Ανάμεσα στο κόκκινο και το μαύρο μεσολαβεί το ροζ. Από την ένταση της επανάστασης έως τη μελαγχολία του θανάτου, ο κόσμος της τέχνης, αλλά και τα ρεύματα αισθητικής ανέδειξαν τα χρώματα μέσα από συμβολισμούς και ερμηνείες. Σήμερα η μόδα λατρεύει το ροζ και το δανείζει όχι μόνο για επισημάνσεις ακραίας θηλυκότητας όπως συνέβαινε στο παρελθόν. Ο γάλλος θεωρητικός της αισθητικής των χρωμάτων Μισέλ Παστουρό έχει επισημάνει πως «η κοινωνία είναι εκείνη που φτιάχνει τα χρώματα, τα προσδιορίζει και τους δίνει περιεχόμενο εννοιών».

Και το Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Μόδας FIT στη Νέα Υόρκη στην έκθεση «Pink: The History of a Punk, Pretty, Powerful Color» προσφέρει τα εικονολογικά του επιχειρήματα για να υποστηρίξει ότι το χρώμα της εποχής μας είναι ροζ. Ταυτόχρονα με τη θριαμβολογική παρουσίαση της σημασίας του ροζ χρώματος στην ιστορία της γυναικείας μόδας προτείνει και μια νέα ανάγνωση. Κάνει δηλαδή μια διορθωτική κίνηση, ώστε το ροζ να αφορά και τους άνδρες και όλα τα άτομα με άλλο σύγχρονο προσδιορισμό στην ταυτότητά τους.

Ο επιμελητής σε μία τυπική έκθεση μόδας για να υποστηρίξει τον τίτλο της ιδέας του πάντα βασίζεται στους δημιουργούς του παρελθόντος με σκοπό να αναδείξει το ταλέντο ενός ιστορικού οίκου υψηλής ραπτικής στον τρόπο με τον οποίο υπαγόρευαν την αισθητική τους στο γυναικείο σώμα. Αυτή η μόνιμη συνθήκη διατρέχει και την έκθεση για το ροζ χρώμα με ένα φόρεμα κοκτέιλ Dior του 1960 που το κάτω μέρος του μοιάζει με μπουμπούκι τραντάφυλλου. Αντίστοιχα και μία δημιουργία της Ελσας Σκιαπαρέλι με τη χαρακτηριστική «σκανδαλιστική ροζ» απόχρωσή της, όπως και ένα βραδινό σύνολο του Τσαρλς Τζέιμς σε απαλή ροδακινί απόχρωση, το μπούστο του οποίου είναι χαμηλό και στολισμένο με μπουκέτο από μεταξωτά λουλούδια.

Ωστόσο αυτή η τακτοποιημένη παράθεση πειστηρίων κομψότητας δίνει αφορμές για να δούμε το ροζ και έξω από τους τοίχους της έκθεσης του FIT.

Η πολιτισμική ιστορία του ροζ είναι περίπλοκη. Η πρώτη του μεγάλη επίδραση γίνεται την εποχή που στην Ευρώπη του 18ου αιώνα το ροκοκό δείχνει αγάπη σε οποιοδήποτε διακοσμητικό στοιχείο υπήρχε σε αυτήν την απόχρωση. Με πιο χαρακτηριστική πρέσβειρα της νέας μόδας την Μαντάμ ντε Πομπαντούρ. Η επίσημη ερωμένη του Λουδοβίκου ΙΕ’, ντυμένη στα ροζ και βαμμένη με ροζ πομάδα στο πορτρέτο που της ζωγράφισε ο Μπουσέ επεδείκνυε την απόχρωση που σχετιζόταν με το κοινωνικό κύρος και στυλ, παρά με το φύλο, καθώς και οι κομψοί αριστοκράτες των Βερσαλλιών μπορούσαν ανεμπόδιστα να επιλέξουν το ροζ χρώμα για την ενδυμασία τους.

Η μεταπολεμική Αμερική του ’50 χρειάστηκε να επινοήσει μια απόχρωση απόλυτα γυναικεία για να προσελκύσει τον γυναικείο πληθυσμό στις οικοκυρικές ενασχολήσεις, μακριά από τους χώρους εργασίας που ανήκαν και πάλι στους άνδρες μετά τη λήξη της στρατιωτικής τους θητείας. Είναι η στιγμή που δημιουργούνται τα αμερικανικά προάστια. Στο εσωτερικό των οποίων οι χώροι της κουζίνας, καθώς και οι περισσότερες νέες ηλεκτρικές συσκευές διαφημίζουν το έντονο ροζ χρώμα τους στις σελίδες των εντύπων και καλούν τις νοικοκυρές να το οικειοποιηθούν. Από τότε οι ροζ συνειρμοί και τα φαινόμενα της ποπ κουλτούρας θα συνδέονται με τη γυναικεία φύση. Ακόμη και όταν ο Ζαν Πολ Γκοτιέ θα ανατρέψει τους κανόνες της μόδας στη δεκαετία του ’90. Τότε που επικαλείται τον ροζ κορσέ της γιαγιάς του για να ντύσει τις τολμηρές γυναίκες εκείνης της εποχής οι οποίες προβάλλουν ανοιχτά τον ερωτισμό τους. Ομως το 2016 η Ρεϊ Καβακούμπο, με τη συλλογή Comme des Garcons που βαφτίζει «Ροζ Σαμουράι» εκδηλώνει την αλλαγή παραδείγματος στην ερμηνεία του ροζ σήμερα. Ο ροζ σκούφος των γυναικών στην Αμερική θεωρείται σύμβολο χειραφέτησης ενάντια στον σεξισμό που επιδεικνύει η κυβέρνηση Τραμπ. Ωστόσο οι ρόδινες αποχρώσεις στα ρούχα – πανοπλίες που σχεδίασε η εννοιολογική Καβακούμπο αποτινάσσουν από το ροζ τη μικροαστική νεωτερική του ερμηνεία. Σήμερα το ροζ απλά μάχεται.