Tην ώρα που διαβάζετε αυτές τις γραμμές, πιθανόν να ακούτε τις σειρήνες συναγερμού της Πολιτικής Αμυνας να ηχούν, καθώς είναι προγραμματισμένο να τεθούν σε λειτουργία στις 11 λόγω της άσκησης «Παρμενίων 2018». Μόνο που στα πέντε λεπτά που θα περάσουν ώσπου να ακουστεί το σήμα λήξης δεν θα χρειαστεί ούτε καν να μετακινηθείτε από την καρέκλα σας.

Ογδόντα χρόνια πριν, ωστόσο, ο ίδιος ήχος ήταν αρκετός για να σηκώσει ολόκληρες γειτονιές στο πόδι και να τις οδηγήσει σε χώρους υπόγειους και ασφαλείς που μπορεί να βρίσκονταν σε υπόγεια πολυκατοικιών ή στα σωθικά ενός λόφου ή ενός βουνού: στα καταφύγια, των οποίων ο αριθμός, μόνο την περίοδο 1936-1940, έφτανε τα 400 (χωρίς να υπολογιστούν τα ιδιωτικά, τα οποία εκτιμώνται σε αρκετές εκατοντάδες), ικανά να φιλοξενήσουν έως και 40.000 άτομα. Σήμερα όμως υγρά, σκοτεινά, εγκαταλελειμμένα, απρόσιτα και εν πολλοίς άγνωστα – λιγότερα από 100 – αποτελούν τους αδικημένους μάρτυρες της Ιστορίας του 20ού αιώνα.

«Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι περνάμε καθημερινά από πάνω τους, κι όμως αγνοούμε την ύπαρξή τους» λέει στα «ΝΕΑ» ο Κωνσταντίνος Κυρίμης, ο οποίος ξεκίνησε, υποκινούμενος από την αγάπη του για την Ιστορία, να αναζητήσει το αποτύπωμά τους σε διαφορετικές γωνιές της Ελλάδας, με αποτέλεσμα να έχει εντοπίσει και εξερευνήσει περί τα 80, ενώ έχει στα σκαριά το τρίτο του βιβλίο σχετικά με το θέμα.

ΣΕ ΚΑΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ. Τα μεγαλύτερα και εντυπωσιακότερα βρίσκονται στην Αθήνα, αλλά είναι κι εκείνα που είναι στη χειρότερη κατάσταση. «Εχουν υποστεί μεγάλες καταστροφές. Κάποια έχουν μετατραπεί σε αποθήκες, αλλά σε κάβες, κάποια ακόμη και σε βουστάσια. Κάποιες φορές βρίσκω παλιά πυρομαχικά, τρωκτικά, πεσμένες οροφές… Ποτέ δεν ξέρεις τι θα συναντήσεις, αλλά αξίζει το ρίσκο, διότι έχουν ιδιαίτερη σημασία για την ιστορία της πόλης» συνεχίζει ο ερευνητής, ο οποίος θα παρουσιάσει 14 καταφύγια σε Αθήνα και Πειραιά στο πλαίσιο των εκδηλώσεων «12 Οκτωβρίου 1944. Η Αθήνα ελεύθερη», οι οποίες συνδιοργανώνονται από το Ιδρυμα της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία, την Περιφέρεια Αττικής, τον Δήμο Αθηναίων, τα Γενικά Αρχεία του Κράτους, την ΕΡΤ και την Αθήνα 2018 – Παγκόσμια Πρωτεύουσα Βιβλίου, με επιστημονικό υπεύθυνο τον δρα Ιστορίας Μενέλαο Χαραλαμπίδη.

Πόσοι είναι εκείνοι λοιπόν που γνωρίζουν ότι ένα από τα μεγαλύτερα – εμβαδού 400 τ.μ., με τέσσερις εισόδους, επτά θαλάμους, 20 βοηθητικούς χώρους και δύο εξόδους διαφυγής, με εκτιμώμενη χωρητικότητα 400 ατόμων, βρίσκεται μόλις 50 μ. από την Πλατεία Συντάγματος, επί της οδού Καραγεώργη Σερβίας 10 και σε βάθος που φτάνει τα 7 μ.; «Αν και βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας, μόνο όσοι εργάζονται εκεί γνωρίζουν την ύπαρξή του. Χρειάστηκαν τρεις επισκέψεις και μια τεράστια αρμαθιά κλειδιών που βρήκαμε σταδιακά για να μπορέσουμε να το εξερευνήσουμε. Ηταν πλημμυρισμένο για χρόνια, με αποτέλεσμα το κάτω μέρος των θωρακισμένων θυρών να έχει λιώσει!» λέει ο ερευνητής, ο οποίος άρχισε την περιπέτειά του στα καταφύγια που δημιουργήθηκαν από το 1936 έως την κατάργηση του σχετικού νόμου το 1956 με μια εξερεύνηση σε ένα παλιό καταφύγιο του Πειραιά.

Κι αν το καταφύγιο μια ανάσα από την Πλατεία Συντάγματος φαντάζει μεγάλο, απέχει ως προς τη χωρητικότητα από το μεγαλύτερο της Αττικής, στον λόφο του Αρδηττού, με ονομαστική δυνατότητα φιλοξενίας περίπου 1.300 ατόμων.

«Δεν ήταν απλή η διαδικασία κατασκευής ενός καταφυγίου. Η νομοθεσία που θεσπίστηκε επί Μεταξά ήταν πολύ αυστηρή και οι προδιαγραφές υψηλών απαιτήσεων. Οι τοίχοι, επί παραδείγματι, έπρεπε να είναι από μπετόν και να έχουν πάχος τουλάχιστον 30 εκ. Το πιο ισχυρό όμως βρίσκεται σήμερα κάτω από κεντρικό πολυκατάστημα της Αθήνας επί της οδού Πανεπιστημίου – φιλοξενεί τις αποθήκες του -, του οποίου οι τοίχοι έχουν πάχος 1 μ. και λόγω της ειδικής κατασκευής του επιτάχθηκε από τον Στρατό για την προστασία του επικοινωνιακού εξοπλισμού» συνεχίζει ο Κυρίμης.

ΣΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ. Ωστόσο, οι κανόνες δεν τηρούνταν πάντα. Κι ένας εξ αυτών που προέβλεπε να μην περνούν σωληνώσεις ύδατος μέσα από τα καταφύγια δεν τηρήθηκε σε μια περίπτωση στον Πειραιά. Το αποτέλεσμα ήταν οι «καταφυγιώτες» (έτσι αποκαλούσε ο Κώστας Βάρναλης στα «Καταφύγιά» του τους ανθρώπους στους οποίους είχε γίνει καθημερινότητα η επίσκεψη στα ειδικά κατασκευασμένα υπόγεια) κατά τη διάρκεια ενός βομβαρδισμού να πνιγούν, καθώς οι σωλήνες δεν άντεξαν και έσπασαν.

Για να τηρηθούν οι προδιαγραφές, το 1939 κι ενώ στέρευαν οι πρώτες ύλες, η έλλειψη σιδήρου ανάγκασε τους κατασκευαστές καταφυγίων στις εγκαταστάσεις σιδηροδρόμου Πειραιά να επιστρατεύσουν παλιές σιδηροτροχιές. Οι αυστηροί όροι και το υψηλό κόστος που συνεπαγόταν η κατασκευή καταφυγίων μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου αποτελούσαν βραχνά για τους κατασκευαστές πολυκατοικιών, οι οποίοι βάσει νόμου υποχρεούνταν να φτιάξουν καταφύγιο στην οικοδομή. Κι αυτό που κάποτε ήταν πλεονέκτημα – μάλιστα, υπήρχε και κομμωτήριο στην οδό Ερμού, στο διαφημιστικό του οποίου δεν αναφέρονταν μόνο οι παρεχόμενες υπηρεσίες, αλλά και ότι διαθέτει ασφαλές καταφύγιο! – εν καιρώ αποτέλεσε πρόβλημα, με αποτέλεσμα εργολάβος πολυκατοικίας στη Λεωφόρο Κηφισίας να πέσει έξω λόγω… καταφυγίου.

Ανάμεσα στα πιο εντυπωσιακά και από τα λίγα στρατιωτικά είναι το τετραώροφο – έχει ύψος 50 μ. – που κρύβεται στον Τούρλο της Αίγινας, όπως κι εκείνο του Λυκαβηττού – προσέξτε, την επόμενη φορά που θα ανεβείτε, την πόρτα στο δεξί δρομάκι της διχάλας (το αριστερό οδηγεί στο θέατρο) – που διαθέτει 150 μ. στοές και αποτελούσε «τα μάτια και τα αφτιά της πόλης και ήταν ενεργό ώς τη δεκαετία του ’70».