Πριν από 80 χρόνια, σε δύσκολες εποχές για την Ελλάδα, με τους φασισμούς να ανδρώνονται, το Προσφυγικό με τους χιλιάδες Μικρασιάτες να προσπαθούν να ενοφθαλμιστούν στην επαρχιωτική, σε σχέση με τη δική τους κοσμοπολίτικη, αγωγή, η γενιά του φιλόλογου πατέρα μου για να μπορέσει να εξιδανικεύσει τα προσόντα της, τις δεξιότητές της και, κυρίως, τις παιδαγωγικές και μεθοδολογικές της γνώσεις έπρεπε να υποστεί μετεκπαίδευση. Κάνω εδώ μια παρένθεση για να ενημερώσω τον έλληνα συμπολίτη μου πως, όπως πληροφορούμαι, στον Καναδά, λ.χ., ένας γιατρός κάθε πέντε χρόνια περνάει από εξετάσεις για να ελεγχθεί η ενημέρωσή του στις νέες μεθόδους διάγνωσης, στα νέα φάρμακα και, βεβαίως, στα νέα εργαλεία. Αν, μετά την εξέταση, ο γιατρός βρεθεί ελλειμματικός ως προς την ικανότητά του να ασκήσει, βάσει των νέων δεδομένων, το επάγγελμά του, του αφαιρείται η άδεια ασκήσεώς του!
Δεύτερη παρένθεση: για πολλά χρόνια, ανενημέρωτοι οι δάσκαλοι και οι νηπιαγωγοί τιμωρούσαν ή περιθωριοποιούσαν μαθητές τους που εμφάνιζαν κυρίως γραπτά, συχνά χαώδη, τα οποία θεωρούσαν ως ανικανότητα για μάθηση, ενώ τα παιδιά είχαν μιαν έλλειψη εγγενή και παρουσίαζαν δυσχέρεια στη γραφή, μια κατάσταση που ονομάζεται «δυσλεξία» και το παιδί «δυσλεξικό», και όχι «δυσλεκτικό» (η δυσλεξία παράγεται από λατινική λέξη και έχει να κάνει με την ανάγνωση και όχι όπως η δυσλεκτική κατάσταση, που έχει να κάνει με την προφορά!). Οταν με ειδικά σεμινάρια οι παλιοί δάσκαλοι και οι νέοι στα πανεπιστήμια ενημερώθηκαν, θα είχαν ήδη διαπιστώσει πως τα δυσλεξικά παιδιά είναι, συχνά, ιδιοφυή. Είχα μαθητές δυσλεξικούς που έγιναν καθηγητές Πανεπιστημίου. Ο Αϊνσταϊν ήταν δυσλεξικός.
Εως το 1981 υπήρχε ο θεσμός, για τους εκπαιδευτικούς, της μετεκπαίδευσης. Χωρίς αυτό το δίπλωμα δεν μπορούσε ένας δάσκαλος ή καθηγητής να ανέβει στην ιεραρχία και να διεκδικήσει διευθυντικές θέσεις. Με μαχητικές συνδικαλιστικές και απεργιακές ενέργειες η μετεκπαίδευση καταργήθηκε, αφού η αναρρίχηση στην εκπαιδευτική ιεραρχία δεν λαμβάνει υπόψη της τα ειδικά, για κάθε υπεύθυνη θέση, γνωστικά και ηγετικά προσόντα, αλλά λειτουργεί μηχανικά και αυτοματικά, με βάση την πολυετία ή ακόμα (!) και την επιθυμία του εκπαιδευτικού να αναλάβει διευθυντικά καθήκοντα, συχνά (σχεδόν πάντα), στο σχολείο που υπηρετεί. Οταν τελειώσει η θητεία του, μπορεί να επιστρέψει πάλι στον σύλλογο των διδασκόντων, έχοντας ως προϊστάμενο, πιθανόν, συνάδελφο που, ίσως, αισθανόταν ότι επί θητείας του προηγούμενου είχε αδικηθεί ή παραμεριστεί!
Στα παλιά εκείνα χρόνια, που οι επιλεγμένοι, λόγω προσόντων, εκπαιδευτικοί, επί διετία και με ακέραιο μισθό, παρακολουθούσαν στην πρωτεύουσα τα μετεκπαιδευτικά μαθήματα, διδάσκονταν από τιτάνες της ειδικότητάς τους, από τον Βέη, τον Αμαντο, τον Σκάσση, και είχαν ως διευθυντή σπουδών τον μεγάλο Γεωργούλη!
Οταν λοιπόν ο μετεκπαιδευτής γύριζε στην έδρα του και ανέβαινε με τα προσόντα του στην ιεραρχία, αφού είχε συνεργαστεί με τους νεότερους συναδέλφους του, έφευγε, έχοντας επενδύσει την πείρα του στον Δομοκό, στην Αταλάντη, στην Υπάτη, στη Λάρυμνα, στα νησιά, σε νέες θέσεις με άλλους συναδέλφους που χρειάζονταν την πείρα και το κύρος του.
Το έγραψα και άλλοτε: σήμερα ένας εκπαιδευτικός που συνταξιοδοτείται στα 35 χρόνια υπηρεσίας, δεν έχουμε ποτέ πληροφορηθεί, ούτε από θεσμικό ούτε άλλον παράγοντα, τι κάνει στην τάξη. Διότι συνδικαλιστικά δεν επιτρέπεται ούτε σύμβουλος ούτε διευθυντής σχολείου, έστω και μία ώρα διδασκαλία. Ούτε κι όταν ένας πτυχιούχος του Φιλοσοφικού Τμήματος της Φιλοσοφικής Σχολής καλείται να διδάξει Ομηρο ή Γαλλική Επανάσταση ή Σεφέρη. Ούτε ένας πτυχιούχος Κλασικών Σπουδών πώς διδάσκει Εγελο ή υπαρξισμό. Tabula rasa!