπρας, Καμμένος και Κοτζιάς, η κυβέρνηση και τα κόμματά τους, έχουν περιέλθει πλέον σε εξαιρετικά δεινή θέση μετά τις εξελίξεις στα Σκόπια. Ας το καταλάβουν όσο προλαβαίνουν κι ας κάνουν αμέσως πίσω. Είναι το μόνο που τους απομένει πριν έρθουν τα χειρότερα τόσο για τους ίδιους όσο, κυρίως, για την Ελλάδα.