«Σημείο εκκίνησης για μια νέα εποχή στην ισπανική οικονομική πολιτική, που πιστεύω ότι θα ολοκληρωθεί με μια κυβέρνηση συνασπισμού»: έτσι χαρακτήρισε ο αρχηγός του Pοdemos Πάμπλο Ιγκλέσιας τη συμφωνία που υπέγραψε προχθές με τον ισπανό πρωθυπουργό Πέδρο Σάντσεθ για τον νέο προϋπολογισμό. Με βάση τη συμφωνία αυτή, που ουσιαστικά δίνει τέλος στη λιτότητα, ο ελάχιστος μισθός θα αυξηθεί κατά 22% (η μεγαλύτερη αύξηση των τελευταίων 40 ετών), ενώ θα αυξηθούν επίσης οι συντάξεις, θα ληφθούν μέτρα για την ανεργία και τη στέγη και θα ενισχυθούν η παιδεία και η επιστήμη. Το συνολικό κόστος υπερβαίνει τα πέντε δισ. ευρώ.
Η συμφωνία δεν αρέσει στους εργοδότες, αφού θεωρούν ότι στρέφεται εναντίον των επιχειρήσεων. Δεν αρέσει ούτε στις Βρυξέλλες, αφού θεωρούν ότι δεν υπάρχουν τρόποι χρηματοδότησής της. Επιπλέον, δεν εξασφαλίζει την υπερψήφιση του προϋπολογισμού από το Κοινοβούλιο, αφού για τον σκοπό αυτό χρειάζονται περισσότερες ψήφοι από τις 166 που διαθέτουν το Λαϊκό Κόμμα και οι Ciudadanos. Οι ψήφοι των σοσιαλιστών και του Podemos φτάνουν τις 156, οπότε πρέπει να συστρατευθούν και τα αυτονομιστικά κόμματα της Καταλωνίας – που όμως ζητούν ως αντάλλαγμα τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος…
Ανεξάρτητα από τις δυσκολίες αυτές, εκφράστηκε πλέον και επισήμως στην Ισπανία η πολιτική βούληση για μια στροφή της χώρας προς την κατεύθυνση που ακολουθεί εδώ και τρία χρόνια η γειτονική Πορτογαλία με την κυβέρνηση του Αντόνιο Κόστα. Η εξέλιξη αυτή υπαγορεύεται ασφαλώς από την επιδίωξη του Σάντσεθ να παραμείνει στην εξουσία και από την προσπάθεια του Podemos να εκτοπίσει τους Ciudadanos από το επίκεντρο των πολιτικών εξελίξεων. Εντάσσεται όμως σε μια γενικότερη ριζοσπαστικοποίηση της ευρωπαϊκής Κεντροαριστεράς, όπως και του Δημοκρατικού Κόμματος στις ΗΠΑ, προκειμένου να αντιμετωπίσει τόσο τη δική της κρίση όσο και την επέλαση του λαϊκισμού.
Από την τάση αυτή αυτοαποκλείστηκε ουσιαστικά ο ΣΥΡΙΖΑ με την απόφασή του να συνεργαστεί με τους Ανεξάρτητους Ελληνες και να υπερασπιστεί με νύχια και με δόντια αυτή τη συνεργασία παρά τις επανειλημμένες προκλήσεις του Πάνου Καμμένου. Η «έκπληξη» των στελεχών του, τα αστειάκια του Πρωθυπουργού για τον τυφώνα που έπληξε την Αμερική και η όψιμη οργή του φιλοκυβερνητικού Τύπου δεν μπορούν να συγκαλύψουν το γεγονός ότι ένα κόμμα που ισχυρίστηκε ότι έφερε την Αριστερά στην εξουσία επέλεξε να συνεργαστεί όχι με ένα ιδεολογικά συγγενές του κόμμα, αλλά με την Ακροδεξιά – και να σημαδευτεί από αυτήν.
Ετσι, αν οι συσχετισμοί δεν αλλάξουν, οι ευρωεκλογές του 2019 θα βρουν την Ιβηρική Χερσόνησο με δύο αριστερές κυβερνήσεις. Τη Γερμανία με μια αποδυναμωμένη κυβέρνηση συνασπισμού. Τη Γαλλία με μια κεντροδεξιά κυβέρνηση πολύ χαμηλής δημοτικότητας. Την Ιταλία με μια εθνικιστική και ευρωσκεπτικιστική κυβέρνηση. Και την Ελλάδα με ένα υβρίδιο που θα διδάσκεται στα σχολεία ως πρότυπο κυνισμού.
Ετσι κι αλλιώς, η μάχη θα είναι συναρπαστική.