Ψάχνοντας ένα ασφαλές περιβάλλον για τις οικογένειες και τα παιδιά τους, 35.620 πρόσφυγες και μετανάστες πήραν τον δρόμο της μετανάστευσης από τις αρχές του χρόνου μέχρι τον προηγούμενο μήνα, φτάνοντας στην Ελλάδα. Μάλιστα, οι προσφυγικές ροές της τρέχουσας χρονιάς σημειώνουν σημαντική αύξηση συγκριτικά με το 2017, όπως καταγράφουν τα στοιχεία της Υπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες. Κι αυτό γιατί 11.843 περισσότεροι άνθρωποι ήρθαν στη χώρα (μέσω θαλάσσης ή περνώντας τον Εβρο) σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό χρονικό διάστημα. Μόνο τον προηγούμενο μήνα, οι θαλάσσιες αφίξεις ανήλθαν σε 4.000, ενώ οι χερσαίες μέσω Εβρου έφτασαν τις 1.400!
Παρά τις μεταφορές προσφύγων από τα νησιά στην ενδοχώρα με στόχο την αποσυμφόρηση των νησιών που έχει ξεκινήσει εδώ και μερικές εβδομάδες το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής, η κατάσταση στα κέντρα υποδοχής της Λέσβου και της Σάμου παραμένει εκρηκτική. Είναι ενδεικτικό πως στο ΚΥΤ της Μόριας σήμερα φιλοξενούνται 7.215 πρόσφυγες και μετανάστες, αριθμός τουλάχιστον διπλάσιος από τον προβλεπόμενο.
ΣΤΗ ΣΑΜΟ. Αντίστοιχα, στο κέντρο στο Βαθύ της Σάμο, αντί για 650 άτομα, σήμερα ζουν 4.505 άνθρωποι. Ηδη, αρκετοί καταυλισμοί της ενδοχώρας είναι υπερπλήρεις. Την ίδια στιγμή, όμως, οι επιστροφές μεταναστών προς την Τουρκία είναι εξαιρετικά λιγοστές: μέχρι τώρα για το 2018 ήταν μόλις 254. Οι αντίξοες συνθήκες που επικρατούν στα κέντρα ενδέχεται, σύμφωνα με την Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ, να έχουν σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία, την ασφάλεια και την προστασία των αιτούντων άσυλο, ιδίως για τα παιδιά και άλλα ευάλωτα άτομα. Σημειώνεται πως πάνω από το ένα τρίτο όσων έφτασαν το 2018 στην Ελλάδα είναι παιδιά, με το 70% να είναι ηλικίας κάτω των 12 ετών και μόλις το 3% των αφιχθέντων ήταν άνω των 50 ετών.
Μεγάλο αγκάθι παραμένει το ζήτημα των ασυνόδευτων παιδιών. Είναι ενδεικτικό πως το 14% όλων των παιδιών που έφτασε το 2018 στην Ελλάδα καταγράφηκε ως ασυνόδευτο, με την πλειονότητα να κατάγεται κυρίως από τη Συρία και το Αφγανιστάν. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΕΚΚΑ), αυτή τη στιγμή εκτιμάται ότι ζουν στην Ελλάδα 3.400 ασυνόδευτοι ανήλικοι, ωστόσο μόνο 1.195 είναι οι διαθέσιμες θέσεις σε ξενώνες και διαμερίσματα του προγράμματος Υποστηριζόμενης Αυτόνομης Διαβίωσης.
Αυτό, όπως επισημαίνει η Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, έχει ως αποτέλεσμα πολλά παιδιά να περνούν μακρές περιόδους είτε υπό προστατευτική φύλαξη είτε στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης των νησιών και του Εβρου, περιμένοντας να τοποθετηθούν είτε σε δομές στέγασης κατάλληλες για την ηλικία τους είτε σε άλλες δομές φιλοξενίας. Ορισμένα, δε, διαμένουν σε ανεπίσημες δομές ή κινδυνεύουν να μείνουν άστεγα.
Μάλιστα, έντονος είναι ο προβληματισμός για τις συνθήκες διαβίωσης των ασυνόδευτων και χωρισμένων από την οικογένειά τους παιδιών. Είναι ενδεικτικό πως ιδιαίτερα στον καταυλισμό στη Μόρια της Λέσβου, τα ασυνόδευτα παιδιά αναγκάζονται συχνά να μοιράζονται καταλύματα με ενηλίκους. Ενώ στο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης στο Βαθύ της Σάμου, η καθορισμένη περιοχή για τα παιδιά παραμένει χωρίς ασφάλεια. Αντίστοιχα και στον Εβρο η υποστήριξη και η παροχή υπηρεσιών για τα παιδιά στο ΚΥΤ είναι εξαιρετικά περιορισμένη.
ΣΕ ΚΙΝΔΥΝΟ. Στο μεταξύ, στο κόκκινο βρίσκεται η λειτουργία δομών φιλοξενίας ασυνόδευτων ανηλίκων, με αποτέλεσμα να βρίσκεται σε κίνδυνο η φιλοξενία τους, η οποία έτσι κι αλλιώς χρειάζεται ενίσχυση. Σε ανακοίνωσή της η ΜΚΟ Αρσις – Κοινωνική Υποστήριξη Νέων δηλώνει πως αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα στη λειτουργία των επτά δομών της, εξαιτίας των καθυστερήσεων και της αδυναμίας των αρμόδιων υπηρεσιών του υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης να ολοκληρώσουν έγκαιρα τις διοικητικές προαπαιτούμενες διαδικασίες ελέγχου και να προχωρήσουν στην καταβολή της β’ δόσης της χρηματοδότησης.
Οπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην ανακοίνωση, η καθυστέρηση ολοκλήρωσης της διαδικασίας και καταβολής της χρηματοδότησης έχει ως συνέπεια να «αδυνατούμε, χωρίς δική μας υπαιτιότητα, να καλύψουμε τη μισθοδοσία των εργαζομένων, τις ασφαλιστικές εισφορές και τους φόρους και ταυτόχρονα αδυνατούμε να καλύψουμε τις απαιτήσεις των προμηθευτών για τα είδη/ υπηρεσίες που προμηθεύονται οι δομές μας. Σοβαρό πρόβλημα επιβίωσης αντιμετωπίζουν και οι 167 εργαζόμενοι/ες των δομών μας, οι οποίοι/ες παραμένουν δύο μήνες απλήρωτοι, έχοντας η οργάνωση ήδη καλύψει επιπλέον δύο μήνες μισθοδοσίας, πέραν των χρηματικών διαθεσίμων της α’ δόσης χρηματοδότησης». Μάλιστα η Αρσις κρούει και τον κώδωνα του κινδύνου για τα 2.200 και πλέον ασυνόδευτα παιδιά που βρίσκονται ακόμη σε αναμονή τοποθέτησής τους σε ξενώνες φιλοξενίας.
Πρόγραμμα Στέγασης
52.334 άνθρωποι έχουν ωφεληθεί από το ESTIA
Μπορεί προτεραιότητα του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής (όπως άλλωστε είχε ανακοινώσει σε συνέντευξή του στα «ΝΕΑ» και ο υπουργός, Δημήτρης Βίτσας) να είναι η στέγαση περίπου 10.000 προσφύγων σε διαμερίσματα, ωστόσο, όπως φαίνεται, βρισκόμαστε προσώρας μακριά από την επίτευξη του στόχου.

Βέβαια μέχρι το τέλος του προηγούμενου μήνα 25.669 θέσεις είχε δημιουργήσει η Υπατη Αρμοστεία στο πρόγραμμα στέγασης ESTIA, σε 4.265 διαμερίσματα και 25 κτίρια, σε 14 πόλεις και επτά νησιά στην Ελλάδα. Συνολικά, δε, από τον Νοέμβριο του 2015 μέχρι σήμερα 52.334 άνθρωποι έχουν ωφεληθεί από το συγκεκριμένο πρόγραμμα στέγασης.

Ανθρωποι με καταγωγή κυρίως από τη Συρία, το Ιράκ, το Αφγανιστάν, το Πακιστάν και το Ιράν βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε διαμερίσματα. Οι φιλοξενούμενοι μάλιστα μιλούν πάνω από 30 διαφορετικές γλώσσες ως μητρικές.

Σύμφωνα δε με τα διαθέσιμα στοιχεία της Υπατης Αρμοστείας, τον Σεπτέμβριο 26.165 οικογένειες έλαβαν χρηματική ενίσχυση. Υπενθυμίζεται πως η Υπατη παρέχει χρηματική βοήθεια σε μετρητά ως μέρος του προγράμματος ESTIA. Το ποσό που λαμβάνει κάθε οικογένεια ποικίλλει ανάλογα με τα μέλη της. Ετσι, για ένα άτομο που φιλοξενείται σε κατάλυμα στο οποίο παρέχεται διατροφή το ποσό είναι 90 ευρώ. Για μια οικογένεια με επτά ή περισσότερα μέλη που διαμένει σε κατάλυμα όπου δίνεται η δυνατότητα προετοιμασίας και παρασκευής γευμάτων το ποσό φτάνει τα 550 ευρώ.