Γεννήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1990, στις ΗΠΑ, επί προεδρίας Μπιλ Κλίντον. Οχι όμως από αγάπη, ούτε καν από τύχη, γεννήθηκε από αντίδραση, αντίδραση στις διάφορες μορφές θετικών διακρίσεων που είχαν θεσμοθετηθεί τότε ώστε να αποκτήσουν πρόσβαση οι γυναίκες, οι μαύροι, οι ισπανόφωνοι, στην ισότητα των ευκαιριών. Angry white male, τον βάφτισαν. «Οργισμένο λευκό αρσενικό». Ενας θυμωμένος λευκός που έβλεπε σε καθετί που κέρδιζαν οι άλλοι μια αναγκαστική απώλεια για τον ίδιο. Δεν του περνούσε καν από το μυαλό η ιδέα πως στο τέλος της ημέρας ίσως και να έβγαιναν όλοι κερδισμένοι. Εχανε την υπεροχή του, ένιωθε ο ίδιος θύμα διακρίσεων, καμιά φορά ένιωθε να απειλείται και ο ίδιος του ο ανδρισμός.
Παράξενα κινήματα γεννήθηκαν τότε, όπως οι Promise Keepers, μια ευαγγελική οργάνωση που μπορούσε να μαζέψει σε ένα γήπεδο 60.000 άνδρες ώστε να προσευχηθούν όλοι μαζί, να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να αντιμετωπίσουν αντρίκια όλες τις προκλήσεις που όρθωνε μπροστά τους μια κοινωνία της οποίας δεν ήταν πια κυρίαρχοι. Υπάρχει μάλιστα μια ταινία του 1993, «Μια ξεχωριστή μέρα» τη μετέφρασαν, «Falling Down» είναι ο πρωτότυπος τίτλος, όπου ο Μάικλ Ντάγκλας υποδύεται το αρχέτυπο του οργισμένου λευκού αρσενικού. Ενός ανθρώπου που βλέπει ξαφνικά τη ζωή του να διαλύεται και βυθίζεται σε μία δίνη οργισμένων, όλο και πιο βίαιων ξεσπασμάτων. «Δηλαδή εγώ είμαι ο κακός;», ρωτάει στο τέλος, έκπληκτος. «Πώς έγινε αυτό;»
Αλλά η ζωή, όπως συμβαίνει συχνά, ξεπέρασε σε ευφάνταστες τροπές τη μυθοπλασία. Την οκταετία Μπους, με τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου και τους πολέμους που ακολούθησαν, ο οργισμένος λευκός άνδρας βρήκε άλλους λόγους να βγάλει τα απωθημένα του. Και με την εκλογή του Μπαράκ Ομπάμα, του πρώτου αφροαμερικανού προέδρου, πολλοί πίστεψαν πως η Αμερική είχε πια συμφιλιωθεί με τον εαυτό της και αυτός ο θυμός είχε εξαφανιστεί. Τίποτα τέτοιο δεν είχε βέβαια συμβεί. Τον είδαμε τον θυμό αυτό να ανεβαίνει καθ’ όλη τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του 2016 για να κάνει, τελικά, την έκρηξη στις 8 Νοεμβρίου της ίδιας χρονιάς, με τη νίκη του Ντόναλντ Τραμπ πάνω σε μία γυναίκα που ενσάρκωνε από μόνη της όλη τη δυσαρέσκεια του λευκού άνδρα: γυναίκα του Μπιλ, κληρονόμος του Ομπάμα, διανοούμενη, φιλόδοξη, φεμινίστρια, υποστηριζόμενη από τις μειονότητες – όλα τα κακά επάνω της.
Στην επόμενη σκηνή, αυτή που ζούμε σήμερα, ο Τραμπ βρίσκεται στον Λευκό Οίκο και ο λευκός άνδρας είναι βασιλιάς. Παρότι όμως έχει κερδίσει την προεδρία, παραμένει οργισμένος. Η οργή είναι που τον τρέφει, καλλιεργώντας την οργή των ψηφοφόρων του είναι που διασφαλίζει την υποστήριξή τους. Και επειδή η συνταγή έχει αποδειχθεί επιτυχημένη, βρίσκει ένα σωρό μιμητές. Τον επόμενο, όπως όλα δείχνουν, πρόεδρο της Βραζιλίας, τον φιλοχουντικό, ρατσιστή, σεξιστή, ομοφοβικό Ζαΐρ Μπολσονάρο, που χαρακτηρίζει «σκουπίδια» τα μέσα ενημέρωσης και με την ίδια ανάσα δεσμεύεται να υπερασπιστεί την ελευθεροτυπία. Ή τον ήδη ισχυρό άνδρα της Ιταλίας, τον ακροδεξιό υπουργό Εσωτερικών Ματέο Σαλβίνι, που στέλνει στον δήμαρχο ενός χωριού – πρότυπο για την ενσωμάτωση μεταναστών και προσφύγων, του χωριού Ριάτσε της Καλαβρίας, κλήση σε απολογία για διευκόλυνση της παράτυπης μετανάστευσης, διατάσσοντας παράλληλα την απομάκρυνση όλων των μεταναστών και των προσφύγων από την περιοχή.
Μια καρικατούρα είναι ο «οργισμένος λευκός άνδρας», το έχετε καταλάβει. Και ως καρικατούρα περιλαμβάνει από τον Βίκτορ Ορμπαν, τον εθνολαϊκιστή πρωθυπουργό της Ουγγαρίας, που κήρυξε παράνομο τον ύπνο στους δρόμους και τους δημόσιους χώρους παρότι οι άστεγοι στη χώρα του είναι διπλάσιοι από τις διαθέσιμες θέσεις στους κρατικούς ξενώνες, μέχρι τον αυστριακό υπερσυντηρητικό καγκελάριο, τον Σεμπάστιαν Κουρτς, που κατηγόρησε τους ηρωικούς διασώστες του «Aquarius» ότι συνεργάζονται με τους διακινητές προκειμένου να «φέρουν ανθρώπους στην Ευρώπη» και τον υποτίθεται αριστερό υφυπουργό Υγείας αυτής εδώ της χώρας, τον Παύλο Πολάκη, που παρότρυνε την κυβέρνηση και το κόμμα του να «βάλουμε και κανέναν φυλακή», ώστε να κερδίσουν τις επόμενες εκλογές. Εδώ που έχουμε φτάσει μάλιστα, η καρικατούρα έχει λίγο – πολύ χάσει και ένα από τα πρωτογενή χαρακτηριστικά της, το φύλο που την καθόρισε εξαρχής. Μια ματιά να ρίξει κανείς στο βίντεο εκείνης της ανεκδιήγητης (λευκής) Αμερικανίδας η οποία ζητάει έξαλλη από την αστυνομία να συλλάβει για σεξουαλική παρενόχληση ένα εννιάχρονο (μαύρο) αγοράκι που έπεσε κατά λάθος πάνω της στον δρόμο, καταλαβαίνει.
Οργή. Για αυτά που η ζωή υποτίθεται μας χρωστάει και όχι μόνο μας στερεί, αλλά τα παίρνει και τα δίνει σε άλλους, «δευτερότριτους». Αυτή είναι η κινητήρια δύναμη του λαϊκιστή τής κάθε γειτονιάς. Αυτή θα διαμορφώσει και την εικόνα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μετά τις ερχόμενες ευρωεκλογές. Και μετά θα ρωτάμε έκπληκτοι «Δηλαδή εγώ είμαι ο κακός; Πώς έγινε αυτό;».