Η κυβέρνηση προπαγάνδισε το αφήγημα της εξόδου από τα Μνημόνια αλλά βρίσκεται χωρίς σχέδιο για την επόμενη μέρα. Χωρίς σχέδιο για την παραγωγική ανασυγκρότηση του τόπου, αναζητεί διέξοδο σε μια σπασμωδική και αναχρονιστική πολιτική παροχών. Μόνο που κι αυτή η πολιτική επιλογή είναι αδιέξοδη για την κυβέρνηση. Πρώτον, γιατί η υλοποίηση των εξαγγελιών περνάει από την έγκριση των θεσμών. Αναδεικνύεται έτσι το βάθος της επιτροπείας, και το ψεύδος της κυβέρνησης. Και επαληθεύεται η αντιπολίτευση, που μιλάει για τέταρτο Μνημόνιο. Δεύτερον, γιατί η πολιτική των παροχών γίνεται όχι μέσα από την ανάπτυξη της οικονομίας αλλά από την υπερφορολόγηση μιας ολοένα συρρικνούμενης οικονομικής πίτας. Και οι φορολογούμενοι πολίτες αντιλαμβάνονται την κοροϊδία να τους παίρνεις δέκα με την υπερφορολόγηση και να τους επιστρέφεις ένα εν είδει επιδόματος.
Οι αγορές, που δεν καταλαβαίνουν από την προπαγάνδα της κυβέρνησης, κάνουν τον εξωτερικό δανεισμό απαγορευτικό και τα funds κερδοσκοπούν σε βάρος των τραπεζών. Και η επιλογή της κυβέρνησης για δήθεν καθαρή έξοδο χωρίς προληπτική πιστοληπτική γραμμή ίσως αποβεί μοιραία για τη χώρα. Το χειρότερο είναι ότι η σημερινή κυβέρνηση με τις πολιτικές της επιβάρυνε την ελληνική οικονομία και παράτεινε την ύφεση. Μετά τη διεθνή κρίση του 2008, και έπειτα από δέκα χρόνια ύφεσης και στασιμότητας, η ελληνική οικονομία ευάλωτη και απροετοίμαστη θα ξαναπέσει στην επόμενη διεθνή κρίση που φαίνεται να έρχεται. Και αυτή τη φορά η κυβέρνηση δεν θα μπορεί να δείχνει το επάρατο παλαιό πολιτικό σύστημα ως αποδιοπομπαίο τράγο. Θα φέρει αποκλειστικά την ευθύνη.
Οι χειρισμοί της κυβέρνησης στα εθνικά θέματα είναι ακόμα χειρότεροι. Αφού υπέγραψε μια κακή συμφωνία κάνοντας μείζονες παραχωρήσεις στο θέμα της γλώσσας και της εθνότητας, βρίσκεται μπροστά στο εξής παράδοξο. Να απορρίπτει τη συμφωνία η πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας και των πολιτικών κομμάτων, αλλά να μη σχηματίζεται θετική πλειοψηφία ούτε στην άλλη πλευρά.
Η στάση του κυβερνητικού εταίρου, σε οποιαδήποτε σοβαρή χώρα, θα είχε οδηγήσει στην αποπομπή του από την κυβέρνηση και σε εκλογές. Αντ’ αυτού βλέπουμε τον μικρό κυβερνητικό εταίρο να προτείνει επίσημα στις ΗΠΑ εναλλακτική πρόταση της συμφωνίας των Πρεσπών συνοδευόμενη και από διεύρυνση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στην Ελλάδα. Η διεύρυνση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στη χώρα είναι πολιτική απόφαση που λαμβάνεται στο ανώτατο πολιτικό επίπεδο. Και υλοποιείται έπειτα από σοβαρή προετοιμασία και διαπραγμάτευση για εθνικά οφέλη.
Δεν είναι πολιτική που γίνεται στο πόδι από τον μικρό κυβερνητικό εταίρο. Η διγλωσσία, η προχειρότητα και ο πολιτικός μικρομεγαλισμός μπορούν να μένουν ατιμώρητα στο εσωτερικό. Στο εξωτερικό, όμως, καταρρακώνουν τη διεθνή εικόνα της χώρας και βλάπτουν τα εθνικά συμφέροντα.Σε μια εποχή διεθνών αναταράξεων, η κυβέρνηση χωρίς σχέδιο και στρατηγική, και δέσμια των εσωτερικών της αντινομιών, οδηγεί τη χώρα σε περιδίνηση.