Αλλοτε, τρεις δολοφονίες δημοσιογράφων στην Ευρωπαϊκή Ενωση δεν θα γίνονταν ποτέ στατιστική. Θα ήταν πάντα μια τραγωδία. Αλλά τώρα; Μπορεί το σοκ να δώσει τη θέση του στην αριθμητική πρόσθεση; Μπορεί οι τρεις δολοφονίες μέσα σε έναν χρόνο να γίνουν τέσσερις, πέντε ή δέκα σε δύο χρόνια και η Ευρώπη να προσδιοριστεί γεωγραφικά ως ένας τόπος όπου το επάγγελμα του δημοσιογράφου δεν μπορεί να γίνει μόνο ενοχλητικό για όποιον ελέγχεται αλλά και επικίνδυνο για όποιον το ασκεί;

Αυτό που έως πρόσφατα ήταν αδιανόητο δείχνει σήμερα πιθανό. Γιατί η απόσταση που χωρίζει το ενοχλητικό από το επικίνδυνο είναι πλέον πολύ, μα πολύ μικρότερη από την απόσταση που χωρίζει τη Μάλτα όπου δολοφονήθηκε η Ντάφνε Καρουάνα Γκαλιζία, τη Σλοβακία όπου δολοφονήθηκε ο Γιαν Κούτσιακ και τη Βουλγαρία όπου δολοφονήθηκε η Βικτόρια Μαρίνοβα από πολλές χώρες της Ευρώπης. Ο,τι συνέβη εκεί μπορεί να συμβεί και αλλού. Και μπορεί να συμβεί και εδώ: σε μια χώρα όπου δημοσιογράφοι δεν έχουν μόνο απειληθεί ή βρίσκονται σε διαρκή απειλή εξαιτίας των απόψεων που εκφράζουν και μόνο, έχουν επιπλέον δαρθεί – και ο κατάλογος δεν είναι καθόλου μικρός.

Μοιάζει οξύμωρο: σε μια εποχή που τα παραδοσιακά Μέσα απειλούνται από τα σόσιαλ μίντια, οι άνθρωποί τους απειλούνται όσο ποτέ άλλοτε από την εξουσία. Ο έλεγχος έγινε ασφυκτικός στην Ουγγαρία και την Πολωνία, οι απόπειρες ελέγχου διαδέχθηκαν η μία μετά την άλλη στην Ελλάδα, τη σκυτάλη των επιθέσεων στον Τύπο από την Ελλάδα πήρε η Ιταλία όπου η κυβέρνηση «προέβλεψε» μόλις προχθές πως εφημερίδες θα κλείσουν και οι δημοσιογράφοι τους θα απολυθούν.

Είναι άλλο ασφαλώς να σε στέλνει ένας υπουργός στην ανεργία και άλλο να σε στέλνει ένας άγνωστος στο χώμα. Οταν όμως ο άγνωστος που σε στέλνει στο χώμα σχετίζεται με έναν πρωθυπουργό, όπως φαίνεται να συνέβη στη Μάλτα και τη Σλοβακία, η γραμμή που χωρίζει το ταμείο ανεργίας από το νεκροταφείο γίνεται εξαιρετικά λεπτή. Γιατί τότε έρχεται η ώρα της στατιστικής. Κι αυτό από μόνο του είναι μια τραγωδία.