Οσο περνούν τα χρόνια, και είναι ήδη πολλά, ανακαλύπτω μετέχοντας υποχρεωτικά στην καθημερινή πολιτιστική κουζίνα πως χρειάζεται, για να επιβιώσει κανείς και, κοινώς, να συνεννοηθεί πάνω σε θεμελιώδη και ουσιώδη αιτήματα που θέτει η ζωή του πνεύματος, των ηθών και των αξιών, να ελίσσεται ανάμεσα σε συμπληγάδες, σε θολούρα, σε σκότος και συχνότατα να προσπαθεί να μην παρασυρθεί στη γοητεία που ασκεί ο γκρεμός, στην άκρη του οποίου σε οδηγεί ο κυρίαρχος άνεμος της μόδας των κινημάτων (η λέξη μ’ όλες τις εννοιολογικές αποχρώσεις της).
Περνάμε μια φάση του πολιτισμού που αποθεώνεται το περιθώριο. Αρα παριστάμεθα κάθε στιγμή σε εκδηλώσεις, κινήσεις, θεωρίες, πράξεις πέραν των ορίων. Ας δούμε λοιπόν αυτήν την άλλη πλευρά, γιατί, βέβαια, η πέραν των ορίων πλευρά είναι πέραν του ορίζοντος. Ας μην ξεχνάμε την καταγωγή των λέξεων και των εννοιών. Το όριον, ο ορίζων έχουν φυσικά να κάνουν με την όραση, άρα όριο, ορίζων είναι ο τόπος, το σημείο που φτάνει το μάτι μου, εκεί που εξαντλείται η δυνατότητα του οράν. Πέραν του ορίου είναι το αόρατο, το αόριστο. Εντός λοιπόν των ορίων μπορούμε να ορίζουμε τα πράγματα, τις ιδέες, τις επιθυμίες, τις προθέσεις, ακόμη και τις ελπίδες και τα «όνειρά» μας. Ορισμός είναι η ικανότητα του νου να καθορίζει (ιδού οι ταυτότητες!) τα όρια εκτός των οποίων νοείται ένα φαινόμενο, μια σκέψη, μια όρεξη.
Βέβαια τα όρια είναι ελαστικά. Και αυτό κάνει και έκανε στην πορεία του ανθρώπινου είδους άλλοτε η θρησκεία, η πολιτική, η ηθική και ασφαλώς η επιστήμη. Διευρύνει τα όρια. Ετσι η Ιστορία μάς διδάσκει πως πολιτισμός είναι η συνεχής διεύρυνση των ορίων. Ο,τι παλιότερα ήταν ακατόρθωτο, αδιανόητο, απρόσιτο, ανήθικο, αόριστο, σκοτεινό, εν τέλει άγνωστο, αναδυόταν στον ορίζοντα και καθίστατο ορατό, κρίσιμο και συχνότατα οριστικά ορισμένο!!
Ο Πραξιτέλης π.χ. θα μπορούσε να φανταστεί πως η Αφροδίτη του στα χέρια του Νταλί θα αποκτούσε στόμα, στήθη, κοιλιά και αιδοίον συρταράκια;
Ή ο αρχαίος ζωγράφος Παράσιος, που κάποτε ζωγράφισε μια νεκρή φύση με τσαμπιά σταφύλια και όρμησαν τα πουλιά να τα τσιμπολογήσουν, θα μπορούσε να υποθέσει λογικά και να το αποδεχτεί πως θα ερχόταν στιγμή που ο ζωγράφος Ρόθκο θα εξέθετε πίνακα που θα είχε δημιουργηθεί από ρίψεις τυχαίων χρωμάτων;
Θα μπορούσε η Σαπφώ να οραματιστεί ένα ποιητικό μέλλον όπου οι ποιητές μετά τη Χιροσίμα, απογοητευμένοι και οργισμένοι από την άθλια εκμετάλλευση των ποιητικών και άλλων πολιτισμικών εννοιών – λέξεων, θα έγραφαν ποιήματα με έντονους ρυθμούς αλλά με λέξεις χωρίς νόημα, χωρίς ήθος, χωρίς ιστορία, χωρίς παράδοση ιστορική ή λογοτεχνική (λετρισμός!);
Ο Αριστοτέλης ήδη, που ζει μετά την κατάρρευση της Δημοκρατίας στην Αθήνα, γράφοντας την «Ποιητική» του επιλέγει μόνο να διαβάζει μια τραγωδία του Αισχύλου και να μην τη βλέπει να παριστάνεται στο θέατρο από θεατρίνους που τη διασκεύαζαν, αντικαθιστούσαν τον λόγο με παντομίμα ή αφαιρούσαν δύσκολες στην κατανόηση των απλοϊκών πλέον θεατών λέξεις ή συντάξεις.
Στους Αλεξανδρινούς χρόνους με τις πολυεθνικές και πολυγλωσσικές μεγαλουπόλεις (Αλεξάνδρεια) το θέατρο αφαιρεί τον λόγο και επικρατεί νέος θεατρικός κώδικας σωματικός, το μιμόδραμα, οι μίμοι και οι κώδικές τους θα αναβιώσουν και στα σκοτεινά χρόνια του Μεσαίωνα και αργότερα με τους αυτοσχέδιους θεατρίνους της Κομέντια ντελ άρτε.
Ολα αυτά και τόσα άλλα είναι υπερβάσεις των ορίων των προηγούμενων γενεών.
Η όπερα, αυτό το σπουδαίο καλλιτεχνικό επίτευγμα του ανθρώπου, γεννήθηκε από μια παρεξήγηση.
Στα χρόνια της πρώιμης αναγέννησης, όταν η Ευρώπη έβγαινε από τον Μεσαίωνα και την Ιερά Εξέταση και τον θρησκευτικό φανατισμό και κατέφυγε στα κλασικά πρότυπα, Ελλάδος και Ρώμης, θέλησε να ξαναενώσει τις τέχνες που είχαν διασπασθεί, όταν το θέατρο κυνηγήθηκε από δογματισμούς που αφόριζαν τη μίμηση ως τάχα ύβριν προς τον Θεό!
Ετσι αποπειράθηκαν να αναβιώσουν την τραγωδία που στη φόρμα της ισορροπούσαν συνυπάρχοντας όλες οι τέχνες: ποίηση, χορός, μουσική, εικαστικές τέχνες, ήθος και διάνοια.
Η δόση της συνταγής κάπου χάλασε και δημιουργήθηκε είδος νόθο και όπως όλα τα νόθα ανθεκτικά, η όπερα! Εξαίσιο υβρίδιο!
Μπορούσαν άραγε ακόμη και στα τολμηρά τους όνειρα ή, πιθανόν, στους εφιάλτες τους ο Ικτίνος και ο Καλλικράτης, που μας χάρισαν τη λιτότητα και συνάμα την απλότητα του Παρθενώνα, να φανταστούν ότι θα υπήρχε εποχή στο μέλλον που το αρχιτεκτονικό κάλλος και το εύρος θα το πρότεινε είτε η Αγία Σοφία είτε ο Αγιος Πέτρος στο Βατικανό;
Μπορεί με το ίδιο κριτήριο που ονομάζουμε αριστούργημα τον «Οιδίποδα Τύραννο» του Σοφοκλή, με την ευθύγραμμη ανάπτυξη των γεγονότων που οδεύουν κατά το εικός και το αναγκαίον στην καθαρτήρια λύση, να χαρακτηριστεί και ο «Αμλετ» ή ο «Μάκβεθ» του Σαίξπηρ, με την περίπλοκη δράση και τους παράπλευρους θεματικούς ποταμούς;
Ηδη στην αρχαιότητα και από τη μετάβαση της τραγικής παράδοσης από τον Ευριπίδη στον Σενέκα συναντήσαμε σε επεξεργασία των ίδιων κοινόχρηστων μύθων μια τελείως διαφορετική ηθική και στη γραφή και στα αναπαριστώμενα στη σκηνή ήθη.
Στη «Μήδεια» του Ευριπίδη η τραγική μητέρα σφάζει τα παιδιά της στα παρασκήνια, δεν εκβιάζει την προσληπτικότητα του θεατή, θετική ή αρνητική για την πράξη της. Οταν παριστάνεται στη Ρώμη η «Μήδεια» του Σενέκα η παιδοκτονία γίνεται επί σκηνής και όχι μόνο. Τα παιδιά που σφαγιάζονται είναι παιδιά χριστιανών που διώκονται και σφαγιάζονται αληθινά, ώστε την επομένη αλλάζει… η διανομή!
Μετρήστε τώρα την ελαστικότητα των ορίων των μιμήσεων μέσα σε 300 χρόνια.
Αρα για να επανέλθω στα ερωτήματα της αρχής: Υπάρχουν όρια στην τέχνη; Και τι είναι περιθώριο;
Ορια στην τέχνη, και το αποδεικνύει η πορεία του ανθρώπινου είδους από τα σχέδια στα σπήλαια της Αλταμούρα έως τον Ρόθκο και τον Μοντριάν, δεν υπάρχουν, φτάνει η νέα οριοθέτηση, η νέα διεύρυνση των ορίων να θεσπίζεται πάνω σε αναγνωρίσιμο και αποδεκτό από τον αποδέκτη σκοπό.
Αλλον σκοπό έθετε ο Σοφοκλής, άλλον ο Σαίξπηρ, άλλον ο Σίλλερ και ο Γκαίτε, άλλον ο Σνίτσλερ, άλλον ο Πιραντέλλο και τελείως άλλον ο Μπέκετ και ο Μπρεχτ. Και βεβαίως ο σκοπός καθόριζε και τα μέσα. Διότι στην τέχνη ο σκοπός αγιάζει τα μέσα.
Αν με πείθει το μήνυμα ενός καλλιτέχνη, αν με αφορά, με αγανακτεί, με εκστασιάζει, δεν με αφορούν τα μέσα του είτε είναι καμβάς ζωγραφισμένος είτε τριχιές είτε η Μαρίνα Αμπράμοβιτς ολόγυμνη σε φέρετρο.
Και για να επανέλθω στο περιθώριο, πραγματικό περιθώριο, εκτός ορίων είναι η τέχνη, εικαστική, λογοτεχνική, μουσική, τεκτονική, μιμητική, χορευτική που κάνει μοναδικό της σκοπό τα μέσα της, που αδιαφορεί για τον σκοπό ή, συχνά, το φτύνει και καταντά αποθέωση των εργαλείων που γίνονται αυτοσκοπός.
Συχνά βρίσκομαι σε κατάσταση πλήρους αδυναμίας να κατανοήσω γιατί συνάνθρωποι εδώ και αλλού χάνουν τον καιρό τους για να επιδείξουν ένα έργο που κραυγάζει: Χάνω τον καιρό μου.
Οταν ο μέγας Φρόυντ απέδειξε πως και τα πλέον αλλοπρόσαλλα, χαώδη όνειρα έχουν λογική και προτείνουν στον ερμηνευτή έναν κρυμμένο σκοπό, λογικό, δεν επιτρέπεται μερικοί να μας αποπροσανατολίζουν ισχυριζόμενοι πως η τέχνη, κάθε τέχνη, είναι ζαριά, ενώ αγνοούν πως το τάβλι έχει κανόνες και σκοπό.
Αν σκοπός του περιθωρίου δεν είναι η διεύρυνση των ορίων, παραμονεύει ασφαλώς και τελεσίδικα το ανούσιο.