Ενα ισχυρό σοκ ενίσχυσης της εμπιστοσύνης αναζητούν εναγωνίως οι επενδυτές σε Χρηματιστήριο και αγορά ομολόγων, προκειμένου το διαρκές σφυροκόπημα το οποίο δέχονται οι τιμές να μη διαβρώσει καταλυτικά την ελληνική οικονομία. Ο ιταλικός τυφώνας τον οποίο πυροδοτεί η άνευ προηγουμένου σύγκρουση της Ρώμης με τις Βρυξέλλες ενισχύεται περαιτέρω από εγχώριους παράγοντες ανησυχίας αναφορικά με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές τράπεζες σε περιβάλλον «μη καθαρής εξόδου» και με το βαρίδι των κόκκινων δανείων να απαιτεί ριζικές λύσεις.
Σπασμωδικές κινήσεις, όπως οι κυβερνητικές διαρροές για τη δημιουργία ενός ειδικού σχήματος απορρόφησης μεγάλου μέρους των κόκκινων τραπεζικών δανείων με την εγγύηση του ελληνικού Δημοσίου, εκ των πραγμάτων κρίνοντας, δεν έχουν αποτέλεσμα. Η Fitch μάλιστα χθες προειδοποίησε πως αυτό το ειδικό σχήμα θα μπορούσε να ανακόψει το ξεπούλημα των τραπεζικών μετοχών, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα προκαλέσει ζημιά στους ιδιώτες επενδυτές. Κανείς όμως από την κυβέρνηση δεν έχει παρουσιάσει «καθαρό» σχέδιο.
Κόντρα στο σφυροκόπημα πάντως, η Fitch αξιολογώντας την άρση των capital controls (για αναλήψεις εσωτερικού) προχώρησε χθες σε αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας των τεσσάρων τραπεζών από την κατηγορία της περιορισμένης χρεοκοπίας στην κατηγορία CCC.
ΣΦΥΡΟΚΟΠΗΜΑ. Η χθεσινή ημέρα ήταν εφιαλτική τόσο για την αγορά ομολόγων όσο και το Χρηματιστήριο. Τα ελληνικά δεκαετή ομόλογα βρέθηκαν κοντά στα υψηλά έτους (4,66% η απόδοση, μία μονάδα πάνω σε σχέση με το χαμηλό 3,6% του περασμένου Φεβρουαρίου), κλειδώνοντας την αδυναμία εξόδου του ελληνικού Δημοσίου στις αγορές, την ώρα που ο Ευκλείδης Τσακαλώτος αναζητούσε επενδυτές στην Ασία.  Σε συνέντευξή του στο Nikkei Asian Review κάλεσε τους επενδυτές να αξιοποιήσουν το πλεονέκτημα του πρώτου παίκτη, με απλά λόγια να τοποθετηθούν πριν αρχίσουν οι τιμές να ανεβαίνουν…
Μέχρι σήμερα, μετά την έξοδο από το Μνημόνιο, αντί οι τιμές να ενισχύονται, διαρκώς υποχωρούν και οι αποδόσεις ανεβαίνουν σε περιβάλλον αυξανόμενου ρίσκου. Από τα χαμηλά του έτους (3,6%) οι αποδόσεις στο ελληνικό δεκαετές έχουν αυξηθεί κατά 13,1%, επίδοση η οποία μοιάζει περιορισμένη σε σχέση με την αντίστοιχη της Ιταλίας (άνοδος 79,8% από το χαμηλό 1,713% σε 3,626% εντός του 2018). Η ιταλική κυβέρνηση όμως διαμηνύει ότι περιφρονεί τις αγορές, η ελληνική όλο το προηγούμενο διάστημα πουλούσε το στόρι της «καθαρής εξόδου». Κόντρα στο αφήγημα της «καθαρής εξόδου» κινείται και το Χρηματιστήριο. Μετά το κραχ της περασμένης εβδομάδας, με επίκεντρο τις τραπεζικές μετοχές( -6,45% ο κλαδικός δείκτης σε νέο χαμηλό 32 μηνών), χθες το ταμπλό κοκκίνισε και πάλι με τη συνολική κεφαλαιοποίηση να υποχωρεί στα 47,4 δισ. ευρώ, από 54,3 δισ. ευρώ στις αρχές του έτους. «Καπνός» έχουν γίνει 7,2 δισ. ευρώ. Επιμέρους στις τράπεζες, η χρηματιστηριακή αξία των 8,876 δισ. ευρώ στις 29 Δεκεμβρίου 2017, σύμφωνα με στοιχεία της Alpha Trust, χθες έσπασε το φράγμα των 5 δισ. ευρώ (4,986 δισ. ευρώ) ή 3,890 δισ. ευρώ χαμηλότερα.
 
ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΕΙΣ. Αναλυτές και θεσμοί προειδοποιούν προς κάθε κατεύθυνση για τους κινδύνους. Ο Κλάους Ρέγκλινγκ, επικεφαλής του ESM, εξέπεμψε μέσω Bloomberg σήμα κινδύνου εκφράζοντας ανησυχία για τις εξελίξεις και σημειώνοντας πως «ο δημόσιος τομέας της Ιταλίας δεν θα αισθανθεί τις επιπτώσεις πολύ γρήγορα, αλλά βλέπουμε τις συνέπειες στον τραπεζικό τομέα που επηρεάστηκε σχεδόν άμεσα και ελπίζω αυτό να το λάβει υπόψη της η ιταλική κυβέρνηση».
Η γερμανική επενδυτική τράπεζα Berenberg σε ανάλυσή της εκτιμά πως οι κίνδυνοι από τις κινήσεις της «ριζοσπαστικής» κυβέρνησης της Ιταλίας εγκυμονούν κινδύνους νέας κρίσης χρέους στην ευρωζώνη και σε συνδυασμό με τις εμπορικές εντάσεις και την άνοδο των τιμών του πετρελαίου ρίχνουν βαριά σκιά στις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας.
Σε έναν παραλληλισμό με την Ελλάδα, η τράπεζα σημειώνει πως η ιταλική οικονομία είναι δέκα φορές μεγαλύτερη της ελληνικής και ενώ κατά τη σύγκρουση της κυβέρνησης Τσίπρα με τους δανειστές το καλοκαίρι του 2015 η ευρύτερη ευρωζώνη δεν είχε σχεδόν καμία επίπτωση, μια ιταλική κρίση θα έπληττε σφόδρα το σύνολο της ζώνης του ευρώ για ένα διάστημα.
ΔΝΤ. Προς το παρόν, σε επίπεδο προβλέψεων η ελληνική οικονομία δεν φαίνεται να αντιμετωπίζει πρόβλημα. Αν το σκηνικό αναταραχής και αβεβαιότητας παραταθεί επί μακρόν δεν υπάρχει αμφιβολία πως τα δεδομένα θα αλλάξουν.
Το ΔΝΤ χθες ανέβασε τις εκτιμήσεις του για ρυθμό ανάπτυξης 2% φέτος και 2,4% το 2019, ενώ δεν φαίνεται να μεταβάλλει τις εκτιμήσεις του για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ φέτος έως και το 2022. Τα μηνύματα που θα στείλουν για τις συντάξεις Λαγκάρντ και Τόμσεν από το Μπαλί, όπου διεξάγεται η ετήσια Σύνοδος του Ταμείου, αναμένονται με ενδιαφέρον.