Το νέο δράμα με την άρνηση της κυβέρνησης να επιστρέψει τα αναδρομικά των δώρων στους συνταξιούχους, τους οποίους υποβάλλει σε μια νέα πρωτοφανή ταλαιπωρία, δείχνει το μέγεθος της κοινωνικής αναλγησίας. Είναι οι ίδιοι που με στόμφο είχαν καταδικάσει τις περικοπές στις συντάξεις που έγιναν από το 2010 έως το 2012, αλλά τώρα ασκούν εφέσεις κατά των πρωτόδικων αποφάσεων που δικαιώνουν συνταξιούχους για την επιστροφή των δώρων.

Κανείς πλέον δεν αμφισβητεί ότι η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έφερε περισσότερη φτώχεια, διέλυσε τη μεσαία τάξη, έκοψε μισθούς και συντάξεις και επέβαλε βαριά φορολογία, ενώ δημιούργησε τη γενιά των 360 ευρώ στον ιδιωτικό τομέα.

Με τα σκληρά μέτρα που επέβαλε η κυβέρνηση, η φτώχεια χτυπάει την πόρτα ολοένα και περισσότερων Ελλήνων, οι οποίοι – μαζί τα χρέη σε τράπεζες, Εφορία και ασφαλιστικά ταμεία – έχουν οδηγηθεί σε πλήρη οικονομική εξαθλίωση. Είναι χαρακτηριστικό ότι σήμερα ο ένας στους τρεις μισθωτούς στον ιδιωτικό τομέα έχει καθαρό μισθό 372 ευρώ, ενώ περίπου 1,5 εκατομμύριο συνταξιούχοι (με εισόδημα 4.500 εύρο τον χρόνο) βουλιάζουν στη φτώχεια.

Μάλιστα, όπως δείχνει η πρόσφατη έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας, τις μεγαλύτερες εισοδηματικές απώλειες παγκοσμίως υπέστησαν τα φτωχότερα στρώματα του πληθυσμού στην Ελλάδα το 2015, πρώτη χρονιά διακυβέρνησης της χώρας από τον ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝΕΛ. H Ελλάδα είχε τη θλιβερή πρωτιά να είναι η χώρα με τη δραματικότερη επιδείνωση της φτώχειας το 2015: το φτωχότερο 40% των Ελλήνων είδε το (ήδη πενιχρό) εισόδημά του να συρρικνώνεται κατά 8,4% σε ετήσια βάση. Πρόκειται για μείωση – ρεκόρ, που ξεπερνά κατά πολύ τόσο τα υπόλοιπα κράτη – μέλη της ευρωζώνης που δοκιμάστηκαν από την οικονομική κρίση (π.χ. Κύπρο, Ιταλία, Ισπανία) όσο και χώρες της Αφρικής όπως η Ουγκάντα.

Και ας μην ξεχνάμε ότι την τριετία 2015-2017 η κυβέρνηση πέτυχε συνολικά πρωτογενή πλεονάσματα 15,8 δισ. ευρώ. Υπέβαλε όμως τη χώρα σε αχρείαστη υπερλιτότητα ύψους 12,1 δισ. ευρώ, στερώντας από το ΑΕΠ ανάπτυξη 16,5 δισ. ευρώ (που ο ΣΥΡΙΖΑ τα υπολόγιζε και τα υποσχόταν επί τρία χρόνια), ισοπεδώνοντας πλήρως την εθνική οικονομία.