Παρακολούθησα κι εγώ, χθες, το βίντεο της εισβολής φοιτητών της ΚΝΕ στο γραφείο του υπουργού Παιδείας Κώστα Γαβρόγλου, στο υπουργείο του. Με συνάρπασε η αγένεια των νέων κομμουνιστών, επιγόνων του σημερινού Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στον ρόλο που τον έκανε ευρύτερα γνωστό. Κι η οργισμένη κατάθεση κομματικών τσιτάτων με σιγουριά αυθεντίας, η βία των λόγων και των χειρονομιών όσων είχαν περιζώσει τον υπουργό επί μισάωρο κανοναρχώντας τον. Αλλά με συνάρπασε, ταυτόχρονα, η προσπάθεια του υπουργού να κάνει συνδικαλισμό, η επιχείρησή του να αντικρούσει τα γενικόλογα συνθήματα με τις δικές του γενικολογίες, και ασφαλώς η ποζάτη επιτήδευσή του μπροστά στον φακό – οι κάμερες και τα μικρόφωνα ήταν εκεί. Τέλος, με συνάρπασε το ντεκόρ, το απολύτως ακατάστατο γραφείο του υπουργού, το τίγκα στη χαρτούρα, ένδειξη δημιουργικού χάους. Τι γλυκούλι, και πόσο αριστερό!
Παρακολούθησα με προσοχή τους φοιτητές στις φραστικές επιθέσεις τους κατά του υπουργού. Τον επέκριναν διότι δεν θέλουν η Παιδεία να συνδέεται με την αγορά, αλλά ταυτόχρονα ζητούσαν πτυχία για δουλειά. Ζητούσαν να περνάνε στο πανεπιστήμιο «όλα τα παιδιά» και ήθελαν μέτρα για να μη φεύγουν τα παιδιά στο εξωτερικό. Ζητούσαν να μην παραδίδεται η χώρα στον νεοφιλελυθερισμό. Α, και διαμαρτύρονταν που τον υπουργό φύλαγαν οι «μπάτσοι» – έτσι το είπαν.
Δεν χαίρομαι που ο υπουργός Γαβρόγλου ήταν το πρώτο θύμα της προτροπής του προς φοιτητές «να διεκδικήσουν τους χώρους τους». Ούτε για την κωμωδία στην οποία όλοι πρωταγωνίστησαν χαίρομαι – μια κωμωδία με τον Γαβρόγλου και πολλούς μαθητευόμενους Τσίπρες. Επειδή το γέλιο εύκολα μετατρέπεται σε κλαυσίγελο.
Η γελοιότητα είναι ίσως το μόνο προϊόν που παράγεται στη χώρα σε αφθονία. Απροσμέτρητη γελοιότητα, που έχει φτάσει να εκτοπίσει από τη θέση της την κωμωδία, είτε θεατρική είτε κινηματογραφική είτε της τηλεόρασης. Η ποιότητα της πολιτικής γελοιότητας αυτής αφήνει πάντα μια πικρή γεύση στο στόμα. Γι’ αυτό, μόνο λύπη αξίζει και για τους εισβολείς φοιτητές και για τον υπουργό στον κόσμο του. Αλλά πρωτίστως λύπη για όλους εμάς. Για την παράδοση της Εκπαίδευσης σε υπερβατικά, ανόητα συνθήματα και στον φανατισμό που τα συνοδεύει. Για την παράδοση της χώρας σε οιονεί ρεπλίκες του σημερινού Πρωθυπουργού. Για την κυριαρχία της καπατσοσύνης ενός αστοιχείωτου λόγου φανατικών, μισαλλόδοξων, μονίμως διαμαρτυρόμενων μελλοντικών φανατικών δήθεν της επανάστασης.