Συνάντηση στο Canal café, στο Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Στο τραπέζι μας διπλός και μονός καπουτσίνο. Ο αποδέκτης καλλιτεχνικών αιτημάτων, μαέστρος των γραφειοκρατικών χειρισμών, αλλά και αφοσιωμένος ξεναγός της μουσικής στο ευρύ κοινό αναλογίζεται το πέρασμα του χρόνου και των αλλαγών στους προσωπικούς του ρυθμούς. Οι διαφορετικές ιδιότητες και το σύνολο των απαιτήσεων που βιώνει εδώ και ενάμιση χρόνο δείχνουν ότι ο Γιώργος Κουμεντάκης μπορεί να επεξεργάζεται την αντιστικτική γραφή όχι μόνο σε παρτιτούρες αλλά να την εκφράζει και στην ίδια τη ζωή.
«Με βρήκε το καλό και το κακό μαζί. Επειδή δουλεύω με εξαντλητικούς ρυθμούς, χάνω την αίσθηση του χρόνου. Μου φαίνεται σαν μια αιωνιότητα, σαν άπειρος χρόνος με καλές και κακές στιγμές. Είναι ένας οργανισμός που έχει τα θέματά του, τα προβλήματά του και επίσης ένας χώρος – πρόκληση (σ.σ.: οι νέες εγκαταστάσεις της ΕΛΣ στο ΚΠΙΣΝ). Μέσα εδώ πρέπει να είμαστε θετικοί και ταυτόχρονα πολύ αποδοτικοί. Στόχος μας είναι να αξιοποιήσουμε πλήρως τις δυνάμεις μας για να αναδείξουμε αυτό που είναι η όπερα σήμερα.
ΝΕΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ. Η όπερα είναι ένα είδος σε συνεχή ανανέωση. Διαρκώς ξεπηδούν νέες δυνάμεις και με αυτόν τον τρόπο ανατρέπεται η λογική του ξεπερασμένου είδους. Είμαι ευτυχής γιατί η πραγματικότητα αποδεικνύει συνεχώς ότι η όπερα δεν θα πεθάνει, γιατί σαν είδος τέχνης εμπεριέχει τα πάντα και είναι βαθιά λαϊκό. Σε σχέση με το κοινό, η Εθνική Λυρική Σκηνή έχει πιάσει τα άκρα: από το μη εξειδικευμένο κοινό – το οποίο και αγαπάμε ιδιαίτερα – έως τους ειδικούς με την απόλυτη γνώση. Εχουμε ένα άνοιγμα βεντάλιας από τη νεότητα μέχρι τις μεγαλύτερες ηλικίες, από τα λαϊκά στρώματα έως τους αστούς και τους μεγαλοαστούς. Είναι πια δεδομένο με τις δύο σκηνές, την Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος και την Εναλλακτική, καθώς το πρόγραμμα της μίας τροφοδοτεί την άλλη. Αυτές οι μετακινήσεις μεταξύ των σκηνών προκαλούν την αθρόα προσέλευση του κόσμου. Αν λοιπόν η περασμένη χρονιά έκλεισε με sold out παραγωγές και στις δύο σκηνές (η Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος στο 100% και η Εναλλακτική γύρω στο 90%), φανταστείτε τι θα συνέβαινε αν είχαμε και μία πιο εύκολη πρόσβαση, δηλαδή μία στάση μετρό κ.λπ.».
Απολογισμός. Ενας πρώτος απολογισμός δείχνει ότι ο Γιώργος Κουμεντάκης έχει αξιοποιήσει το νέο κέντρο πολιτισμού, τις υποδομές του αλλά και τη συλλογική περιέργεια του κόσμου να αφεθεί στην εμπειρία του καινούργιου, μέσα στο οποίο «νέο» εμπεριέχεται και το είδος του λυρικού θεάτρου.
«Το είδος της όπερας είναι ανοιχτό για ερμηνείες και συγκινησιακή και συναισθηματική ταύτιση του κόσμου. Ετσι όπως εμείς το αντιλαμβανόμαστε δεν υπάρχει μόνο η όπερα του 18ου και 19ου αιώνα. Είναι και η όπερα από την Αναγέννηση έως τις μέρες μας, είναι η μη όπερα, το μουσικό θέατρο, είναι η τέχνη του οτιδήποτε συμπεριλαμβάνει το κομμάτι του δρώμενου. Στην ουσία των παραστατικών τεχνών σήμερα η Λυρική Σκηνή είναι παρούσα. Αλλά και στα εικαστικά η Λυρική είναι παρούσα με τον κύκλο “Μουσική και εικαστικές τέχνες” που κάνουμε με τον οργανισμό ΝΕΟΝ στις τρεις συμπαραγωγές στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος και με πρώτο μας προσκεκλημένο φέτος τον Νίκο Ναυρίδη. Το πρόγραμμα διασυνδέει σύγχρονους εικαστικούς και σκηνοθέτες ή και παραγωγούς ταινιών με τη “ζωντανή” εκτέλεση συμφωνικής μουσικής. Είναι μια διαφορετική ερμηνεία του πώς διαχειρίζεσαι και πώς εκμεταλλεύεσαι μία αίθουσα όπερας: υπάρχει ένα δρώμενο επί σκηνής που επαναπροσδιορίζει την αίσθηση του χώρου, καθώς ο κόσμος μετακινείται εμπρός, πίσω και κάτω από τη σκηνή, ενώ ο ήχος είναι παρών και ο θεατής βρίσκεται σε άμεση επαφή με το δρώμενο. Είναι ένα ανοιχτό σύστημα που συνδέει τον δέκτη με το αρχιτεκτόνημα και έχει στόχο να επικοινωνήσει με το μεγάλο κοινό. Ο ελιτισμός να απευθύνεσαι σε συγκεκριμένες κατηγορίες κοινού είναι κάτι που δεν με εκφράζει. Νομίζω ότι και με τη μουσική μου το έχω αποδείξει αυτό, με τη συνύπαρξή μου με την Ομάδα Εδάφους, με όπερες, με θέατρα. Χωρίς εκπτώσεις. Και βέβαια με τη “Φόνισσα” που ο κόσμος την αγκάλιασε θερμά. Την ίδια στιγμή χαίρομαι πολύ που έχουμε την ευκαιρία να συστήνουμε για πρώτη φορά στο ελληνικό κοινό μια όπερα η οποία βασίζεται σε ένα σπουδαίο θεατρικό έργο. Eνα έργο το οποίο θα τολμούσα να παραλληλίσω με τη “Φόνισσα” του Παπαδιαμάντη. Πρόκειται για τη “Γενούφα” του Λέος Γιάνατσεκ, ένα αριστούργημα του 20ού αιώνα, όπου η γυναικεία υπόσταση βάλλεται από παντού.
ΑΝΘΡΩΠΟΦΑΓΙΑ. Πολλές φορές αισθάνομαι ότι είναι πολυτέλεια να συζητάμε για τέτοιες έννοιες σε μία εποχή απίστευτα σκληρή και διεστραμμένη. Αναρωτιέμαι αν η τέχνη μπορεί να μας βοηθήσει να βελτιώσουμε μια κοινωνία, κομμάτια της οποίας έχουν αποκτηνωθεί και ευχαριστιούνται με την ανθρωποφαγία. Με έχει σοκάρει και προβληματίσει το περιστατικό με το λιντσάρισμα ενός νέου αδύναμου ανθρώπου σε δημόσια θέα. Πρέπει να μιλήσουμε ανοιχτά, ο καθένας μέσα από τον δικό του χώρο και να προσπαθήσουμε να επαναπροσδιορίσουμε τις αξίες, τις σταθερές μας και να επαναφέρουμε την κοινή λογική».
Γλώσσα κοινή υπάρχει όμως για μία τέτοια συνομιλία με τον κόσμο και την κοινωνία του;
«Αυτό που λείπει είναι η καλλιέργεια. Στον οργανισμό έχουμε εκπαιδευτικό τμήμα, μέσα από το οποίο προσεγγίζουμε πολύ προσεκτικά τα θέματα που θα θίξουμε, λόγω των ειδικών συνθηκών και προβλημάτων της κοινωνίας μας. Εχω δει ακραίες συμπεριφορές εντός και εκτός του οργανισμού, ακόμη και ανάμεσα στο κοινό. Πράγματα που πίστευα ότι μέσα στον πολιτισμό θα είχαν αμβλυνθεί. Κι όμως καμιά φορά βλέπουμε ότι οξύνονται.
Ο ρυθμός αλλάζει και η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από το αν η σύγχρονη μουσική μπορεί να συλλάβει το νόημα της εποχής. Αν οι σημερινές αλλαγές εκφράζονται μέσα στην τέχνη, ώστε αυτή να γίνει η γλώσσα του κόσμου, όπως ήταν για παράδειγμα στα 60s η δυναμική του ροκ. «Και η σύγχρονη μουσική μίλησε τότε. Ολα αυτά που είχε κάνει ο Ξενάκης, ο Κέιτζ είχαν έναν πυρήνα ανατρεπτικό, σχεδόν αναρχικό και έφτανε στον κόσμο. Ως δημιουργό με ενοχλεί το γεγονός ότι επιβλήθηκε ο ακαδημαϊσμός και ο πουριτανισμός εκεί που η κοινωνία προκαλούσε ή την προκαλούσαν κάποιες εμπνευσμένες περιπτώσεις ανθρώπων που ήθελαν να δουν διαφορετικά τη ζωή, έως το ’70. Δυστυχώς στο διάστημα από το ’80 έως το 2000 επικράτησε η αδιαφορία. Ζήσαμε έντονα τη διαδικασία της μετάλλαξης του μικροαστού σε μεγαλοαστό, τότε που τα χρήματα έρρεαν μέσα σε μία εποχή με τα πρότυπα του λάιφσταϊλ πολυτελείας. Ηταν ένα σύστημα με πλούσιες παροχές που δεν είχε καμία σχέση ούτε με την πνευματικότητα ούτε και με μια γλώσσα ανατρεπτική. Ετσι βρέθηκαν και τα αντίστοιχα πρόσωπα – ιδιαίτερα στους θεσμούς που εξυπηρετούσαν αυτή τη λογική. Οπότε είχαμε και την επίσημη σφραγίδα ότι ένα κομμάτι έπρεπε να περάσει σε ύπνωση και ήταν όλα σε πλήρη ηρεμία. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπήρχαν πάντα καλλιτέχνες οι οποίοι προσπαθούσαν να διαλύσουν τον καθησυχασμό. Τώρα που τα πράγματα έφτασαν εδώ βλέπω να αναδύονται παράλληλες φωνές που ενισχύουν τη διαφορετικότητα και την πρόκληση από κάθε άποψη. Δηλαδή βάζουν ένα σημείο μεγαλύτερης δυσκολίας, σε σύγκριση με τότε που όλα ήταν εύκολα σαν τα προϊόντα της τηλεόρασης: μία μασημένη τροφή την οποία έδινες στον κόσμο. Τώρα βλέπω ότι αυτό ο κόσμος δεν το θέλει, βαρέθηκε. Αυτές είναι οι πιο υγιείς δυνάμεις. Αν μπορέσουμε λοιπόν να προσελκύσουμε με τη δουλειά μας, τον προγραμματισμό μας και τη φιλοσοφία μας αυτόν τον κόσμο, νομίζω θα είμαστε πάρα πολύ τυχεροί.
ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ. Βλέπω την ανησυχία των νέων καλλιτεχνών. Κανείς τους δεν έρχεται να μας προτείνει ένα καθησυχαστικό, μπανάλ θέμα χωρίς λόγο ύπαρξης. Ολοι μπαίνουν σε μια διαδικασία σκέψης και προβληματισμού. Εχουν γίνει οι αντίστοιχες διεργασίες μέσα τους πριν έρθουν να μας δουν, για να αρθρώσουν έναν άλλο λόγο. Είναι ωραίο που έχουμε τις δυνατότητες σήμερα να τους δώσουμε τις ευκαιρίες για να μπορέσουν να εκφραστούν. Αυτό είναι μεγάλο μέρος του χρόνου μου που με απασχολεί: οι σχέσεις των δημιουργών, που διαμορφώνονται με ένστικτο. Δεν με ενδιαφέρει αν το αποτέλεσμα θα είναι πλήρως επιτυχημένο, αρκεί να αφήσει ένα έντονο στίγμα. Αλλωστε είναι μια εποχή δοκιμής. Σε αυτό λοιπόν το μεταβατικό στάδιο, η σπουδαία δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος δίνει τη δυνατότητα στη Λυρική Σκηνή να είναι παρούσα. Διαφορετικά ας μέναμε στα Ολύμπια».
Και η μουσική σύνθεση; «Εχω σχεδιάσει μία καινούργια όπερα και επιδιώκω να την τελειώσω ώστε να είναι έτοιμη να παιχτεί προς το τέλος του 2021. Το θέμα της θα μπορούσε να πει κανείς ότι έχει σχέση με όλη αυτή την ανθρωποφαγία που συζητάμε. Πραγματεύεται ένα θέμα με πολιτικές προεκτάσεις που δεν αφορά μόνο την Ελλάδα. Στην παρούσα στιγμή δεν θα ήθελα να πω περισσότερα. Τον Αύγουστο που πέρασε βυθίστηκα στον σχεδιασμό και την περιπέτεια που συνοδεύει τη σύνθεση. Αλλά δεν κατόρθωσα να γράψω, γιατί η σύνθεση απαιτεί άλλες συνθήκες.
Στοίχημα. Προσωπικό μου στοίχημα είναι να βγάλω στην επιφάνεια μια νέα δημιουργικότητα και να φύγω από τη Λυρική πιο έξυπνος και όχι πιο χαζός. Τα χιλιάδες καθημερινά μικροπροβλήματα της διοίκησης αισθάνομαι συχνά ότι με απορροφούν και δεν μου επιτρέπουν να ασχοληθώ σε βάθος με τα ουσιαστικά θέματα. Με τον ίδιο τρόπο που η διαδικασία της σύνθεσης με κάνει να αισθάνομαι δημιουργικός, οι χιλιάδες εργατοώρες για να λύσω τα διοικητικά – οικονομικά ζητήματα του οργανισμού με κάνουν να νιώθω ότι χάνω κάτι από την ουσία μου. Καθώς δίνεις τεράστιους αγώνες να εξηγείς προς πάσα κατεύθυνση ότι τα χρήματα του προϋπολογισμού δεν αρκούν, οι δημιουργικές ιδέες, οι σκέψεις για ανάπτυξη και φυγή προς τα μπρος μοιάζουν να εξατμίζονται. Ομως εμείς θα συνεχίσουμε με πείσμα να δίνουμε το στίγμα της ανθρωπιάς μέσα από τον πολιτισμό. Η τέχνη είναι ο καλύτερος συνταξιδιώτης για να αντιμετωπίσει κανείς την άθλια πραγματικότητα».