Ο Λαρς Φελντ, διευθυντής του Ινστιτούτου Οϊκεν (Εuken Institut) με έδρα το Φράιμπουργκ, ανήκει στο Συμβούλιο των πέντε «σοφών» οικονομολόγων, το οποίο διαμορφώνει για λογαριασμό της γερμανικής κυβέρνησης και της καγκελαρίας την ετήσια έκθεση για την πορεία της γερμανικής οικονομίας, σε συσχετισμό με την ευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομία. Σε αυτό το πλαίσιο ασχολήθηκε και με την Ελλάδα στα χρόνια της κρίσης. Στη συνέντευξή του στα «ΝΕΑ» διατυπώνει την πρόβλεψη ότι μετά το τέλος του Μνημονίου οι συνθήκες δανεισμού της Ελλάδας θα επιδεινωθούν. Στο ενδεχόμενο ακύρωσης της νέας μείωσης των συντάξεων από 1-1-2019 απαντά ότι θα έδινε σαφές μήνυμα ότι η Ελλάδα δεν προτίθεται να παραμείνει σε πορεία μεταρρυθμίσεων.
Κύριε Φελντ, ο έλληνας Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ήθελε την «καθαρή» έξοδο από τα Μνημόνια. Είναι πλέον ελεύθερος να ασκεί την πολιτική που ο ίδιος επιλέγει;
Η κυβέρνηση Τσίπρα έχει περιορισμένες δυνατότητες άσκησης της δικής της πολιτικής. Μολονότι δεν υπάρχει πλέον τέταρτο πρόγραμμα, συμφωνήθηκε ένα πλαίσιο με την ελληνική κυβέρνηση που δεν επιτρέπει να πάρει αντίθετη πορεία και να ακυρώσει τις μεταρρυθμίσεις που υλοποιήθηκαν. Η δέσμευση αυτή είναι χαλαρότερη από ένα πρόγραμμα προσαρμογής. Εάν όμως η ελληνική κυβέρνηση επιλέξει αντίθετη πορεία, αφενός θα έχει δυσκολίες με τους εταίρους, αφετέρου δεν θα έχει τα πρωτογενή πλεονάσματα που είναι απαραίτητα για τη μείωση του μεγάλου ύψους του χρέους.
Πώς βλέπετε τον δρόμο της Ελλάδας για την επιστροφή στις αγορές;
Οι όροι για τον δανεισμό της Ελλάδας στις αγορές είναι σαφώς χειρότεροι από εκείνους που είχε το πρόγραμμα του ESM. Βρισκόμαστε ακόμα σε μια φάση χαμηλών επιτοκίων. Οταν τελειώσει αυτή η φάση και αντιστραφούν τα δεδομένα, και το βλέπουμε ήδη με τα μέτρα της κυβέρνησης Τραμπ, θα αυξήσουν και οι Ευρωπαίοι βήμα βήμα το επίπεδο επιτοκίων. Αυτό σημαίνει ότι και οι όροι για τον δανεισμό της Ελλάδας από τις αγορές στο μέλλον θα είναι χειρότεροι.
Και αυτό μπορεί να υποχρεώσει την Ελλάδα να αναζητήσει προστασία στην ομπρέλα του ESM;
Ο κίνδυνος είναι υπαρκτός, γι’ αυτό υποστήριζα από καιρό την ανάγκη ενός τέταρτου προγράμματος στήριξης ώστε να διασφαλιστούν άμεσα αισθητά ευνοϊκότεροι όροι για ένα – δύο χρόνια. Αλλά αυτό δεν ήταν πολιτικά εφικτό, ούτε για την Ελλάδα ούτε για τους εταίρους της ευρωζώνης. Τώρα το ρίσκο είναι υπαρκτό να επιστρέψει η Ελλάδα σε πρόγραμμα του ESM. Εν τέλει θα εξαρτηθεί από το εάν η Ελλάδα θα διαμορφώσει τις προϋποθέσεις βιώσιμης ανάπτυξης. Οι αγορές θα παρακολουθούν στενά όχι μόνο εάν μειωθεί η ανεργία και υπάρξουν αναπτυξιακές ενέσεις, αλλά και εάν ακυρώνονται μεταρρυθμίσεις, εάν ακολουθείται η πορεία που είχε συμφωνηθεί με την τρόικα και τους θεσμούς.
Το διάστημα αυτό γίνεται μεγάλη συζήτηση για την ακύρωση του νέου κύκλου μείωσης των συντάξεων που έχει προνομοθετηθεί για τον Ιανουάριο. Ποιο μήνυμα θα στείλει η Ελλάδα εάν συμβεί αυτό;
Θα ήταν ένα σαφές μήνυμα ότι η Ελλάδα δεν προτίθεται να παραμείνει σε πορεία μεταρρυθμίσεων. Προς τους εταίρους θα σταλεί το μήνυμα ότι δεν εφαρμόζονται τα μέτρα έτσι όπως έχουν συμφωνηθεί. Αφετέρου θα έδινε το σήμα στους δυνητικούς χρηματοδότες της Ελλάδας στις αγορές ότι οι δεσμεύσεις δεν υλοποιούνται όπως συμφωνήθηκαν.
Φυσικά δεν γίνεται να κόβονται συνεχώς οι συντάξεις, αλλά αυτό δείχνει τις δομικές δυσλειτουργίες του συστήματος κοινωνικών ασφαλίσεων. Θα ήταν ίσως προτιμότερο αυτό να εξηγηθεί στους πολίτες και να στηθεί από την αρχή ένα εντελώς νέο κοινωνικό σύστημα.