Θολώνει το τοπίο γύρω από τη χορήγηση των αναδρομικών στους γιατρούς, καθώς η κυβέρνηση εξακολουθεί να συντηρεί την ασάφεια σχετικά με τα ποσά που θα καταβληθούν και τα συνδέει με τις δημοσιονομικές δυνατότητες του φετινού προϋπολογισμού, με το αρμόδιο υπουργείο Υγείας να διαμηνύει ότι δεν θα δοθούν στο σύνολό τους από το 2012, όπως προβλέπεται για ενστόλους, δικαστές και πανεπιστημιακούς. Και ενώ η κυβέρνηση παραμένει πιστή σε ένα κρεσέντο παροχολογιών, οι εκπρόσωποι του κλάδου χρησιμοποιούν σκληρή γλώσσα κάνοντας λόγο για «κυβερνητική κοροϊδία» και «εμπαιγμό» σε βάρος τους.  Σύμφωνα δε με τους ίδιους, οι υποσχέσεις μπορεί να υποκρύπτουν τις πραγματικές προθέσεις, οι αριθμοί παρ’ όλα αυτά είναι αδιαμφισβήτητοι.
 Οπως προκύπτει από τη μισθολογική ανάλυση των γιατρών του ΕΣΥ, το μεγάλο «νυστέρι» προέκυψε το 2012, με τους λειτουργούς του Ιπποκράτη να μετράνε σε μηνιαία βάση απώλειες ύψους 250 έως και 500 ευρώ (μεικτά), ανάλογα με τη βαθμίδα.
 Λαμβάνοντας ως παράδειγμα την περίπτωση ενός διευθυντή ο οποίος υπηρετεί το δημόσιο σύστημα υγείας επί 31 χρόνια και τα τελευταία έτη μετρούσε ετήσιες απώλειες της τάξης των 5.000 ευρώ. Συνεπακόλουθα, σε διάστημα έξι ετών έλαβε μισθούς με το συνολικό ποσό να είναι μειωμένο κατά 30.000 ευρώ (καθαρά) – συγκριτικά πάντα με εκείνα που ελάμβανε το 2011.
 Αντίστοιχα, οι συνολικές απώλειες για έναν επιμελητή Α’ εκτιμώνται στις 25.000 ευρώ, για έναν επιμελητή Β’ στις 22.000 ευρώ και για έναν ειδικευόμενο στις 18.000 ευρώ – σημειωτέον δε ότι στα ποσά αυτά δεν συμπεριλαμβάνονται οι απώλειες του τρέχοντος έτους.  Μετά την απορριπτική απόφαση του ΣτΕ η ανακοίνωση της κυβέρνησης τον περασμένο Σεπτέμβριο να συμπεριλάβει τους γιατρούς του ΕΣΥ στο πρόγραμμα καταβολής αναδρομικών σε δημόσιους λειτουργούς που αμείβονται με ειδικά μισθολόγια θα μπορούσε να χαρακτηριστεί – σε πρώτη πάντα ανάγνωση – θετική εξέλιξη.
ΟΙ ΥΠΟΣΧΕΣΕΙΣ. Μάλιστα, η ηγεσία του υπουργείου Υγείας δεν παρέλειψε να δώσει ιδιαίτερη έμφαση στην υπέρβαση που προτίθεται να κάνει η κυβέρνηση. «Παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση σύμφωνα με την απόφαση 431/2018 του ΣτΕ δεν έχει νομική υποχρέωση να καταβάλει αναδρομικά στους γιατρούς του ΕΣΥ τις αποδοχές που έχουν περικοπεί, συμφωνήθηκε σε σύσκεψη που έγινε υπό τον Πρωθυπουργό να συμπεριληφθούν και οι γιατροί στη γενικότερη ρύθμιση» επαναλαμβάνουν σε κάθε ευκαιρία οι ιθύνοντες στην οδό Αριστοτέλους.
 Η φράση-«κλειδί» παρ’ όλα αυτά που θολώνει ακόμα περισσότερο το τοπίο είναι ότι η τελική απόφαση θα ληφθεί «με βάση τις σημερινές δημοσιονομικές δυνατότητες». Η άλλη… μισή αλήθεια προέρχεται από το υπουργείο Οικονομικών, κάνοντας λόγο «για μια ιδιαίτερη περίπτωση» όταν το θέμα των αναδρομικών επικεντρώνεται στους γιατρούς του ΕΣΥ.
  Υπενθυμίζεται ότι οι γιατροί του ΕΣΥ δικαιώθηκαν μεν, αλλά όχι για αναδρομικά από τον Αύγουστο του 2012, καθώς οι αποφάσεις του ΣτΕ δεν έχουν γενική εφαρμογή. Δικαιούνται αναδρομικά, αλλά μόνο από τον Μάρτιο του 2018 μέχρι σήμερα. Συνεπώς, το καθαρό ποσό που αναλογεί είναι περί τα 5.000 ευρώ για έναν διευθυντή του ΕΣΥ, περί τα 4.000 για έναν επιμελητή Α’ και περί τα 3.500 ευρώ για έναν επιμελητή Β΄.
 Παρ’ όλα αυτά κατά την πρόσφατη συνάντηση στις αρχές Οκτωβρίου των εκπροσώπων των νοσοκομειακών γιατρών με τον υπουργό Υγείας Ανδρέα Ξανθό, ο δεύτερος παραδέχθηκε ότι οι λειτουργοί του Ιπποκράτη «δεν θα λάβουν το σύνολο των αναδρομικών».
 «Πρέπει να λάβουμε όλα τα αναδρομικά και να εγκριθεί άμεσα η αποκατάσταση του μισθού μας, πριν δηλαδή από τις περικοπές που επιβλήθηκαν το 2012. Η κυβέρνηση όμως ακολουθεί μια απαράδεκτη πολιτική, βάζοντας τους νοσοκομειακούς γιατρούς “απέναντι” σε εργαζομένους που αμείβονται με ακόμα πιο χαμηλούς μισθούς και σε συνταξιούχους. Στην πράξη το δικό μας μισθολόγιο ενισχύει το υπερπλεόνασμα, μπαίνοντας στα ισοδύναμα μέτρα. Επρόκειτο για μία ακόμα απαξίωση των νοσοκομειακών γιατρών» δηλώνει στα «ΝΕΑ» ο αντιπρόεδρος της Ενωσης Ιατρών Νοσοκομείων Αθήνας και Πειραιά (ΕΙΝΑΠ) και διευθυντής στην Καρδιολογική κλινική του «Ευαγγελισμού», Ηλίας Σιώρας.