Στην Ελλάδα, το Σύνταγμα είναι κάτι σαν το τέρας του Λοχ Νες. Κατά καιρούς αναδύεται στην επιφάνεια, κάποιος φωνάζει «το είδα, το είδα!» και μετά χάνεται πάλι στα βάθη της αδιαφορίας.
Η εξήγηση είναι απλή.
Σε καμία άλλη ευρωπαϊκή δημοκρατία δεν συζητούν κάθε τρεις και λίγο για το Σύνταγμα. Για την ακρίβεια, στις περισσότερες δημοκρατίες συζητούν σπανιότατα για το Σύνταγμα.
Αντιθέτως στην Ελλάδα το Σύνταγμα αποτελεί το κατεξοχήν πεδίο υπεκφυγής από την πολιτική. Με δεδομένο μάλιστα ότι η χώρα παράγει περισσότερους συνταγματολόγους από όσους μπορεί να αντέξει, είναι εύκολο να μεταμφιεστεί η πολιτική ατζέντα σε συνταγματικό ζήτημα.
Πρόσφατα η Ελλάδα πέρασε μια τεράστια οικονομική κρίση, τρία Μνημόνια, εκλογές κι επαναληπτικές εκλογές, ακυβερνησίες κι αναρίθμητες συγκρούσεις χωρίς να εμποδιστεί ή να ενοχληθεί από το Σύνταγμα.
Συνεπώς δεν φαίνεται να την κυνηγάει κάποια επείγουσα ανάγκη.
Παρ’ όλα αυτά και έπειτα από τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ ξαναγυρίσαμε στο ίδιο κόλπο.
Υπό κανονικές συνθήκες μόνο ένας ανισόρροπος θα ονειρευόταν συνταγματική αναθεώρηση λίγους μήνες πριν από τις εκλογές, με τον κόσμο στα κάγκελα και χωρίς να ξέρουμε αν υπάρχει κυβέρνηση ή κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Ανισόρροπος ή επιτήδειος.
Διότι αν δεν είναι ανισόρροπος, μόνο κάποιος επιτήδειος μπορεί να αναζητά στις παραπάνω συνθήκες πεδία συνεννόησης με τον ΣΥΡΙΖΑ. Είτε λέγονται συνταγματική αναθεώρηση, είτε Σκοπιανό, είτε βιολογική προστασία του μουρουνέλαιου.
Καλώς  ή κακώς, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει περιέλθει σε κατάσταση απομόνωσης και «ακοινωνησίας» (που λέει και το Πατριαρχείο) από τα δημοκρατικά κόμματα της αντιπολίτευσης.
Η εμμονική προσπάθεια να σπάσει την υγειονομική ζώνη αποδίδει μόνο κάτι Μαριλίζες, Παπακώστες και Ραγκούσηδες.
Ακόμη κι ο Θεοδωράκης την πάτησε, ακριβώς επειδή δεν κατάλαβε ή δεν συνειδητοποίησε πού βρίσκεται η διαχωριστική γραμμή. Νόμιζε ότι ταξιδεύει «βάρκα γιαλό».
Ειδικότερα όμως στο θέμα του Συντάγματος, το πράγμα είναι «Κυριακή κοντή γιορτή».
Γιατί να ανοίξουν σήμερα κουβέντα με τον ΣΥΡΙΖΑ για το Σύνταγμα όταν σε λίγους μήνες ΝΔ και ΚΙΝΑΛ θα έχουν τους 180 βουλευτές που χρειάζονται για να κάνουν την αναθεώρηση της αρεσκείας τους;
 Ιδίως όταν οι συνταγματικές απόψεις του ΣΥΡΙΖΑ (στον βαθμό που ανταποκρίνονται σε όσα εξήγγειλε προ ημερών ο Φίλης…) θυμίζουν περισσότερο μεταπολεμική Λαϊκή Δημοκρατία παρά σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα.
Φυσικά ουδείς μπορεί να απαγορεύσει στην κοινοβουλευτική πλειοψηφία (αν και όσο υπάρχει…) να ξεκινήσει τη συνταγματική αναθεώρηση, έστω για να την κάψει.
Θα πρέπει όμως να γίνει σαφές πως αν την ανοίξει μόνο στα άρθρα που τη βολεύουν, κινδυνεύει μετά τις εκλογές να τα βλέπει και να μην αναγνωρίζει γιατί τη βόλευαν.