Φεβρουάριος του 1990 και ο Πάνος Γεραμάνης πηγαίνει στο Πικέρμι για να συναντήσει τον ρεμπέτη Μιχάλη Δασκαλάκη στο μαγαζί του. Η συζήτηση προβάλλει τον νόμο του ρεμπέτικου, την αρχή του μάγκα, την αγάπη για τον Ολυμπιακό…
Είναι ο Μιχάλης Δασκαλάκης, ο αγνός ρεμπέτης, με θητεία 52 χρόνων στο πάλκο και 40 στη δισκογραφία. Ψηλός, φαλακρός, ντυμένος άψογα, με σπορ σακάκι, άσπρο ζιβάγκο, από πρώτη όψη σού δίνει την εντύπωση διανοούμενου ή και… διπλωμάτη. Στην ουσία και στην πραγματικότητα όμως πρόκειται για μετρ του τρίχορδου μπουζουκιού, ιδιόρρυθμο ερμηνευτή του καλού ρεμπέτικου και λαϊκού τραγουδιού και προπαντός για έναν άρχοντα της νυχτερινής διασκέδασης. Λειτουργεί πάντα με τις δικές του προδιαγραφές, τους δικούς του νόμους και συνήθειες.
Ο Μιχάλης Δασκαλάκης παραμένει και στις μέρες μας ένας αληθινός μάγκας Πειραιώτης, που παίζει και τραγουδάει πρώτα για τον εαυτό του και μετά για τους άλλους. Μισόν αιώνα και κάτι, από τα παιδικά του χρόνια μέχρι σήμερα, όσο βγαίνει στο πάλκο ο Μιχάλης Δασκαλάκης ποτέ του δεν δέχτηκε πλάι του γυναίκα τραγουδίστρια. Και το εξηγεί αυτό λέγοντας: «Λατρεύω και θαυμάζω τις γυναίκες. Αναγνωρίζω τον ρόλο και την προσφορά τους. Ομως εγώ δεν παραβιάζω ποτέ τις αρχές μου. Ο κόσμος που με ξέρει, με ακούει χρόνια ολόκληρα και με ακολουθεί , δεν με έχει συνηθίσει να τραγουδώ και να παίζω έχοντας στην ορχήστρα μου γυναίκες τραγουδίστριες. Η ρεμπέτικη, η λαϊκή ορχήστρα χαρακτηρίζονται από μία ιεροτελεστία. Το μπουζούκι είναι για άνδρες και μάλιστα για μάγκες».
Υπάρχουν σήμερα μάγκες;
«Η αλήθεια είναι ότι οι μάγκες όσο πάνε και λιγοστεύουν, αλλά υπάρχουν και σήμερα».
Τι σημαίνει για σας μάγκας;
«Τζέντλεμαν, κύριος, τίμιος άνθρωπος. Οι μάγκες είναι ευαίσθητοι άνθρωποι και άτομα με βαθύ κοινωνικό χαρακτήρα. Διαθέτουν μία ντομπροσύνη στις συναλλαγές τους και πάνω από όλα: οι μάγκες έχουν ψυχή, καλή καρδιά. Και όμως οι μάγκες είναι κοινωνικά παρεξηγημένοι και θεωρούνται άνθρωποι χαμηλής στάθμης. Αυτό το θεωρώ αδικία και το τραγουδώ».
Μετά την Απελευθέρωση άρχισε να δουλεύει σε μεγάλα λαϊκά κέντρα της Αθήνας. «Μπουκέτο» λεγόταν το πρώτο μεγάλο κέντρο όπου δούλεψε. Ηταν κοντά στο Μενίδι και περισσότερο γνωστό σαν «Γραβαράς». Ετσι λεγόταν ο ιδιοκτήτης του. «Το ωραιότερο μαγαζί της εποχής. Ερχόταν και διασκέδαζε ο καλός κόσμος της Αθήνας. Το ντεκόρ ήταν οι μεγάλοι καθρέφτες σε όλα τα σημεία του κέντρου. Είχε μεταξωτά τραπεζομάντιλα και ασημένια σερβίτσια».
Στις αρχές του ’50 – λέει ο Δασκαλάκης – γνωρίστηκα με τον Βαγγέλη Μανδρούλια ή γνωστότερο σαν Αλεξανδρειανό, επειδή είχε έλθει από την Αίγυπτο. Είχε ένα ωραίο μαγαζί στη Νέα Φιλαδέλφεια, την «Πίνδο». Συμφώνησα και πήγα εκεί για δουλειά. Ωραίο μαγαζί και αυτό. Με μόνιμη πελατεία την ελίτ της αθηναϊκής κοινωνίας αλλά τα Σαββατοκύριακα και τις σχόλες ερχόταν και απλός λαϊκός κόσμος.
Δούλεψε έως το 1963. Τα πρώτα χρόνια συνεργάστηκε στο πάλκο με τους Μανόλη Χιώτη, Γιάννη Τατασσόπουλο, Γιάννη Σταματίου, Δημήτρη Στεργίου, Γιώργο Φιλιππαίο και άλλους ρεμπέτες και λαϊκούς οργανοπαίχτες της εποχής εκείνης.
Αξιολογώντας με δικά του αυστηρά κριτήρια τη διασκέδαση στη νυχτερινή Αθήνα και το λαϊκό πάλκο, ο Μιχάλης Δασκαλάκης στα 1963 μετακομίζει από του Αλεξανδρειανού στον Γέρακα, όπου άνοιξε δικό του μαγαζί κ εμφανιζόταν εκεί με δικό του συγκρότημα, για τέσσερα χρόνια. Μέχρι το 1967. Αρχές του 1968 έστησε το λαϊκό του κέντρο «Δασκαλάκης» στο 19ο χιλιόμετρο, στο Πικέρμι. Επί 22 ολόκληρα χρόνια εμφανίζεται αδιάκοπα, φθινόπωρα και χειμώνες, στο πάλκο που ο ίδιος φτιάχνει και τραγουδά…
Η καλύτερη περίοδος, λέει ο Δασκαλάκης, ήταν στο μαγαζί του Γέρακα, όταν πέρασαν από εκεί απλοί άνθρωποι, αλλά και βασιλιάδες, εφοπλιστές, βιομήχανοι, καλλιτέχνες κ.ά. «Αλλο χρώμα είχε η διασκέδαση πριν 40, 30 ή και 20 χρόνια κι αλλιώς είναι σήμερα τα πράγματα. Δεν λέω βέβαια για τα λαϊκά κέντρα ότι δεν διασκεδάζει ο κόσμος. Δεν μπορώ να αρνηθώ ότι υπάρχει λαϊκό τραγούδι, αλλά ούτε η σημερινή διασκέδαση ούτε το λαϊκό τραγούδι έχουν ψυχή. Εγώ προσπαθώ να κρατώ το δικό μου στυλ. Τη γνήσια διασκέδαση, με ζωντανούς και καλούς ανθρώπους. Τους μάγκες. Οι πελάτες μου που είναι μάγκες είναι πολύ προσεκτικοί όταν διασκεδάζουν και δεν ζηλεύουν». Ο Μιχάλης Δασκαλάκης, στο τέλος της συνομιλίας μας, λέει ότι εκτός από το ρεμπέτικο έχει δύο μεγάλες αδυναμίες: τον Ολυμπιακό και το κυνήγι.