Μια φορά και έναν καιρό, υπήρχε ένας ηγέτης μεσανατολικής χώρας. Διένυε μόλις την τέταρτη δεκαετία της ζωής του και παρουσιαζόταν ως μεταρρυθμιστής, δεν ανεχόταν όμως την παραμικρή διαφωνία καθώς εδραίωνε την εξουσία του. Και υπήρχε ένας αντιφρονών τον οποίο αντιπαθούσε ιδιαίτερα, ένας πρώην έμπιστος του παλατιού που ζούσε πια αυτοεξόριστος και ταξίδευε ανά τον κόσμο στηλιτεύοντας τον απολυταρχισμό του ηγέτη – και καταγγέλλοντας έναν επιθετικό πόλεμο που διεξήγε ο τελευταίος εναντίον του γείτονά του.
Μια μέρα, ο διαφωνών παρασύρθηκε σε μια ξένη πόλη, και κανείς δεν τον είδε ούτε τον άκουσε ποτέ ξανά. Ο ηγέτης αρνήθηκε κάθε εμπλοκή στην εξαφάνισή του. Διαπιστώθηκε ωστόσο πως οι μπράβοι του είχαν κάνει σύντομα ταξίδια σε αυτή την ξένη πόλη την κρίσιμη περίοδο. Και όχι, δεν μιλάμε για τη Σαουδική Αραβία, τον δημοσιογράφο Τζαμάλ Κασόγκι και την ιστορία που κυριαρχεί σήμερα στην επικαιρότητα.
Ο ηγέτης της δικής μας ιστορίας τρόμου ήταν ο βασιλιάς Χασάν Β’ του Μαρόκου (1929 – 1999). Και ο αντιφρονών ήταν ο Μεχντί μπεν Μπαρκά, πρώην δάσκαλος του βασιλιά. Στις 29 Οκτωβρίου θα κλείσουν 53 χρόνια από την εξαφάνισή του. Κάθε χρόνο τέτοια μέρα, οι γιοι του και μια μικρή ομάδα φίλων συγκεντρώνονται στο σημείο της απαγωγής του, απέναντι από τη διάσημη Brasserie Lipp στο Παρίσι, ζητώντας να αποκαλύψουν επιτέλους το Μαρόκο και οι ξένες υπηρεσίες πληροφοριών, όλα όσα ξέρουν για την τύχη του «Μαροκινού Τσε Γκεβάρα». Γιατί η αλήθεια δεν έχει γίνει ακόμα γνωστή.
Δίκη που έγινε σε γαλλικό δικαστήριο και πολλές δημοσιογραφικές έρευνες έδειξαν πως ο Μπεν Μπαρκά, παρότι υποψιασμένος, υπέκυψε σε κάποιο δέλεαρ, πήγε στο Παρίσι και εκεί, μέσα στο φως της ημέρας, απήχθη από δύο γάλλους αστυνομικούς σε αγαστή συνεργασία με τις γαλλικές και μαροκινές μυστικές υπηρεσίες καθώς και ανθρώπους του γαλλικού υποκόσμου. Μεταφέρθηκε σε μία βίλα στα περίχωρα του Παρισιού. Και εκεί φέρεται ότι βασανίστηκε μέχρι θανάτου από μαροκινούς πράκτορες, παρουσία του Μοχάμεντ Ουφκίρ, δεξιού χεριού του βασιλιά.
Ακόμα και σήμερα, υπάρχουν πολλά σενάρια για το τι ακριβώς συνέβη. Κάποιοι μιλούν για προσχεδιασμένη δολοφονία, και άλλοι λένε πως τον Μπεν Μπαρκά τον σκότωσαν από λάθος, από μια «στραβή», ενώ είχαν σκοπό να τον στείλουν πίσω στο Μαρόκο. Πτώμα δεν βρέθηκε ποτέ. Και η Ιστορία θέλει τον τότε πρόεδρο της Γαλλίας, τον Σαρλ ντε Γκολ, έξαλλο που μια εθνική υπηρεσία πληροφοριών, η SDECE (νυν DGSE), είχε βοηθήσει τους μαροκινούς πράκτορες να απαγάγουν τον διαφωνούντα σε γαλλικό έδαφος. O Ντε Γκολ έκανε την SDECE άνω – κάτω, θέτοντάς την υπό την εποπτεία του υπουργείου Αμυνας, και απαίτησε από το Μαρόκο να του παραδώσει τον Ουφκίρ.
Οταν ο βασιλιάς αρνήθηκε, το Παρίσι διέκοψε τις διπλωματικές σχέσεις με την πρώην αποικία του. Πέρασαν τέσσερα χρόνια έως ότου τις αποκαταστήσει. Στο μεταξύ, βέβαια, άλλες δυτικές χώρες είχαν φροντίσει να καλύψουν το κενό ενισχύοντας τις εμπορικές και στρατηγικές τους σχέσεις με το Μαρόκο, σύμμαχό τους στον Ψυχρό Πόλεμο. Και ο βασιλιάς Χασάν Β’ συνέχισε για την επόμενη 25ετία, ενθαρρυμένος από την ατιμωρησία, να «εξαφανίζει» κατά εκατοντάδες τους εσωτερικούς, πραγματικούς ή και φανταστικούς, αντιπάλους του. Αυτά ήταν τα μαροκινά «μολυβένια χρόνια».
Και αυτή την ιστορία τη θυμήθηκε, γράφοντας στην «Washington Post», ο Ερικ Γκόλντσταϊν, ο υποδιευθυντής του Παρατηρητηρίου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (HRW) στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική. Ξέρετε. Ενας από αυτούς που επιμένουν να καταγγέλλουν το Ριάντ για τις ελευθερίες που σταθερά περιστέλλει, τα δικαιώματα που σταθερά παραβιάζει, τις αυθαίρετες συλλήψεις, τα βασανιστήρια και τις δίκες – παρωδία που σταθερά κάνει εντός των τειχών ή τις παράνομες βόμβες διασποράς που σταθερά ρίχνει σε αμάχους στην Υεμένη. Από αυτούς που ελπίζουν πως τώρα που επιτέλους η Δύση αναγκάστηκε να μισανοίξει τα μάτια δεν θα επιτρέψει στον εαυτό της να τα ξανακλείσει επειδή ο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν αναγνώρισε στις γυναίκες το δικαίωμα να οδηγούν – που στην ουσία δεν έχει αναγνωρίσει στις γυναίκες απολύτως τίποτα. Που βλέπουν στις σκληρές δηλώσεις (κάποιων) δυτικών ηγετών και στο μποϊκοτάζ του σημερινού «Νταβός της Ερήμου» στο Ριάντ από καμιά 30αριά δυτικούς αξιωματούχους και μεγαλοστελέχη πολυεθνικών ένα θετικό πρώτο βήμα. Και δεν θέλουν να μείνει από την ιστορία του Κασόγκι μόνο κάποια επιμνημόσυνη πλακέτα έξω από το προξενείο της Σαουδικής Αραβίας στην Κωνσταντινούπολη, σαν την πινακίδα «Πλατεία Μεχντί μπεν Μπαρκά» που υπάρχει από το 2005 απέναντι από την Brasserie Lipp στο Παρίσι. Καταλάβατε πια.
Είναι ένας από αυτούς τους ροµαντικούς που δεν εννοούν να αποδεχθούν αυτό που σχολίασε με κυνισμό μεγαλύτερο από ό,τι θέλω, ομολογώ, να έχω, ένας διαδικτυακός φίλος: «Πως οι διεθνείς σχέσεις δεν έχουν σχέση με αξίες, αρχές και ηθική παρά μόνο με συμφέροντα, ωμά και ανελέητα».