Οταν ακούμε Microsoft, αμέσως σκεπτόμαστε τον Μπιλ Γκέιτς. Ομως ο Γκέιτς δεν άλλαξε μόνος του τον κόσμο της τεχνολογίας. Μαζί του από την αρχή, ως συνιδρυτής της εταιρείας, ήταν ο Πολ Αλεν, που πέθανε τα ξημερώματα της Τρίτης σε ηλικία 65 ετών. Ηταν εκείνος που έπεισε τον συμμαθητή του Γκέιτς να εγκαταλείψει το Χάρβαρντ για να ιδρύσουν την επιχείρηση που έμελλε να γίνει η μεγαλύτερη εταιρεία λογισμικού στον κόσμο.
Ο Αλεν αποχώρησε από τη Microsoft το 1983, έπειτα από καβγά με τον Γκέιτς, αλλά το μερίδιό του από την αρχική τους συνεργασία τού επέτρεψε να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του ξοδεύοντας τα δισεκατομμύρια δολάριά του σε γιοτ, έργα τέχνης, ροκ μουσική, αθλητικές ομάδες, ακίνητη περιουσία και την έρευνα για τις εγκεφαλικές παθήσεις. Καθώς έφυγε από την εταιρεία πριν ακόμα η Microsoft ανακοινώσει το λειτουργικό σύστημα Windows, δεν συνδέεται με τα χρόνια της τεχνολογικής παντοκρατορίας της. Ομως ήταν άριστος γνώστης των μεγάλων αλλαγών που θα έρχονταν στον τομέα της τεχνολογίας και μαζί με τη διάθεσή του να συμβάλει σε αυτό, θεωρείται ένας από τους ανθρώπους που έβαλαν το λιθαράκι τους για να αλλάξει ο κόσμος μας. Ο σημερινός διευθύνων σύμβουλος της Microsoft Σάτια Ναντέλα είπε ακριβώς αυτό: τον αποκάλεσε «έναν ήσυχο και επίμονο άνθρωπο που άλλαξε τον κόσμο».
Ο Αλεν πέθανε από επιπλοκές του λεμφώματος μη-Hodgkin, ενός τύπου καρκίνου. Στις αρχές Οκτωβρίου ο Αλεν είχε αποκαλύψει ότι υποβλήθηκε σε θεραπεία για το λέμφωμα μη-Hodgkin, για το οποίο είχε λάβει θεραπεία ξανά το 2009.
Η συνάντησή του με το πεπρωμένο έγινε στα τέλη του 1974. Ικανότατος προγραμματιστής από την εποχή που πήγαινε σχολείο, παρακολουθούσε τις εξελίξεις στους υπολογιστές της εποχής. Ανυπομονούσε να δημιουργήσει μια νέα, χαμηλού κόστους, μορφή τους. Το μέλλον εμφανίστηκε μπροστά του τον Δεκέμβριο εκείνης της χρονιάς, στο εξώφυλο του περιοδικού «Popular Electronics»: ένα κομπιούτερ με τον νέο μικροεπεξεργαστή της Intel 8080. Προέτρεψε τον Γκέιτς – που ήταν δύο χρόνια μικρότερός του – να φτιάξουν τα πρώτα εργαλεία softwear για τα μηχανήματα και τελικά τον έπεισε να εγκαταλείψει το Χάρβαρντ. Και οι δύο καταλάβαιναν πως όποιος δημιουργούσε το πρόγραμμα για αυτές τις νέες μηχανές θα είχε προβάδισμα σε μια πολλά υποσχόμενη αγορά και πως το software αποτελούσε έναν τομέα από μόνο του. Μια βιομηχανία μόλις είχε γεννηθεί.
Οι δυο τους είχαν συναντηθεί στο σχολείο, στην ομάδα για τα κομπιούτερ του Λέικσαϊντ, ενός ιδιωτικού λυκείου στο Σιάτλ. Η σχέση τους – που ήταν και δημιουργική αλλά και με αντιπαλότητα – κράτησε και τα πρώτα χρόνια της Microsoft. Ο εγκεφαλικός Αλεν και ο πιο πραγματιστής Γκέιτς αποτελούσαν στην αρχή καλό δίδυμο. Ομως τα προβλήματα δεν άργησαν. Ο Αλεν αργότερα περιέγραψε την ατμόσφαιρα που επικρατούσε μέσα στη Microsoft ως «αυτομαστιγωτική», προϊόν του επιθετικού και ασυμβίβαστου Γκέιτς. Ο Αλεν, ιδιοκτήτης 42 τίτλων ευρεσιτεχνίας των ΗΠΑ, ήθελε να θεωρείται ένας οραματιστής της τεχνολογίας που οδήγησε την πρώιμη επιτυχία της Microsoft και είδε το μέλλον των υπολογιστών που συνδέονται μεταξύ τους πολύ πριν εμφανιστεί το Ιντερνετ. «Περιμένω πως ο προσωπικός υπολογιστής θα γίνει το είδος του αντικειμένου που οι άνθρωποι θα μεταφέρουν μαζί τους, ένας σύντροφος για να κρατούν σημειώσεις, που θα κάνει πράξεις, θα υπενθυμίζει, θα χειρίζεται χιλιάδες προσωπικά καθήκοντα» είχε δηλώσει στο περιοδικό «Personal Computing» το 1977, πολύ πριν γίνουν πραγματικότητα τα λάπτοπ.
Δεν πούλησε τις μετοχές και έγινε πάμπλουτος
Στην αυτοβιογραφία του «Idea Man», o Αλεν παρουσίασε τον εαυτό του ως τον ελαφρώς αφελή οραματιστή ο οποίος σταδιακά μπήκε στο περιθώριο της εταιρείας την οποία συνίδρυσε. Περιέγραψε πως δεχόταν πιέσεις από τον Γκέιτς να παραχωρήσει μεγαλύτερο μερίδιο μετοχών της εταιρείας από όσο θεωρούσε δίκαιο. Χειρότερη στιγμή ήταν όταν άκουσε τον συνεργάτη του και τον Στιβ Μπάλμερ, στέλεχος της Microsoft, να συζητούν το πώς θα περιορίσουν την επιρροή του αλλά και τη συμμετοχή του στην εταιρεία. Επειτα από λίγο αποχώρησε. Και είχε τη σωφροσύνη να μην πουλήσει τις μετοχές του στη χαμηλή τιμή που του πρότεινε ο Γκέιτς. Ετσι, όταν η Microsoft εξελίχθηκε σε γίγαντα, εκείνος έγινε δισεκατομμυριούχος.
Η περιουσία του υπολογίζεται σήμερα ότι ξεπερνά τα 20 δισεκατομμύρια δολάρια, καθιστώντας τον πέρσι τον 21ο πιο πλούσιο άνθρωπο στον κόσμο. Και δεν το έκρυβε. Μεταξύ άλλων αγόρασε ένα σκάφος που περηφανευόταν πως ήταν το τέταρτο μεγαλύτερο στον κόσμο.
Αγόρασε επαγγελματικές αθλητικές ομάδες όπως την ομάδα μπάσκετ του Πορτλαντ Trail Blazers και την ποδοσφαιρική ομάδα Seahawks του Σιάτλ. Προτιμούσε να μένει μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας στο αρχοντικό του στο νησί Μέρσερ, απέναντι από τη λίμνη Ουάσιγκτον από το Σιάτλ, όπου μεγάλωσε. Ο Αλεν λάτρευε τον τόπο καταγωγής του – προσέφερε μάλιστα πάνω από ένα δισεκατομμύριο δολάρια κυρίως σε τοπικά φιλανθρωπικά έργα, ανέπτυξε τον τεχνολογικό κόμβο South Lake Union και δημιούργησε την έδρα του Ινστιτούτου Allen Institute for Brain Science.