Ο Οκτώβριος είναι μήνας πρόληψης και ενημέρωσης για τον καρκίνο του μαστού, που αποτελεί την πιο συχνή μορφή καρκίνου μεταξύ των γυναικών. Πολλοί είναι οι παράγοντες που εμπλέκονται στην αιτιοπαθογένεια του καρκίνου του μαστού, μεταξύ των οποίων και ο τρόπος διατροφής. Το Παγκόσμιο Ταμείο Ερευνας για τον Καρκίνο (WCRF) αναφέρει πως ποσοστό της τάξεως του 30-40% όλων των καρκίνων που εκδηλώνονται σχετίζεται με τη διατροφή, τη μειωμένη σωματική δραστηριότητα, την παχυσαρκία και με άλλους παράγοντες, σχετιζόμενους με τον τρόπο ζωής, οι οποίοι μπορούν να τροποποιηθούν. Η Αστερία Σταματάκη, διαιτολόγος – διατροφολόγος με μεταπτυχιακό (MSc) στην Κλινική Διατροφή, αναλύει παρακάτω τους επιβαρυντικούς, αλλά και τους προστατευτικούς παράγοντες, με τις μελέτες να αποδεικνύουν για μία ακόμη φορά ότι η καλή υγεία σχετίζεται στενά (και) με τις καθημερινές επιλογές μας.

ΣΩΜΑΤΙΚΟ ΒΑΡΟΣ. Μελέτες συνδέουν το αυξημένο σωματικό βάρος και την παχυσαρκία με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού σε μεταεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, ανεξαρτήτως οικογενειακού ιστορικού. Η συσχέτιση μεταξύ παχυσαρκίας και αυξημένου κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του μαστού φαίνεται να προκαλείται κυρίως λόγω της αυξημένης παραγωγής οιστρογόνων από τον λιπώδη ιστό και της υπερινσουλιναιμίας.

Γυναίκες που αυξάνουν το βάρος τους πάνω από 20 κιλά κατά τη διάρκεια της ενήλικης ζωής τους διπλασιάζουν τον κίνδυνο για καρκίνο του μαστού. Σε γνωστές μελέτες, π.χ. The Iowa Women’s Health Study, φαίνεται ότι η απώλεια βάρους τουλάχιστον κατά 5%, πριν ή μετά την εμμηνόπαυση, συνδέεται με μείωση του κινδύνου κατά 25-40% συγκριτικά με γυναίκες που έπαιρναν βάρος. Στη Nurse’s Health Study παρατηρήθηκε μείωση κατά 50% του κινδύνου του καρκίνου του μαστού σε γυναίκες που είχαν απώλεια βάρους (10% του βάρους τους) συγκριτικά με γυναίκες που είχαν σταθερό βάρος.

ΑΛΚΟΟΛ. Οι μελέτες δείχνουν ότι υπάρχει ξεκάθαρη συσχέτιση μεταξύ αυξημένης κατανάλωσης αλκοόλ και καρκίνου του μαστού τόσο σε προεμμηνοπαυσιακές όσο και σε μεταεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, κυρίως λόγω της επίδρασής του στα επίπεδα των φυλετικών στεροειδών ορμονών. Η ημερήσια κατανάλωση επιπλέον 10 γραμμαρίων αλκοόλης (1 μερίδας) εκτιμάται να αυξάνει τον κίνδυνο από 2% σε 12%.

ΚΡΕΑΣ Ή ΨΑΡΙ; Οι γυναίκες που καταναλώνουν περισσότερο κρέας φαίνεται να αντιμετωπίζουν ελαφρώς υψηλότερο κίνδυνο. Για εκείνες  που καταναλώνουν επιπλέον 100 γραμμάρια κόκκινου κρέατος ημερησίως αυξάνεται ο κίνδυνος κατά 4%, ενώ για επιπλέον 30 γραμμάρια επεξεργασμένου κρέατος (π.χ. αλλαντικά) καταγράφεται αύξηση της τάξης του 3%.

Οσον αφορά τα ψάρια, φαίνεται ότι παίζουν προστατευτικό ρόλο λόγω της περιεκτικότητάς τους σε ω-3 λιπαρά οξέα (EPA και DHA). Με την κατανάλωση  0,7 γραμμαρίων ω-3 πολυακόρεστων λιπαρών οξέων εβδομαδιαίως φαίνεται μια μείωση του κινδύνου κατά 5%. Αυτός είναι και ο λόγος που συστήνεται η κατανάλωση δύο μερίδων λιπαρών ψαριών (π.χ. σαρδέλα, σολομός) εβδομαδιαίως.

 

ΦΥΤΙΚΕΣ ΙΝΕΣ. Πρόσφατες μελέτες ανασκόπησης συνδέουν την υψηλή κατανάλωση φυτικών ινών με χαμηλότερο κίνδυνο για ανάπτυξη καρκίνου του μαστού. Για επιπλέον 10 γραμμάρια φυτικών ινών ημερησίως φαίνεται να υπάρχει μείωση του κινδύνου κατά 5%. Οι φυτικές ίνες μειώνουν την επαναπρόσληψη των οιστρογόνων από τον γαστρεντερικό σωλήνα.

Με αυτό τον τρόπο ελαττώνονται τα επίπεδα των οιστρογόνων στην κυκλοφορία του αίματος, γεγονός που λειτουργεί προστατευτικά έναντι του καρκίνου του μαστού. Ο τύπος των φυτικών ινών που φαίνεται να ωφελεί περισσότερο είναι οι διαλυτές φυτικές ίνες, που περιέχονται στη βρώμη, στους ξηρούς καρπούς, στα όσπρια και σε ορισμένα φρούτα.

Επίσης, η προστατευτική δράση των φρούτων και των λαχανικών οφείλεται σε μια πληθώρα ουσιών που δρουν είτε μεμονωμένα είτε συνεργικά. Τα φυτοχημικά συστατικά των φυτικών τροφών που βρίσκονται στο επιστημονικό μικροσκόπιο σχετικά με την επίδρασή τους στον καρκίνο του μαστού είναι οι ινδόλες και τα ισοθειοκυανικά άλατα. Οι ουσίες αυτές υπάρχουν κυρίως στα σταυρανθή λαχανικά και φαίνεται ότι μπορεί να εμπλέκονται στον μεταβολισμό των οιστρογόνων και της ενίσχυσης ενδογενών αντιοξειδωτικών μηχανισμών.

 

ΑΣΚΗΣΗ. Η αυξημένη φυσική δραστηριότητα φαίνεται επίσης να προφυλάσσει τις γυναίκες λόγω της επίδρασής της στις ορμόνες και στην ινσουλινοαντίσταση. Οι μελέτες δείχνουν ότι για κάθε 180 λεπτά άσκησης (μέτριας έντασης) την εβδομάδα έχουμε μείωση της τάξης του 3% στον κίνδυνο εμφάνισης  για τον καρκίνο του μαστού.

Εν κατακλείδι, οι οργανισμοί WCRF και American Cancer Society συστήνουν για την πρόληψη του καρκίνου τη διατήρηση σωστού σωματικού βάρους, τον περιορισμό κατανάλωσης αλκοόλ, την αύξηση της φυσικής δραστηριότητας (άσκηση μέτριας έντασης 150 λεπτά εβδομαδιαίως) και τον εμπλουτισμό της διατροφής με τρόφιμα φυτικής προέλευσης.

Οσον αφορά πιο συγκεκριμένα τον καρκίνο του μαστού, οι πιο σημαντικοί παράγοντες πρόληψης μέσω της διατροφής είναι η απόκτηση και η διατήρηση ενός σωστού σωματικού βάρους και ο περιορισμός του αλκοόλ.

Μια διατροφή με τα χαρακτηριστικά της μεσογειακής δίαιτας, πλούσιας σε τρόφιμα φυτικής προέλευσης, σε ψάρια, σε ελαιόλαδο και φτωχή σε κόκκινο κρέας και επεξεργασμένα τρόφιμα είναι πάντα ευεργετική. Μελέτες δείχνουν ότι η μειώνει τη θνησιμότητα και προστατεύει έναντι διαφόρων μορφών καρκίνου.