Βραζιλιάνος τερματοφύλακας στην Ευρώπη. Το κάποτε πιο σύντομο ανέκδοτο του ποδοσφαίρου με το οποίο δεν γελά πια κανείς.
Ισως να ήταν το όνομα «Μοασίρ Μπαρμπόσα», ο τερματοφύλακας της Σελεσάο του Μουντιάλ 1950 που καταδικάστηκε για ένα «έγκλημα» που δεν είχε διαπράξει, την ήττα από την Ουρουγουάη.
Ισως να ήταν η επιθετική δύναμη των βραζιλιάνικων ομάδων, που τελικά αναδείκνυε τερματοφύλακες από τις αντίπαλες ομάδες.
Ο μύθος που χτίστηκε για την ποιότητα των βραζιλιάνων τερματοφυλάκων αποτελεί πια παρελθόν. Αλισον και Εντερσον είναι μόνο δύο από τους τερματοφύλακες που διαπρέπουν στην Πρέμιερ Λιγκ, με τις διεκδικήτριες του τίτλου Λίβερπουλ και Μάντσεστερ Σίτι, οι οποίοι συγκαταλέγονται μεταξύ των κορυφαίων του κόσμου.
Για να καταρριφθεί ο μύθος και να γίνουν αποδεκτοί οι βραζιλιάνοι πορτιέρο στα μεγάλα ευρωπαϊκά κλαμπ χρειάστηκε να περάσουν πολλά χρόνια.
Δεν ήταν μόνο ο Μπαρμπόσα που θεωρήθηκε η αχίλλειος πτέρνα της σπουδαίας ομάδας του 1950 η οποία έχασε το Παγκόσμιο Κύπελλο μέσα από τα χέρια της.
Ο Βαλντίρ Πέρες, που υπερασπίστηκε την εστία της εκπληκτικής Σελεσάο στο Μουντιάλ του 1982, θεωρήθηκε επίσης υπεύθυνος για το κάζο στο ματς με την Ιταλία που στοίχισε τον αποκλεισμό.
Ακόμα και ο Φέλιξ, που ήταν τερματοφύλακας στην ίσως καλύτερη ομάδα όλων των εποχών, τη Βραζιλία του 1970, δέχθηκε σκληρή κριτική στο ματς με την κάτοχο τότε του τίτλου Αγγλία παρά το γεγονός ότι κράτησε το «μηδέν» στην εστία του.
Λίγοι γνωρίζουν πως οι Βραζιλιάνοι ανέκαθεν έδειχναν μεγάλο ενδιαφέρον για την εξέλιξη των τερματοφυλάκων τους. Στο Μουντιάλ του 1966 η κάτοχος του τίτλου Σελεσάο πήγε στην Αγγλία έχοντας μαζί της για πρώτη φορά στα χρονικά και έναν προπονητή τερματοφυλάκων.
«Μέχρι πρόσφατα όλοι στη Βραζιλία είχαν μάτια μόνο για τη φανέλα με το νούμερο 10», λέει ο παλιός πορτιέρο της Εθνικής Βραζιλίας Ταφαρέλ, που ήταν ένας απ’ αυτούς που έχτισαν τη σημερινή φήμη των συμπατριωτών του τερματοφυλάκων στη Γηραιά Ηπειρο.
Οι σκάουτ ήταν προκατειλημμένοι με τους τερματοφύλακες όταν αναζητούσαν ταλέντα στη Βραζιλία. Οπως εξηγεί ο Πάουλο Γκιλέρμε στο βιβλίο του «Goleiros», οι σκάουτ έβλεπαν παιχνίδια στα οποία κυριαρχούσαν οι βραζιλιάνικες ομάδες και γίνονταν ήρωες οι τερματοφύλακες των αντιπάλων οι οποίοι τελικά έπαιρναν μεταγραφή.
Σε μια χώρα 200 εκατομμυρίων ανθρώπων, που έχει πάθος με το ποδόσφαιρο, αποκλείεται να μην υπάρχουν καλοί τερματοφύλακες. Αυτή η άποψη άλλαξε με τη βοήθεια κάποιων πρωτοπόρων όπως ήταν ο Ταφαρέλ και στη συνέχεια ο Ντίντα που κατέκτησε το Τσάμπιονς Λιγκ με τη Μίλαν και ο Ζούλιο Σέζαρ που είχε την ίδια επιτυχία με την Ιντερ.
Γκόμες ο πρώτος
Ο πρώτος βραζιλιάνος τερματοφύλακας που αγωνίστηκε στην Πρέμιερ Λιγκ ήταν ο Εουρέλιο Γκόμες. «Ημουν ένας από τους πρώτους που ήρθαν στην Ευρώπη μαζί με τον Ντίντα», λέει στο Sky Sports. «Ο Ταφαρέλ ήταν ο μοναδικός που είχε προηγηθεί αλλά ο Ντίντα ήταν αυτός τον οποίον παρακολουθούσα για τον τρόπο που αγωνιζόταν. Ηταν τόσο ήρεμος και τόσο ταχύς στη γραμμή. Ηταν κορυφαίος τερματοφύλακας».
Οπως ο Φέλιξ, ο Γκόμες ήταν επιθετικός στα νεανικά του χρόνια. Εγινε τερματοφύλακας στα 19 του όταν υπερασπίστηκε την εστία σε ένα παιχνίδι μπιτς φούτμπολ γιατί κανείς άλλος δεν δεχόταν.
Ο πρώτος του ευρωπαϊκός σταθμός όταν έφυγε από την Κρουζέιρο ήταν η Αϊντχόφεν. «Οταν πήγα εκεί ο κόσμος είχε απορίες. Ειδικά στην Ολλανδία που έχουν συνηθίσει τους θηριώδεις ολλανδούς τερματοφύλακες. Ηταν ένα σοκ γι’ αυτούς να βλέπουν βραζιλιάνο τερματοφύλακα. Ηταν δύσκολο να το αποδεχθούν».
Στην Πρέμιερ Λιγκ ήταν ακόμα πιο δύσκολο. «Ηταν δύσκολη περίοδος γιατί ήταν διαφορετικός ο τρόπος που έπαιζαν ποδόσφαιρο. Υπήρχαν πολλές σέντρες όταν πήγα εγώ στην Αγγλία».
Δεν είχαν όλοι οι Βραζιλιάνοι την ίδια επιτυχία. Το καλοκαίρι του 2008 που πήγε στην Τότεναμ, ταυτόχρονα η Λίβερπουλ απέκτησε τον Ντιέγκο Καβαλιέρι, τον πρώτο της βραζιλιάνο τερματοφύλακα πολύ πριν από τον Αλισον. Εφυγε νύχτα χωρίς να παίξει σε ένα παιχνίδι.
Κυνήγι θησαυρού
Το σοβαρότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι βραζιλιάνοι τερματοφύλακες είναι είτε η εξασφάλιση άδειας εργασίας, αν πρόκειται για την Αγγλία, είτε οι καλυμμένες θέσεις ξένων των ομάδων. Ενας σύλλογος προτιμά να πάρει ως ξένο έναν Βραζιλιάνο που φορά τη φανέλα με το νούμερο 10 παρά έναν τερματοφύλακα. Γι’ αυτό η εξασφάλιση ευρωπαϊκού διαβατηρίου μοιάζει γι’ αυτούς με το κυνήγι του χαμένου θησαυρού.