Η συμμετοχή ξεπέρασε κάθε προσδοκία: περίπου 700.000 άνθρωποι κατέβηκαν στους δρόμους του Λονδίνου για να ζητήσουν ένα δεύτερο δημοψήφισμα για το Brexit. Είναι ο κόσμος του Remain, της παραμονής στην ΕΕ, ο οποίος υποστηρίζει πως αν οι βρετανοί πολίτες είχαν ενημερωθεί πραγματικά για τους κινδύνους της εξόδου από την Ενωση, το αποτέλεσμα στο πρώτο δημοψήφισμα θα ήταν πολύ διαφορετικό: υπέρ του Brexit, λένε, δεν θα είχε ψηφίσει το 52%, αλλά πολύ λιγότερο.

Υπέρ της διεξαγωγής ενός δεύτερου δημοψηφίσματος έχει ταχθεί και ο πρώην πρωθυπουργός Τόνι Μπλερ – πρόσφατα μάλιστα έβλεπε τις πιθανότητες μοιρασμένες. Αλλοι, πάλι, υποστηρίζουν ότι οι πιθανότητες είναι σχεδόν μηδαμινές – δεν υπάρχουν, λένε, ούτε οι χρόνοι ούτε οι νομικές προϋποθέσεις, αλλά ούτε και οι ψήφοι στη Βουλή των Κοινοτήτων για μια επανάληψη. Ομως η ελπίδα πεθαίνει τελευταία, όπως αποδεικνύεται από το γεγονός ότι αυτή ήταν η μεγαλύτερη διαδήλωση που πραγματοποιήθηκε στη Βρετανία έπειτα από εκείνη το 2003 κατά του πολέμου στο Ιράκ.

Ανάμεσα στους 700.000 διαδηλωτές που κρατούσαν πλακάτ με συνθήματα όπως «Να μείνουμε μαζί», «Σταματήστε το Brexit» και «Το Brexit είναι κακό» ήταν και ο πολυβραβευμένος συγγραφέας Ιαν ΜακΓιούαν. «Το πρόβλημα είναι πως πολύς κόσμος που το 2016 είχε ψηφίσει υπέρ του Brexit δεν έχει αντιληφθεί τις καταταστροφικές συνέπειες με τις οποίες θα έρθει αντιμέτωπο το Ηνωμένο Βασίλειο. Ακόμη και τώρα δεν έχω ακούσει ούτε έναν πολιτικό που είναι υπέρ του Brexit να λέει σε αυτόν τον κόσμο πως θα γίνει πλουσιότερος. Ούτε η πρωθυπουργός» λέει σε συνέντευξή του στην ιταλική «Ρεπούμπλικα».

Ο σκοπός αυτής της διαδήλωσης, σύμφωνα με τον ΜακΓιούαν, είναι να ασκηθεί πίεση στην κυβέρνηση και το Κοινοβούλιο όπου αργά ή γρήγορα θα πρέπει να ψηφιστεί κάποια συμφωνία. «Κατά τη γνώμη μου, έχουμε μία στις οκτώ πιθανότητες να εισακουστεί το αίτημά μας και να πάμε σε νέο δημοψήφισμα. Υπάρχουν πολλοί βουλευτές του συντηρητικού κόμματος που θα μπορούσαν να πειστούν. Στο τέλος, και με δεδομένη την εύθραυστη πολιτική κατάσταση, η κυβέρνηση θα μπορούσε να βρεθεί ενώπιον μιας επιλογής ανάμεσα σε μια δεύτερη λαϊκή ψήφο ή νέες εκλογές. Ενώπιον ενός τέτοιου διλήμματος είμαι βέβαιος πως η Μέι θα επέλεγε ένα δεύτερο δημοψήφισμα» αναφέρει. Αλλά αν το Brexit γίνει πραγματικότητα; «Θα πρέπει να οικοδομήσουμε σχεδόν τα πάντα από την αρχή» απαντά ο ΜακΓιούαν προβλέποντας πως «θα χρειαστούν πολλές δεκαετίες για να φτάσουν οι μελλοντικές γενιές στο επίπεδο που είμαστε εμείς σήμερα» και εκφράζοντας την απογοήτευσή του για τη στάση των Εργατικών: «Τεράστια απογοήτευση. Το Εργατικό Κόμμα δεν μας στήριξε σε αυτή τη μάχη. Αντίθετα, ο Τζέρεμι Κόρμπιν, ο αρχηγός του, δεν έκρυψε ποτέ τα εχθρικά του συναισθήματα απέναντι στην Ευρώπη. Και φυσικά δεν θα αλλάξει άποψη τώρα που οσμίζεται το άρωμα της εξουσίας. Γι’ αυτόν έχει έρθει η ώρα των κυνικών υπολογισμών».

Από την άλλη πλευρά, ο συγγραφέας της «Εξιλέωσης» και του «Σαββάτου» δεν πιστεύει ότι η χώρα θα αποχωρήσει από την ΕΕ χωρίς συμφωνία. «Η βρετανική κυβέρνηση και οι ευρωπαϊκές Αρχές θα καταλήξουν στο τέλος σε μια ευρεία συμφωνία, είναι μανούλες σε αυτό. Ο κόμπος όμως θα φτάσει στο χτένι επειδή το κείμενο αυτό θα πρέπει να περάσει από το Κοινοβούλιο και η πλειοψηφία των βουλευτών δεν θα το δεχτεί. Γι’ αυτό πιστεύω ότι υπάρχει μια μικρή, αλλά ισχυρή πιθανότητα για ένα δεύτερο δημοψήφισμα» σημειώνει. «Μοιάζει με γιορτή» θα έλεγε από την πλευρά της η 23χρονη Λούσι Ντίγκετ, φοιτήτρια από το Λίβερπουλ. «Ισως είναι η τελευταία πριν από τις φωτιές που θα ανάψει το Brexit».