Εξ αρχής το εγχείρημα μοιάζει αρκετά δύσκολο. Η μεταφορά στο θέατρο μιας ταινίας του Γούντι Αλεν τόσο επιτυχημένης εμπεριέχει μεγάλο ρίσκο για το τελικό αποτέλεσμα. Ωστόσο, η Ελένη Ράντου αποδέχεται το ρίσκο ανεβάζοντας τη δική της «Τζάσμιν» από 1η Νοεμβρίου στο Θέατρο Διάνα, σε σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή. Μαζί της ο Μάξιμος Μουμούρης και ένας νεανικός θίασος. «Αποφάσισα να το μεταφέρω στο θέατρο την ίδια ώρα που είδα την ταινία. Οχι γιατί ενθουσιάστηκα από τον γυναικείο χαρακτήρα της Τζάσμιν. Αλλά γιατί στο σενάριο του Γούντι Αλεν διέκρινα ένα αριστοτεχνικό θεατρικό έργο, ολοκληρωμένο, με απόλυτη θεατρική δόμηση χαρακτήρων. Νομίζω ότι αυτό που το έκανε σινεμά ήταν το μοντάζ. Ο τρόπος αφήγησης της ιστορίας» αναφέρει.
Η ίδια υπογράφει μαζί με τον Βαγγέλη Χατζηνικολάου το σενάριο της θεατρικής διασκευής, η οποία είχε την έγκριση του Αλεν. «Αλλαξα το κινηματογραφικό μοντάζ. Η κινηματογραφική γραφή χρησιμοποιούσε συνέχεια την τεχνική του flash back. Εγώ ακολούθησα το μυαλό της ηρωίδας, που αλλάζει τόπο και χρόνο ανάλογα με τον βαθμό και τη στιγμή πίεσής της. Νομίζω για αυτόν τον λόγο όταν έστειλα στον Αλεν τη διασκευή μου, μου απάντησε πως είναι ένα ολοκαίνουργιο έργο βασισμένο στο σενάριο και πως έτσι θα έπρεπε να καταγραφεί. Ενιωσα πολύ περήφανη. Είναι το μεγαλύτερο εύσημο που έχω πάρει στην πορεία μου» τονίζει η ηθοποιός.
Ακόμη κι έτσι όμως οι προκλήσεις που αντιμετώπισε στη διασκευή δεν ήταν καθόλου λίγες. «Το κινηματογραφικό ύφος του Γούντι Αλεν σε αυτή τη ταινία είναι πολύ διαφορετικό από τις υπόλοιπες ταινίες του. Στηρίζεται εμφανώς σε ένα σπουδαίο θεατρικό έργο, όπως το “Λεωφορείο ο πόθος”, οπότε υπάρχει τρομερή δόμηση, σε αντίθεση με άλλες ταινίες του που χρησιμοποιεί την αποδόμηση των χαρακτήρων. Αυτή την προσέγγιση την έχω δει σε δύο ταινίες του, που και οι δύο είχαν πηγή έμπνευσης σπουδαία θεατρικά. Στο “Blue Jasmine” και στο “Match point”, όπου εκεί ήταν εμφανής η αναφορά στο “Εγκλημα και τιμωρία”. Από ό,τι καταλαβαίνετε, είμαι φανατική της φιλμογραφίας του Γούντι Αλεν… Είναι μεγάλος δάσκαλος για μένα. Μου δίδαξε πώς γράφεται η κωμωδία. Ο Γούντι Αλεν και ο Αντον Τσέχοφ, στα μικρά του διηγήματα» παραδέχεται η Ράντου.
Στην κινηματογραφική εκδοχή της Τζάσμιν τον ομώνυμο ρόλο υποδύθηκε η Κέιτ Μπλάνσετ, κερδίζοντας βραβείο Οσκαρ. Ωστόσο, στο θεατρικό η Ράντου απομακρύνεται από τη συγκεκριμένη ερμηνεία, δοκιμάζοντας τη δική της προσέγγιση. «Αναρωτιόμουν κι εγώ τι μπορώ να κάνω μετά την άψογη και οσκαρική ερμηνεία της Μπλάνσετ. Μέχρι που ολοκλήρωσα τη διασκευή. Εκεί κατάλαβα ότι αυτή η γυναίκα δεν είναι μόνο ένας αμερικανικός χαρακτήρας. Είναι παγκόσμιος. Υπάρχει σε κάθε χώρα. Εγώ συναντώ την Τζάσμιν στη χώρα μου. Πιστέψτε με είναι τόσο αναγνωρίσιμη σε εμάς όσο ελάχιστοι χαρακτήρες» υπογραμμίζει η πρωταγωνίστρια.
ΣΑΝ ΑΛΛΗ ΝΤΙΜΠΟΥΑ. Η υπόθεση θέλει τη χρεοκοπημένη Νεοϋορκέζα Τζάσμιν να προσπαθεί να ξαναφτιάξει τη ζωή της από την αρχή, σαν μια άλλη Μπλανς Ντιμπουά από το έργο «Λεωφορείο ο πόθος». Από τη συγκεκριμένη αναφορά η Ράντου δεν θέλει να μείνει μακριά και γι’ αυτό «χρησιμοποίησα μια σκηνή από το πρωτότυπο έργο, που δεν την είχε ο Γούντι Αλεν στην ταινία. Σαν ένα κλείσιμο του ματιού στο έργο του Τένεσι Γουίλιαμς» όπως επισημαίνει.
Στην προσπάθεια της Τζάσμιν να επαναπροσδιορίσει τη ζωή της σε ένα εχθρικό περιβάλλον, το παρελθόν στοιχειώνει το παρόν της με απρόβλεπτες συνέπειες. Ωστόσο, η ίδια πια είναι ελεύθερη να το παλέψει. «Αν ελευθερία θεωρείς την τρέλα. Ναι. Είναι ελεύθερη πλέον από την εκλογίκευση και όλες τις συμβάσεις. Είναι αγκαλιά με το χάος. Δεν ανήκει πουθενά. Είναι μόνη και ξένη παντού. Είναι κι αυτό μια ελευθερία! Με τον πιο ειρωνικό και απάνθρωπο τρόπο. Νομίζω ότι αυτό το έργο έχει ένα από τα ωραιότερα φινάλε που έχω διαβάσει σε θεατρικό έργο. Σπαρακτικό με τον πιο απλό τρόπο. Μοναδικό. Δηλώνω μαγεμένη και υποβάλλω τα σέβη μου» παραδέχεται η Ράντου.
Στο γενικό του πλαίσιο, το έργο περιγράφει με μοναδικά κωμικοτραγικό τρόπο το οδοιπορικό της πτώσης και την τραυματική εμπειρία της απώλειας. Γι’ αυτό και στην Ελλάδα της κρίσης η διαδρομή αυτή είναι για τα καλά γνώριμη στο κοινό. «Στην Ελλάδα τού σήμερα η διαδρομή πτώσης της Τζάσμιν αποκτά νέο νόημα. Γι’ αυτό σας είπα ότι είναι τόσο αναγνωρίσιμη. Η Τζάσμιν είναι η ίδια η Ελλάδα. Που ακούμπησε όλη την ύπαρξή της – κι ακόμη ακουμπάει – στη γενναιοδωρία των ξένων» καταλήγει η ηθοποιός.